Με αίμα είχε βαφτεί το καλοκαίρι του 1967 ο κάμπος της Θεσσαλίας, όπου έκλεισε με έξι σφαίρες μια βεντέτα μεταξύ δυο οικογενειών.
Ένας 50χρονος πατέρας δολοφόνησε με κυνηγετική καραμπίνα τον αδελφό του δολοφόνου του μονάκριβου γιου του. Με τον τρόπο αυτό θέλησε να αποδώσει, όπως είπε, δικαιοσύνη για το χαμό του 25χρονου παιδιού του αφού τα δικαστήρια δεν μπόρεσαν.
Ο γιος του που ήταν δάσκαλος στο επάγγελμα είχε δολοφονηθεί από ένα 19χρονο συγχωριανό του για λόγους τιμής, όπως έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής, χωρίς να γίνουν γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες για τη βεντέτα.
Με την ιδέα της εκδίκησης να του έχει γίνει έμμονη σκέψη, ο 50χρονος πατέρας πήρε την καραμπίνα του και στο ίδιο ακριβώς σημείο που είχε δολοφονηθεί ο γιός του, έγραψε τον επίλογο της τραγωδίας.
Στράφηκε εναντίον του 31χρονου αδελφού του δολοφόνου του γιου του, «γαζώνοντας» τον με έξι σφαίρες. Τα χέρια του όπλισε η αθωωτική απόφαση που εξέδωσε το δικαστήριο για τους δράστες.
Απαλλάχθηκαν των κατηγοριών οι δράστες
Συγκεκριμένα, το θύμα είχε παραπεμφθεί σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου ως αυτουργός στο έγκλημα του αδελφού του σε βάρος του 25χρονου. Ωστόσο, απηλλάγη των κατηγοριών, όπως απηλλάγη και η αδελφή του για τα μάτια της οποίας έχασε τη ζωή του ο νεαρός δάσκαλος.
Αντίθετα, ο 19χρονος δράστης της δολοφονίας με την ίδια απόφαση καταδικάσθηκε σε κάθειρξη 21 ετών. Ακολούθησε και νέα δίκη καθώς η απόφαση του δικαστηρίου για τον πατέρα του δράστη κρίθηκε πεπλανημένη. Όμως και το δεύτερο δικαστήριο κατέληξε στην απαλλαγή του.
Το γεγονός αυτό θέριεψε τη φλόγα της εκδίκησης που έβραζε στη ψυχή του πατέρα του αδικοχαμένου δασκάλου, ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα πήρε το νόμο στα χέρια του και έριξε περισσότερο αίμα στη βεντέτα. Με το λεωφορείο της γραμμής έφτασε στο διπλανό χωριό, όπου κατοικούσε η οικογένεια του δολοφόνου του γιου του.
Ήταν η εποχή που στη Θεσσαλία μάζευαν το σιτάρι και ο 50χρονος το γνώριζε. Στους συγχωριανούς του, οι οποίοι τον ρώτησαν για το λόγο της αναχώρησής του από του από το χωριό, απάντησε ότι θα πήγαινε στο χωράφι του να θερίσει τα σπαρτά.
Η βεντέτα στον θεσσαλικό κάμπο
Όταν έφτασε έξω από το χωριό της οικογένειας του που ευθύνονταν για το χαμό του γιου του κατευθύνθηκε προς το χωράφι τους. Εκεί τους έστησε καρτέρι γνωρίζοντας ότι θα πήγαιναν για να θερίσουν σιτάρι. Κρυμμένος πίσω από ένα θάμνο τους περίμενε για το μεσημεριανό διάλλειμα ξεκούρασης.
Πράγματι η οικογένεια έκατσε να ξεκουραστεί κάτω από ένα δέντρο για περίπου μισή ώρα και όταν το «κολατσιό» και η ανάπαυσή τους τελείωσε πρώτος σηκώθηκε να συνεχίσει τη δουλειά ο 31χρονος αδελφός του δολοφόνου.
Τότε ο χαροκαμένος πατέρας τον πυροβόλησε τρεις φορές δίνοντας συνέχεια στη βεντέτα. Το θύμα μάλιστα στράφηκε προς το μέρος του. Εκείνος τον πυροβόλησε τρεις ακόμη φορές.
Ο νεαρός άνδρας έπεσε αμέσως νεκρός μπροστά στα μάτια του πατέρα του, της συζύγου του και των αδελφών του, οι οποίο παρακολούθησαν εμβρόντητοι τη σκηνή του εγκλήματος.
Εσάς δεν θα σας σκοτώσω. Θα σας αφήσω να τυραννιέστε όπως τυραννιέμαι και εγώ ένα χρόνο τώρα.
Μετά το έγκλημά του τρέχοντας ο 50χρονος κινήθηκε προς έναν λόφο, στον οποίο όταν έφτασε άρχισε να φωνάζει: «Εσάς δεν θα σας σκοτώσω. Θα σας αφήσω να τυραννιέστε όπως τυραννιέμαι και εγώ ένα χρόνο τώρα», είπε στην οικογένεια που είχε ανοίξει τη βεντέτα.
Λίγες ώρες αργότερα παραδόθηκε στις αστυνομικές αρχές, όπου και ομολόγησε το έγκλημά του.
Πηγή: thestandard.gr