Μια οικογενειακή τραγωδία στον Λουτρόπυργο της Νέας Περάμου αποκάλυψε ένα μακροχρόνιο ιστορικό βίας και παραμέλησης, με τους γείτονες να μιλούν για μια εξέλιξη που έμοιαζε αναμενόμενη.
«Θα με σκοτώσει»: Οι φόβοι που προηγήθηκαν
Οι λεπτομέρειες που αποκαλύπτονται μετά το φονικό σοκάρουν αλλά δεν προκαλούν έκπληξη στους κατοίκους της περιοχής. Μαρτυρίες γειτόνων σκιαγραφούν μια σκοτεινή εικόνα για τις συνθήκες διαβίωσης των δύο αδελφών, που ζούσαν σε καθεστώς καθημερινού φόβου και έντασης.
«Καθημερινά υπήρχαν φασαρίες», λένε οι γείτονες. «Είχαν μαλώσει άγρια πολλές φορές και ο ένας είχε προσπαθήσει να στραγγαλίσει τον άλλον», καταγγέλλουν, τονίζοντας πως η ένταση κρατούσε εδώ και δεκαπέντε χρόνια.
Όπως αποκαλύπτει κάτοικος της περιοχής, το θύμα εξέφραζε συχνά τον φόβο του για τη ζωή του:
«Εμένα μου έλεγε το θύμα πολλές φορές ότι κινδυνεύει από τον μικρό, ότι θα τον σκοτώσει».
Ποινή με αναστολή μετά από επίθεση
Ένα παλαιότερο περιστατικό είχε οδηγήσει τα δύο αδέλφια στα δικαστήρια, όταν ο δράστης φέρεται να είχε επιτεθεί με τέτοια αγριότητα στον αδελφό του, ώστε του έκοψε την ανάσα. Το αποτέλεσμα ήταν μια καταδίκη με διετή αναστολή. Για όσο ίσχυε η ποινή, η κατάσταση ηρέμησε προσωρινά, αλλά μόλις εξέπνευσε η περίοδος, οι εντάσεις αναζωπυρώθηκαν.
Η αγωνία πριν το μοιραίο
Σύμφωνα με συγκλονιστική μαρτυρία, το θύμα προσπαθούσε να αποφεύγει το σπίτι και κοιμόταν σε στάσεις λεωφορείων ή φιλοξενούνταν προσωρινά, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να προστατεύσει τον εαυτό του.
«Δεν θα πάω πάνω, γιατί αν πάω θα τον σκοτώσω», φέρεται να είχε πει πρόσφατα, δείχνοντας την απόγνωσή του και τον φόβο για μια πιθανή σύγκρουση που δεν θα είχε επιστροφή. Οι γείτονες σχολίασαν με πικρία: «Τελικά έγινε το αντίθετο».
Μια οικογένεια σε πλήρη παρακμή
Η εικόνα στο εσωτερικό του σπιτιού, όπως περιγράφεται από τους γείτονες, προκαλεί θλίψη. Οι δύο αδελφοί ζούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες. Η Πρόνοια παρείχε συσσίτιο, ενώ ο ένας από τους δύο ζητιάνευε για να επιβιώσει. Ο άλλος έπιανε περιστασιακές δουλειές, όταν και όποτε μπορούσε.
Στήριγμα της οικογένειας προσπαθούσε να είναι ο τρίτος αδελφός, που εργάζεται και φρόντιζε όσο μπορούσε τα δύο αδέλφια του. Αντίστοιχα, η μητέρα τους, η οποία έχει πλέον φύγει από τη ζωή, περιγράφεται ως μια γυναίκα-στήριγμα που εργαζόταν αδιάκοπα από το πρωί μέχρι το βράδυ για να τους συντηρήσει.
Καθυστέρηση των αρχών και χαμένο στήριγμα
Παρά τις συνεχείς προσπάθειες των γειτόνων και της εκκλησίας να παρέμβουν, καμία λύση δεν βρέθηκε. Ο δράστης είχε οδηγηθεί και σε ψυχίατρο, τον οποίο μάλιστα φέρεται να είχε επιτεθεί.
«Ήταν άκρως επιθετικοί και επικίνδυνοι. Ο χρόνος άργησε να φέρει αυτό που έγινε, εφόσον δεν επενέβησαν άλλες δυνάμεις να το σταματήσουν», τόνισαν οι κάτοικοι, καταγγέλλοντας την απουσία σοβαρής παρέμβασης από την πολιτεία και τη διαχρονική υποτίμηση της ανάγκης για ψυχιατρική φροντίδα.
