Η σεξουαλική βία κατά των Ελληνοκυπρίων γυναικών από Τούρκους στρατιώτες το 1974 αποτελεί μια από τις πιο σκληρές και αποσιωπημένες πτυχές της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Πενήντα χρόνια μετά, η μνήμη των εγκλημάτων αυτών παραμένει ζωντανή, με θύματα που ακόμα παλεύουν να γιατρέψουν τις πληγές τους.
Ο βιασμός ως εργαλείο ταπείνωσης και πολέμου
Η Άννα Αριστοτέλους, επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων, Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων της Κυπριακής Προεδρίας, τόνισε πως οι μαρτυρίες αποκαλύπτουν φρικτά εγκλήματα, όχι μόνο κατά γυναικών αλλά και ανδρών. Οι περιπτώσεις ανηλίκων, ηλικιωμένων και η χρήση του βιασμού ως μέσο μαζικής ταπείνωσης αποδεικνύουν πως επρόκειτο για συστηματική πρακτική. Μίλησε για συνεχόμενους, ομαδικούς βιασμούς που φαίνεται να έγιναν με σχέδιο.
«Η εξομολόγηση ενός θύματος βιασμού είναι κάτι τρομερά δύσκολο. Είναι ένα δράμα που αυτά τα πρόσωπα κουβαλούν μέσα τους χωρίς να το μοιράζονται με κανέναν», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων παραμένει άγνωστος
Η Αριστοτέλους ξεκαθάρισε πως δεν υπάρχει ακριβής αριθμός θυμάτων. Οι δηλωμένες περιπτώσεις υπολογίζονται περίπου στις χίλιες, όμως είναι βέβαιο ότι τα πραγματικά περιστατικά είναι πολλαπλάσια, αφού πολλές γυναίκες επέλεξαν τη σιωπή.

«Υπάρχουν γυναίκες που βιάστηκαν μπροστά στους γονείς τους, στα παιδιά τους, στους συζύγους τους», περιέγραψε. Τα περιστατικά σημειώνονταν συχνά σε εκκλησίες, αποθήκες, σπίτια, ακόμα και στους δρόμους. Οι στρατιώτες διαχώριζαν άνδρες από γυναίκες και παιδιά και τα μετέφεραν σε χώρους όπου διαπράττονταν οι βιασμοί. Η συμπεριφορά απέναντι στα θύματα ήταν απάνθρωπη και βασανιστική.
«Βασανιστήρια που ο νους δεν μπορεί να συλλάβει»
«Ο εξευτελισμός αυτών των γυναικών ήταν τέτοιος που δεν περιγράφεται. Δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσουν την ένταση και τη φρίκη αυτών των εγκλημάτων», τόνισε η Αριστοτέλους. Οι βιασμοί αυτοί διαπράχθηκαν όχι μόνο από Τούρκους στρατιώτες, αλλά και από Τουρκοκύπριους, σύμφωνα με τις καταγεγραμμένες μαρτυρίες.
Δεύτερη κόλαση: η κοινωνική απόρριψη
Οι γυναίκες αυτές, ακόμα και όταν επέζησαν από τον εφιάλτη της εισβολής, βρέθηκαν αντιμέτωπες με έναν δεύτερο, σιωπηλό πόλεμο: τον κοινωνικό αποκλεισμό. Όπως ανέφερε η Αριστοτέλους, «η κοινωνία της Κύπρου αντιμετώπισε αυτά τα θύματα σαν να ήταν μιάσματα. Ήταν ντροπή για την οικογένεια να παραδεχτεί ότι κάποιο μέλος της υπέστη βιασμό».
Τα ίδια τα θύματα γνώριζαν πως μια τέτοια παραδοχή θα οδηγούσε σε απομόνωση και περιθωριοποίηση. «Ήταν οι “ατιμασμένες”, οι “παρακατιανές του χωριού”», είπε χαρακτηριστικά. «Δείχνονταν με το δάχτυλο, σαν να έφταιγαν οι ίδιες».

Οι δραματικές συνέπειες στις ζωές των θυμάτων
Η κοινωνική κατακραυγή είχε απτές συνέπειες: γυναίκες εγκαταλείφθηκαν από τους άνδρες τους, τις οικογένειές τους, αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό ή να απομονωθούν. Πολλές έφυγαν από τη ζωή χωρίς ποτέ να μιλήσουν για το τι τους συνέβη. «Πλήρωσαν ένα τίμημα που δεν άξιζαν», σημείωσε η Αριστοτέλους, υπογραμμίζοντας πως τα εγκλήματα αυτά συνιστούν κατάφωρες παραβιάσεις του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου.
Τα παιδιά των βιασμών και η σιωπή που επιμένει
Η Αριστοτέλους ανέφερε επίσης πως υπάρχουν γυναίκες που έμειναν έγκυες από τους βιασμούς και προχώρησαν είτε σε αποβολές είτε γέννησαν τα παιδιά. Σε πολλές περιπτώσεις, η εγκυμοσύνη ήταν επιδίωξη των βιαστών, ως μέρος ενός ψυχολογικού πολέμου. Υπάρχουν σήμερα γυναίκες που δεν έχουν μιλήσει ούτε στα μέλη της οικογένειάς τους για τα γεγονότα του 1974.
Το Γραφείο Ανθρωπιστικών Θεμάτων παραμένει στη διάθεση των γυναικών αυτών. Όπως δήλωσε η επικεφαλής του, «ακόμα και τώρα, πενήντα χρόνια μετά, η πόρτα μας είναι ανοιχτή για όσες νιώσουν την ανάγκη να μιλήσουν».
Τώρα όλες οι ειδήσεις του alldaynews.gr στο Google News.
To «alldaynews.gr» αποποιείται κάθε ευθύνη από τις αναδημοσιεύσεις άρθρων τρίτων ιστοσελίδων, για τα οποία (άρθρα) την ευθύνη την έχει ο υπογράφων ως πηγή.