ΕΣΣΔ, Μόσχα, Τετάρτη 12 Απριλίου 1961, ώρα 9.50
Οι δρόμοι της πρωτεύουσας της Σοβιετικής Ένωσης άδειασαν ξαφνικά μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Η Μόσχα ήταν μια νεκρή πόλη. Το γεμάτο με κόσμο παζάρι του Αρμπάτ έμοιαζε με δρόμο – φάντασμα. Η τεράστια λεωφόρος Καρλ Μαρξ είχε γεμίσει από παρατημένα αυτοκίνητα δεξιά και αριστερά του δρόμου.
Μικροί ή μεγαλύτεροι δρόμοι, πάρκα, πλατείες, παιδικές χαρές, ακόμη και το υπέροχο Μετρό, τη μια στιγμή έσφυζαν από ζωή και την επόμενη άδειασαν. Μια ανακοίνωση στο ραδιόφωνο έκανε τους Μοσχοβίτες να τρέξουν στα σπίτια τους. Πολλοί από αυτούς, έντρομοι.
Η φωνή του Γιούρι Λεβιτάν, του εκφωνητή του ραδιοφωνικού σταθμού της Μόσχας, είχε διακόψει το πρόγραμμα και ενημέρωνε πως σε λίγα λεπτά θα γινόταν μια σημαντικότατη ανακοίνωση. Το μυαλό των περισσοτέρων πήγε στο κακό.
Ήδη ο ανταγωνισμός στους εξοπλισμούς με τις ΗΠΑ είχε ξεκινήσει και όλοι φοβόντουσαν τα χειρότερα. Η αγωνία είχε κορυφωθεί, αφού ο Λεβιτάν είχε επαναλάβει τρεις φορές πως «θα ακολουθούσε έκτακτο δελτίο».
Οι άνθρωποι, με τον φόβο πως κάποιο κουμπί πατήθηκε, ή πως η χώρα τους, η τεράστια σε έκταση Σοβιετική Ένωση, είχε δεχτεί επίθεση, παράτησαν κακήν κακώς ό,τι έκαναν, ακόμη και τα αυτοκίνητά τους, και έσπευσαν σε κάποιο μέρος για να ακούσουν την είδηση.
Στις 10:02 ακριβώς ο Γιούρι Λεβιτάν, ο δημοσιογράφος που εκφωνούσε τις σημαντικότερες ειδήσεις, σκόρπισε ρίγη συγκίνησης στους Σοβιετικούς και ενθουσιασμό σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Μιλώντας αργά και ευκρινώς, ο εκφωνητής ανήγγειλε:
«Εδώ Μόσχα. Προς όλους τους σταθμούς ραδιοφώνου της Σοβιετικής Ένωσης. Μεταδίδουμε την ανακοίνωση του ΤΑΣΣ για την πρώτη πτήση του ανθρώπου στο κοσμικό Διάστημα».
Στις τελευταίες αυτές λέξεις ο εκφωνητής ύψωσε κατά τρόπο δραματικό τη φωνή και σταμάτησε προς στιγμήν για να δοθεί χρόνος να αντιληφθούν οι ακροατές τη σημασία της ανακοίνωσης.
«Το πρώτο διαστημόπλοιο του κόσμου Βοστόκ (Ανατολή) με άνθρωπο επιβάτη τέθηκε σε τροχιά από τη Σοβιετική Ένωση στις 12 Απριλίου 1961.
Ο πλοηγός Διαστήματος του διαστημόπλοιου – δορυφόρου Βοστόκ είναι ο Σοβιετικός πολίτης επισμηναγός Γιούρι Αλεξέγιεβιτς Γκαγκάριν…».
Το ίδιο γρήγορα οι δρόμοι γέμισαν ασφυκτικά πάλι. Ο κόσμος βγήκε με σημαίες. Χόρευε, τραγουδούσε, αγκάλιαζε και φιλούσε ο ένας τον άλλον. Οι άνθρωποι ήταν και ανακουφισμένοι που κάτι κακό δεν είχε συμβεί αλλά και υπερήφανοι που η χώρα τους είχε καταφέρει το ακατόρθωτο.
ΕΣΣΔ, πόλη Κλούσινο, περιοχή Σμόλενσκ, 6 Αυγούστου 1944
Το δεκάχρονο ξανθομάλλικο αγοράκι έτρωγε το φτωχό μεσημεριανό του με βαριές μπουκιές: «Μαμά, βαρέθηκα κάθε μέρα να τρώμε πατάτες και χυλό», είπε στη μητέρα του που καθάριζε τα ποτήρια μπροστά από τον νεροχύτη και είχε πλαντάξει στο κλάμα.
«Γιούρι μου, γλυκό μου αγοράκι, φάε όλο το φαγητό σου, σε παρακαλώ». Η Άννα Τιμοφέγνεβνα Γκαγκάρινα σκούπισε τα δάκρυά της και τον πήρε αγκαλιά.
«Τώρα έχω εσένα εγώ και ο μπαμπάς. Τρώγε να δυναμώσεις. Δεν θέλω να μου πάθεις τίποτε», του είπε και τον φίλησε στο κεφαλάκι.
Πριν από λίγες ημέρες οι ναζί είχαν πάρει τις δυο μεγαλύτερες κόρες της οικογένειας Γκαγκάριν αιχμάλωτες και τις είχαν στοιβάξει σε κάποιο βαγόνι με προορισμό τη Γερμανία.
Η οικογένεια θρηνούσε γιατί δεν ήξερε εάν θα ξαναδεί τα παιδιά της.
Ο μικρούλης τελείωσε το φαγητό του και ζήτησε την άδεια της μητέρας του να βγει να παίξει.
«Να προσέχεις, σε παρακαλώ, και εάν δεις Γερμανούς να πλησιάζουν πάλι, να έρθεις αμέσως στο σπίτι», του φώναξε καθώς ο 10χρονος έκλεινε την πόρτα πίσω του και ξεχυνόταν στους αγρούς.
Θα έπαιζε το αγαπημένο του παιχνίδι. Με μόνη του συντροφιά τον ήχο του αέρα. Θα έφτιαχνε αυτοσχέδια αεροπλάνα από χαρτί και ξύλο.
Δεν είχε περάσει μισή ώρα και ο Γιούρι, ξαπλωμένος στο καταπράσινο λιβάδι, κοίταζε τον ουρανό και με τα χεράκια του περιεργαζόταν την τελευταία του κατασκευή.
Ξαφνικά βαριοί πυροβολισμοί ακούστηκαν από ψηλά. Αντί να φοβηθεί και να τρέξει προς το σπίτι, όπως τον είχε ορμηνέψει η μητέρα του, εκείνος βρήκε ένα μεγάλο δέντρο, χώθηκε κάτω από τα κλαδιά του και παρακολούθησε για πρώτη φορά στη ζωή του μια αερομαχία.
Ύστερα από λίγο το αεροσκάφος με το κόκκινο αστέρι στην ουρά, διάτρητο από σφαίρες, έκανε αναγκαστική προσγείωση στο χωράφι που ο μικρός Γιούρι βρισκόταν.
«Ουάου, ένας πραγματικός πιλότος», σκέφτηκε ο Γιούρι και βγήκε από την κρυψώνα του στο δέντρο. Τα κοντά του ποδαράκια είχαν βγάλει φτερά καθώς πλησίαζε το σοβιετικό «Γιακ» που είχε καταρριφθεί.
«Φύγε μικρέ, θα ανατιναχθεί», του φώναξε από μακριά ο πιλότος που έτρεχε και απομακρυνόταν από το σκάφος του.
«Πήγαινε σπίτι σου γιατί ο Φρίτσης θα ξανάρθει», κούνησε τα χέρια του και έδιωξε το παιδάκι από το σημείο της πτώσης.
Αυτή ήταν η πρώτη επαφή του Γιούρι Γκαγκάριν με τα αεροπλάνα και την αεροπορία.
Σοβιετική Ένωση, περιοχή Γκζιατσκ, 9 Μαρτίου 1950
Ο Αλεξέι Γκαγκάριν έσυρε το κουρασμένο του βήμα και ανέβηκε αργά την ξύλινη σκάλα του σπιτιού του. Εργαζόταν μαζί με τη σύζυγό του στην κολεκτίβα της πόλης.
Το σπίτι τους στο Κλούσινο το είχαν κάψει οι Γερμανοί στην πόλεμο και πλέον η κυβέρνηση τους είχε στείλει να μείνουν σε άλλον τόπο. Ο Αλεξέι ήταν κουρασμένος, αλλά χαρούμενος. Ο γιος του Γιούρι σήμερα θα γινόταν 16 χρόνων.
Ήταν ένας υπερήφανος πατέρας. Ο μικρούλης του ήταν εξαιρετικός μαθητής, λάτρευε τα μαθηματικά και τη φυσική, ενώ του άρεσε να διαβάζει και λογοτεχνία.
Αγαπημένος του συγγραφέας ήταν ο Βίκτωρ Ουγκώ και ο Κάρολος Ντίκενς.
Η οικογένεια Γκαγκάριν, αφού έκοψε μια τούρτα που έφτιαξε με τα χέρια της η Άννα Γκαγκάρινα, κάθισε στο σαλόνι και άρχισε να μιλάει. Ο 16χρονος Γιούρι τούς έλεγε πως το όνειρό του είναι να γίνει πιλότος.
Εκείνο το βράδυ, όταν ο Γιούρι έπεσε για ύπνο, η μητέρα του Άννα βουρκωμένη μίλησε στον σύζυγό της:
«Είναι τόσο υπέροχο παιδί. Και τόσο ευαίσθητο. Κρίμα που δεν θα μπορέσει να γίνει ποτέ πιλότος.
Θα απογοητευτεί που θα τον κόψουν στη σχολή για το ύψος του».
Ο Αλεξέι κούνησε το κεφάλι του αρνητικά: «Αννούσκα μου, κάνεις λάθος. Είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρει ο Γιούρι μας. Τι κι εάν είναι 1,58. Έχει καρδιά γίγαντα».
Η μητέρα του Γιούρι συγκατάνευσε και μονολόγησε: «Καρδιά γίγαντα, αλλά ευαισθησία στην ψυχή ενός μικρού παιδιού».
Ο Γιούρι Αλεξέγιεβιτς Γκαγκάριν, πέντε χρόνια αργότερα, κατάφερε όχι μόνο να μπει στη σχολή Ικάρων της ΕΣΣΔ στο Όρενμπουργκ, αλλά σε δύο χρόνια, το 1957, ήταν από τους καλύτερους και πληρέστερους πιλότους πολεμικών αεροσκαφών της Σοβιετικής Ένωσης.
Το απέδειξε πολλές φορές όταν στην πρώτη του μετάθεση στη δύναμη του «Βόρειου Στόλου» πετούσε συχνά στον Αρκτικό κύκλο, κάτω από εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες, με θυελλώδεις παγωμένους ανέμους, χιόνια και πάγους, που έκαναν τα αεροσκάφη της εποχής «βαρίδια» που μπορούσε να κουμαντάρει μόνο κάποιος με μεγάλο ταλέντο, πειθαρχία, σωματική δύναμη και γνώση.
Τον ίδιο χρόνο, ο υποσμηναγός της πολεμικής αεροπορίας της ΕΣΣΔ παντρεύτηκε τη γυναίκα της καρδιάς του, τη Βαλεντίνα ή Βάλια, όπως του άρεσε να τη φωνάζει.
Αεροπορική βάση Λουοστάρι Πετσένγκα, σύνορα ΕΣΣΔ – Νορβηγίας, Δεκέμβριος 1959
Ο κοντούλης πιλότος της Σοβιετικής Ένωσης κάθισε αναπαυτικά στον καναπέ του και πήρε αγκαλιά τη σύζυγό του. Είχε τελειώσει τη βάρδια του και είχε επιστρέψει σπίτι του.
Η περιοχή με τις κατοικίες των αξιωματικών βρισκόταν μέσα στην αεροπορική βάση.
Το σπίτι τους ήταν λιτό, αλλά ζεστό. Η ζωή εκεί στον Αρκτικό κύκλο είναι εξαιρετικά δύσκολη, αλλά η Βάλια ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε στον Γιούρι. Ήταν ευτυχισμένη που απλά ζούσαν μαζί, ερωτευμένοι.
«Βάλιουσκα, σήμερα ήρθε ένα χαρτί για εθελοντές στη βάση», της είπε. «Ψάχνουν άνδρες για να πετάξουν στο Διάστημα. Υπέγραψα για να περάσω από εξετάσεις».
Η θερμοκρασία έξω από το σπίτι άγγιζε τους -17 βαθμούς.
Η Βάλια, αν και μέσα στη ζέστη του σαλονιού, πάγωσε σαν να βρισκόταν έξω στο παγωμένο τοπίο. Γνώριζε πολύ καλά πως αυτό που θα έμπαινε στο μυαλό του Γιούρι θα το κατάφερνε.
«Η γη να αρχίσει να γυρνά ανάποδα ο Γιούρι θα το κάνει», σκέφτηκε.
Κούρνιασε περισσότερο στην αγκαλιά του και του ψιθύρισε: «Θα τα καταφέρεις. Φοβάμαι πολύ για σένα, αλλά είμαι σίγουρη ότι θα είσαι πρώτος από όλους τους υποψήφιους».
Σε λίγες εβδομάδες έφτασε η απάντηση. Ο Γιούρι Αλεξέγιεβιτς Γκαγκάριν μαζί με άλλους 19 υποψήφιους έγινε δεκτός στο «Σοβιετικό Διαστημικό Πρόγραμμα Ανατολή».
Η μετάθεση έγινε με πλήρη μυστικότητα. Προορισμός το κοσμοδρόμιο του Μπαϊκονούρ στο Καζακστάν της Κεντρικής Ασίας.
Η ζωή για τους κοινούς θνητούς στην απομονωμένη και ξεχασμένη από θεούς και ανθρώπους βάση του Μπαϊκονούρ είναι μια κόλαση. Όχι όμως και για τον ξανθό πιλότο από το Κλούσινο.
Καθημερινή εντατική εκπαίδευση. Προσομοίωση, αντοχή στη βαρύτητα, ασκήσεις, μαθηματικά, φυσική, τα πάντα που πρέπει να γνωρίζει ένας κοσμοναύτης.
Και κυρίως ψυχολογική εκπαίδευση που θα χαλύβδωνε τον εαυτό του στα δύσκολα και δεν θα επέτρεπε στον πανικό να κυριαρχήσει της λογικής.
Σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο ο Γιούρι Γκαγκάριν άντεξε στα ειδικά μηχανήματα που γυρίζουν γύρω – γύρω, σε δυνάμεις βαρύτητας 13 g. Κατάφερε να αντέξει σε έναν ηχομονωμένο σκοτεινό χώρο 24 ώρες χωρίς να μιλήσει σε άνθρωπο.
Μια άλλη φορά έπρεπε να λύσει δυσκολότατες ανώτερες μαθηματικές εξισώσεις την ώρα που με τηλεβόες από πάνω του υπήρχαν εκπαιδευτές που ούρλιαζαν αριθμούς για να τον μπερδέψουν.
Κοσμοδρόμιο Μπαϊκονούρ. Σοβιετική Δημοκρατία του Καζακστάν, 11 Απριλίου 1961
Από τους 20 Σοβιετικούς πιλότους είχαν κοπεί οι 18. Μέρα με τη μέρα όλο και κάποιος δεν άντεχε και τα παρατούσε. Έμειναν μόνο δυο. Ο Γκέρμαν Τίτωφ και ο μόλις 1,58 στο ύψος Γιούρι Γκαγκάριν.
Οι δυο πιλότοι περίμεναν έξω από τα γραφεία της διοίκησης να τους ανακοινωθεί ποιος θα πετούσε στο Διάστημα, την επόμενη κιόλας ημέρα. Η αγωνία τούς είχε καταβάλει.
Μέσα, υψηλόβαθμα στελέχη όχι μόνο της πολεμικής αεροπορίας, αλλά και της πολιτικής ηγεσίας, μαζί με κορυφαίους επιστήμονες συζητούσαν για να πάρουν απόφαση.
Ο Τίτωφ βημάτιζε νευρικά πάνω κάτω. Ο Γκαγκάριν είχε κλειστά τα μάτια, καθόταν ήρεμος στην καρέκλα του και σκεφτόταν τη γυναίκα του. Ανέπνεε αργά για να μην αφήσει τους παλμούς της καρδιάς του να ανέβουν.
Ύστερα από ώρες, η βαριά πόρτα άνοιξε και φώναξαν και τους δύο μέσα.
«Κύριοι», είπε η μπάσα φωνή του Σεργκέι Κορόλεφ, επικεφαλής του προγράμματος που καθόταν στη μέση ενός μεγάλου τραπεζιού, «η πατρίδα μας είναι υπερήφανη για εσάς τους δύο.
Καταφέρατε να υπερνικήσετε κάθε ανθρώπινη αδυναμία, ψυχική και σωματική, και αύριο ένας από εσάς θα γράψει το όνομά του με χρυσά γράμματα, όχι μόνο στη Σοβιετική Ένωση, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο.
Αύριο η χώρα μας θα είναι η πρώτη στον κόσμο που θα ξεπεράσει τα ανθρώπινα όρια και θα πετάξει στο Διάστημα.
Επιλέξαμε τον σύντροφο Γιούρι Γκαγκάριν. Ο σύντροφος Τίτωφ είναι ο αναπληρωματικός της πτήσης, εάν κάτι δεν πάει καλά».
Ο επικεφαλής του προγράμματος ξαναδιάβασε τον ιατρικό φάκελο του κοσμοναύτη Γκαγκάριν, που έγραφε τα εξής:
«Γκαγκάριν: Μετριόφρων, με μεγάλη αίσθηση του χιούμορ.
Έχει υψηλό βαθμό πνευματικής ανάπτυξης και εξαιρετική μνήμη. Ξεχωρίζει από τους συναδέλφους του από την απότομη και εκτεταμένη αίσθησή του, την προσοχή που δίνει στο περιβάλλον του, ενώ διαθέτει μια καλά αναπτυγμένη φαντασία.
Οι αντιδράσεις του στο αναπάντεχο είναι γρήγορες και σωστές. Είναι επίμονος και πάντα προετοιμασμένος. Στις δραστηριότητές – εκπαιδευτικές ασκήσεις άγγιξε το τέλειο.
Χειρίζεται τη φυσική και τα ανώτερα μαθηματικά με ευκολία. Σε στρεσογόνες συνθήκες δεν αισθάνεται έντονο άγχος. Υπερασπίζεται τις απόψεις του».
Ο Κορόλεφ σηκώθηκε όρθιος, πλησίασε τον βραχύσωμο Γκαγκάριν και τον ασπάστηκε: «Είσαι άξιο τέκνο της πατρίδας. Αύριο θα μας κάνεις όλους υπερήφανους». Μέσα στην αίθουσα υπήρχαν άνθρωποι θρύλοι της αεροπορίας και της αεροδιαστημικής, όπως ο Κονσταντίν Βερσίνιν και ο Νικολάι Καμάνιν.
Ημέρα 0, Κοσμοδρόμιο Μπαϊκονούρ. Τετάρτη 12 Απριλίου 1961, ώρα 09.07
Μέσα στη στενή διαστημική κάψουλα ο Γιούρι Γκαγκάριν έκανε τους τελευταίους ελέγχους στα όργανα του σκάφους του. Από την κάσκα του άκουσε τα λόγια του Κορόλεφ από το κέντρο ελέγχου:
«Προκαταρκτική φάση οκ. Ενδιάμεση φάση οκ. Κύριοι, μπαίνουμε στην κυρίως φάση. Να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Όλες οι ενδείξεις είναι εντάξει. Γιούρι, σου εύχομαι καλή πτήση».
Όταν η φωνή είπε «μηδέν» ο Γκαγκάριν φώναξε όλο χαρά από τον θάλαμό του μια λέξη που έμεινε στην ιστορία: «Поехали» (δηλαδή: εμπρός λοιπόν, πάμε). Το σώμα του κόλλησε στο κάθισμα και σε λίγα λεπτά θα ήταν ο πρώτος άνθρωπος που θα έβγαινε στο Διάστημα. Το προαιώνιο όνειρο του ανθρώπου έπαιρνε σάρκα και οστά.
Η πτήση
Η διαστημική πτήση διήρκεσε 108 λεπτά από την εκτόξευση μέχρι την προσγείωση. Όπως είχε προγραμματιστεί, ο Γκαγκάριν έπεσε με αλεξίπτωτο στο έδαφος χωριστά από το διαστημικό σκάφος του, αφού εκτινάχθηκε σε ύψος 7.000 μέτρων.
Είκοσι πέντε λεπτά μετά την εκτόξευση, ο Γκαγκάριν μπήκε σε μια ελλειπτική τροχιά με απόγειο (μέγιστο) 302 χιλιόμετρα, περίγειο (ελάχιστο) 175 χιλιόμετρα και περίοδο 89 λεπτά και 34 δευτερόλεπτα, κινούμενος με ταχύτητα 7,61 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο, δηλαδή με 27.396 χιλιόμετρα την ώρα.
Ο κοσμοναύτης ουσιαστικά πέταξε και δεν πλοήγησε το σκάφος του. Όλα έγιναν από τους επιστήμονες της βάσης.
Είχε μόνο έναν σφραγισμένο φάκελο με κωδικούς στην τσέπη του που εάν κάτι πήγαινε στραβά θα έθετε σε λειτουργία το χειροκίνητο χειριστήριο.
Πίσω στο Μπαϊκονούρ ένα επείγον και διαβαθμισμένο ως «άκρως απόρρητο» τέλεξ έφτασε από το υπουργείο Άμυνας, μετά την απογείωση: «Στη δυσάρεστη περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά, σας γνωρίζουμε ότι απονέμουμε τον βαθμό του ταγματάρχη (επισμηναγού) στον κοσμοναύτη Γιούρι Γκαγκάριν».
Στις 9:22 το Βοστόκ βρισκόταν πάνω από τη Νότια Αμερική και ο Γκαγκάριν έστειλε προς τη Γη το πρώτο μήνυμά του: «Η πτήση συνεχίζεται ομαλά. Είμαι καλά».
Στις 10:15 το διαστημόπλοιο βρισκόταν πάνω από την Αφρική με κατεύθυνση την ΕΣΣΔ και ο πρώτος κοσμοναύτης, που το όνομά του θα έμενε για πάντα στην Ιστορία, έστειλε το δεύτερο μήνυμα: «Η πτήση συνεχίζεται ομαλά. Υφίσταμαι καλώς την έλλειψη βαρύτητας».
Στις 10:25 άρχισε να τίθεται σε λειτουργία το σύστημα των ανασχετικών πυραύλων που οδήγησε στην επιβράδυνση της ταχύτητας του διαστημοπλοίου και τη σταδιακή κάθοδό του προς την επιφάνεια του πλανήτη.
Στις 10:55 προσγειώθηκε ομαλά στην περιοχή του Σαράτοφ, στις όχθες του Βόλγα, έχοντας περιστραφεί γύρω από τη Γη. Ταξίδεψε επί 108 λεπτά.
Όλα πήγαν κατ’ ευχήν και ο Γκαγκάριν δεν είχε ούτε αμυχή.
«Για πρώτη φορά είδα με τα μάτια μου τη σφαιρικότητα της Γης, είδα τις ηπείρους, τους ποταμούς και τις πόλεις. Ο ορίζοντας προσφέρει μοναδικό θέαμα. Σαν μία λεπτή, γαλανή ζώνη που περιβάλλει τη Γη.
Τα άστρα είναι εξαιρετικά λαμπερά, το στερέωμα φαίνεται πολύ πιο καθαρά απ’ ό,τι από την επιφάνεια της Γης.
Η βαρύτητα; Απλώς, τα χέρια μου και τα πόδια μου δεν ζύγιζαν τίποτα». Θα πει δυο ημέρες αργότερα στον Νικήτα Χρουστσώφ, που συγκινημένος τον συνάντησε, τον αγκάλιασε και τον ασπάστηκε.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο topontiki.gr
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1956 στις 16-02-2017
Πηγές: topontiki.gr
Τώρα όλες οι ειδήσεις του alldaynews.gr στο Google News.
To «alldaynews.gr» αποποιείται κάθε ευθύνη από τις αναδημοσιεύσεις άρθρων τρίτων ιστοσελίδων, για τα οποία (άρθρα) την ευθύνη την έχει ο υπογράφων ως πηγή.