«Με έβαζε να τρώω για να παχύνω και να μην αρέσω στους άντρες. Έφτασα 140 κιλά κι αυτός τρώει απ’τα σκουπίδια»

παχύνω

Σοκάρει η παρακάτω κατάθεση ψυχής μιας γυναίκας που έφτασε 140 κιλά επειδή της το επέβαλλε ο σύζυγός της και η αρρωστημένη ζήλεια του.

«Τον είδα και τρελάθηκα. Εγώ 20 αυτος 39. Κεραυνοβόλος έρωτας, τρέλα, αρρώστια.

Μετά από 3 μήνες σχέσης, μας ανακάλυψαν οι δικοί μου και έγινε χαμός, κλειστή κοινωνία βλέπετε. Πυρ και μανία, ειδικά με τη διαφορά ηλικίας. Η λύση ήταν μονόδρομος.

Πέταξα στα σύννεφα όταν μου έκανε πρόταση γάμου. Οι δικοί μου, ούτε που να ακούσουν, αλλά ήμουν ενήλικη και δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα.

Ο γάμος μας ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου μέχρι τότε, πραγματικά πετούσα από ευτυχία. Ένα μήνα μετά έμεινα έγκυος, επέμενε πολύ για παιδί παρ’ όλο που εγώ ήθελα να περιμένουμε λίγο να τελειώσω τις σπουδές μου. Μόλις έμεινα έγκυος, πήρε μετάθεση για Αθήνα. Παράτησα τις σπουδές μου για να κάνουμε μια σωστή οικογένεια και τον ακολούθησα. Ακόμα και τότε οι γονείς μου δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτό τον γάμο ειδικά όταν άφησα τις σπουδές μου, πήγαν να πεθάνουν αλλά δεν άκουγα τίποτα.

Πήγαμε στην Αθήνα, όλα δύσκολα στην αρχή, ήμουν έγκυος, δεν είχα και παρέες, αυτός έλειπε στη δουλειά πολλές ώρες, οπότε το περνούσα μόνη μου. Μόλις γέννησα τον μικρό και το παιδί άρχισε να μεγαλώνει, άρχισα και εγώ να βγαίνω και να κάνω παρέες στις παιδικές χαρές, στους παιδότοπους και μετά στο νήπιο που ξεκίνησε να πηγαίνει.

Η αρχή του κακού

Ο πρώτος σοβαρός καβγάς ήταν επειδή άργησα να γυρίσω από την παιδική χαρά που είχα πάει τον μικρό και είχε νυχτώσει. Έφαγα δύο τρανταχτά χαστούκια κι έμεινα εκεί να τον κοιτάζω παγωμένη. Δεν πίστευα τι μου συνέβαινε. “Ορίστε μας, ήρθαμε στην Αθήνα και αντί να κοιτάς το σπίτι σου κοιτάς τις φιλενάδες. Και πώς έχεις γίνει έτσι, πώς έχεις σκευρώσει; 45 κιλά έγινες, από αύριο θα τρως αυτά που σου φέρνω εγώ. Βρώμη, ολικής άλεσης και μ*****ες κομμένες”, φώναξε. Μου φάνηκε αστείο, τραγελαφικό και μου ξέφυγε ένα γέλιο που το διέκοψε μια κλωτσιά στην τομή της καισαρικής. Πού να φανταστώ τι μαρτύριο με περίμενε…

Την άλλη μέρα ήρθε σπίτι το μεσημέρι με 3 τσάντες γεμάτες πιτόγυρα και πίτσες. “Θα κάτσεις να φας” μου είπε αυστηρά. “Νίκο είσαι άρρωστος” του είπα και έγινε έξαλλος. Με γράπωσε από τον λαιμό και μου είπε “θα τα φας όλα, αν νομίζεις ότι εδώ που ήρθαμε εγώ θα δουλεύω κι εσύ θα γυρνάς και θα σε κοιτάνε γελιέσαι. Θα τα φας όλα και κάθε μέρα θα τρως αυτά και άλλα τόσα, αλλιώς θα σε μπουκώνω με το ζόρι”. Τρόμαξα, το μάτι του είχε κάτι το δολοφονικό. Ξεκίνησα να τρώω, στο τρίτο σουβλάκι έκανα εμετό και με έβαλε να φάω τον εμετό μου. Έκλαιγα, τα δάκρυά μου κυλούσαν καυτά στα μαγουλά μου, ήθελα να πάρω τους δικούς μου να με σώσουν αλλά φοβόμουν ότι θα με έδιωχναν.

«Από 45 κιλά έφτασα να ζυγίζω 140»

Κάθε μέρα έφερνε φαγητά και γλυκά απ’ έξω, ό,τι πιο παχυντικό και με ανάγκαζε να τα φάω μέχρι την τελευταία μπουκιά. Στην αρχή το ξερνούσα, αλλά μετά το στομάχι μου συνήθισε και ζητούσε κι άλλο. Σαν ένα μαρτύριο σιωπηρό, ήξερα ότι θα έρθει στις 2 ή στις 6 από τη δουλειά, θα φέρει δύο τσάντες φαγητό και θα κάτσω μπροστά του να τα φάω. Σαν καλό σκυλί που κάνει ό,τι του λέει το αφεντικό του. Μόλις τελείωνα το φαγητό, έπεφτα για ύπνο. Σταμάτησα να πηγαίνω παιδική χαρά, άρχισα να μην μπορώ να αναπνεύσω και να ανέβω δυο σκαλιά. Από 45 κιλά έφτασα να ζυγίζω 140. Δεν ήμουν εγώ. Το φρέσκο κορίτσι με τα μακριά μαλλιά κοιμόταν σε λήθαργο, στο σώμα μιας κοπέλας με κοντοκουρεμένο αγορίστικο μαλλί που ήταν 23 και έμοιαζε 53. Όμως το παιδί μου δεν έβλεπε καβγάδες και ξύλο.

Ο κόμπος έφτασε στο χτένι

Μια μέρα άνοιξα την πόρτα και έπεσα πάνω στη μητέρα μου. “Συγγνώμη κυρία μήπως ξέρετε πού μέν….κορίτσι μου! ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΟΥ ΤΙ ΣΟΥ ΣΥΝΕΒΗ; ΤΙ ΕΠΑΘΕΣ; ΓΙΑΤΙ;” σάστισε η μητέρα μου που έτσι που με είδε, με πέρασε για άλλη. Κλαίγοντας της είπα “Μαμά σώσε με θα πεθάνω εκεί μέσα” και πράγματι με πήρε και φύγαμε για το νησί, ούτε ρούχα πρόλαβα να πάρω ούτε του παιδιού. Έφυγα με τις παντόφλες και το μωρό στην αγκαλιά, μπήκαμε στο πρώτο καράβι που είχε δρομολόγιο για το νησί και φύγαμε. Η μάνα μου, με έβλεπε μια βδομάδα στον ύπνο της να τρώω λέει του σκασμού και να πιάνω την καρδιά μου σαν να πάθαινα έμφραγμα. Το προφητικό της όνειρο, μου έσωσε τη ζωή.

Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι πέρασα, τι απειλές και τι δικαστήρια, θέλω 50 σελίδες να εξηγώ. Σήμερα θα σας πω ότι εκτός που έχασα όλα τα κιλά και είμαι υγιής, καμαρώνω το παιδί μου που πλέον πάει Γυμνάσιο, έχω ξαναπαντρευτεί και σπουδάζω στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Όσο για τον άλλον, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για το παιδί, ούτε που μένει έμαθα ποτέ, έχασα τα ίχνη του ξαφνικά.

Το μόνο που έμαθα τυχαία κάποια στιγμή, είναι ότι τον είδαν στην Ομόνοια να τρώει από τους κάδους.

Θεία δίκη; Δεν θέλω να πω κάτι τόσο βαρύ. Αλλά ναι η ζωή επιστρέφει ό,τι κάνεις με τον ιδιο ακριβώς τρόπο.

Ισιδώρα».

Exit mobile version