Η Ζέττα Μακρή περιγράφει με λεπτομέρειες πώς βρέθηκε αντιμέτωπη με τον εκβιασμό από γνωστό δημοσιογράφο, εξηγώντας γιατί αποφάσισε να μιλήσει δημόσια και να κινηθεί νομικά, σε συνεργασία με την αστυνομία.
Νέα αποκαλυπτικά στοιχεία για την υπόθεση στον Βόλο
Το Σάββατο 5 Ιουλίου 2025, η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Ζέττα Μακρή, μίλησε στην εκπομπή «Εξελίξεις Τώρα» του MEGA με τη Νατάσα Γιάμαλη, φέρνοντας στο φως νέα δεδομένα σχετικά με την υπόθεση εκβιασμού που την αφορά.
Η ίδια αποκάλυψε ότι ο εκβιασμός προήλθε από δημοσιογράφο στον Βόλο, ο οποίος διαχειρίζεται ειδησεογραφική ιστοσελίδα αλλά και ραδιοφωνικό σταθμό. Η υπόθεση έλαβε σοβαρή τροπή όταν, έπειτα από συνεργασία της Ζέττας Μακρή με τις αστυνομικές αρχές, ο εν λόγω δημοσιογράφος συνελήφθη.
Η σύλληψη και ο ρόλος της αστυνομίας
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η βουλευτής, η αστυνομία συνέλαβε τον δημοσιογράφο με προσημειωμένα χαρτονομίσματα ύψους 5.000 ευρώ. Το χρηματικό ποσό του είχε δοθεί από την ίδια την κ. Μακρή στο πλαίσιο συνεννόησης με τις Αρχές, με στόχο τη στοιχειοθέτηση της κατηγορίας.
Η προσωπική σχέση και το σοκ
Η Ζέττα Μακρή περιέγραψε με συγκίνηση και ειλικρίνεια την προσωπική της σχέση με τον δημοσιογράφο, γεγονός που έκανε την εμπειρία ακόμη πιο δύσκολη για την ίδια.
«Μου είπε να αποφύγει τα αρνητικά δημοσιεύματα. Τον γνώριζα τον δημοσιογράφο. Ο Βόλος είναι μία μικρή πόλη και είχαμε καλές σχέσεις. Είναι τρία χρόνια μεγαλύτερος από τον γιο μου και με πόνεσε πολύ αυτό που συνέβη. Δεν μου άφηνε περιθώριο όμως η συμπεριφορά του. Επέλεξα να κάνω αυτό που έκανα με τον νόμιμο τρόπο και σε συνεννόηση με τις αστυνομικές αρχές. Ο λόγος που βγήκα (σ.σ. να μιλήσω) είναι για να αποδείξω πως δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι το ίδιο. Αυτό είναι μία εξαίρεση και όχι ο κανόνας».
Η δημόσια στάση της Ζέττας Μακρή
Με την απόφασή της να δημοσιοποιήσει την υπόθεση και να προχωρήσει σε καταγγελία, η Ζέττα Μακρή θέλησε να δώσει ένα ξεκάθαρο μήνυμα κατά της ανομίας και να διαχωρίσει τους επαγγελματίες δημοσιογράφους από ανάλογες μεμονωμένες περιπτώσεις. Η πράξη της δείχνει εμπιστοσύνη στους θεσμούς αλλά και τη διάθεση να προστατεύσει την πολιτική και κοινωνική αξιοπρέπεια από τέτοιες πρακτικές.