“Λύγισαν τα πόδια, έτρεμαν τα χέρια μου και δεν μπορούσα να κρατήσω το τιμόνι από τη μεγάλη συγκίνηση που με διαπέρασε, όταν το 1990, για πρώτη φορά, διέσχισα με το αυτοκίνητό μου τα σύνορα της Ελλάδας.
Σταμάτησα στην άκρη του δρόμου να πάρω αναπνοές…”.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο ομογενής επιχειρηματίας, Ιβάν Σαββίδης, ξετυλίγει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ το “κουβάρι” των αναμνήσεών του από την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα.
Η συνέντευξη έγινε στην έδρα του Ιβάν Σαββίδη, την πόλη Ροστόφ επί του Ντον, μετά τη συνεδρίαση του συμβουλίου της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων της Ρωσίας, που ήταν αφιερωμένη στην 25η επέτειο του ελληνικού κινήματος της Ρωσίας, αλλά και μία ημέρα μετά το επιστημονικό συνέδριο με θέμα “Ο Ρόλος των Ελλήνων στην ιστορία της Ρωσίας“, που πραγματοποιήθηκε στη γειτονική πόλη Ταϊγάνιο (Ταγκανρόγκ).
“Είμαι περήφανος, που ύστερα από χρόνια έφτασα σ’ ένα σημείο στη ζωή μου να συμβάλω οικονομικά αλλά και με την παρουσία μου στον απανταχού Ελληνισμό, στη διάσωσης της ιστορίας και της ποντιακής γλώσσας, αλλά και στην προώθηση, στη Ρωσία, της νεοελληνικής γλώσσας“, λέει ο επιχειρηματίας και πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων της Ρωσίας.
Προς αυτή την κατεύθυνση, ο κ. Σαββίδης ετοιμάζεται να αγοράσει μια μεγάλη κατασκήνωση στην Ελλάδα, όπου παιδιά από 8-11 χρονών θα μαθαίνουν ελληνικά σε φυσικό περιβάλλον, δηλαδή στην Ελλάδα.
“Να μαθαίνουν να τη μιλούν τη γλώσσα την ελληνική στην καθημερινότητά τους“, εξηγεί ο κ. Σαββίδης, που θεωρεί ζωτικής σημασίας το θέμα της προώθησης του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας.
“Μπορεί να μην μιλάω ελληνικά -δεν μου δόθηκε ευκαιρία όταν ήμουν μικρός- μου δίνει, όμως, μεγάλη χαρά να τη μάθουν όλα τα ελληνόπουλα της Ρωσίας“, λέει.
Από κάθε γωνιά της Ρωσίας ήρθαν οι Έλληνες στο συνέδριο. Εδώ, πριν από 100 χρόνια, το καλοκαίρι το 1917, πραγματοποιήθηκε το Πρώτο Πανρωσικό Κογκρέσο των Ελλήνων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που διήρκεσε δύο εβδομάδες.
“Νιώθουμε συνεχιστές των αποφάσεων του Πρώτου Πανρωσικού Κογκρέσου των Ελλήνων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Τότε, πριν από έναν αιώνα, εδώ, στην πόλη Ταγκανρόγκ έφτασαν εκπρόσωποι των πιο επιφανών ελληνικών οικογενειών. Κύριος στόχος του Κογκρέσου ήταν η ίδρυση μιας ενιαίας οργάνωσης, της Ένωσης Ελλήνων Ρωσίας, που θα προωθούσε τα συμφέροντα του ελληνικού λαού“, λέει ο κ. Σαββίδης.
“Εκατό χρόνια μετά”, προσθέτει, “μιλάμε πάλι για την ενότητα των Ελλήνων, ξανά για τον ρόλο του ελληνικού λαού στην ιστορία της Ρωσίας και την προώθηση της ελληνικής γλώσσας, τη διατήρηση του πολιτισμού μας.
Χαίρομαι που σήμερα είμαστε οι συνεχιστές αυτών των μεγάλων παραδόσεων, του έργου που ξεκίνησαν οι πρόγονοί μας. Τελούμε σημαντικό έργο προς αυτήν την κατεύθυνση.
Λαμβάνουμε σημαντικές πρωτοβουλίες, χτίζουμε ναούς, ιδρύουμε νέα σχολεία. Αλλά όλα αυτά δεν είναι αρκετά.
Δεν θα σταματήσουμε εδώ. Σήμερα στη Ρωσία ζουν περισσότεροι από 100.000 Έλληνες, των οποίων η φωνή πρέπει να ακουστεί“.
Στη φράση “στον ουρανό ο Θεός και στη γη η Ελλάδα“, ο Ιβάν Σαββίδης συμπυκνώνει τα συναισθήματά του και σημειώνει:
“Έκανα και κάνω προσπάθειες να βοηθήσω. Τελευταία κάποιοι με παρεξηγούν στην Ελλάδα. Αυτό με απογοητεύει, με πικραίνει, αλλά είμαι ειλικρινής απέναντι στον λαό και τον Θεό. Δυστυχώς, αυτά που γνωρίζω με το πέρασμα του χρόνου στην Ελλάδα, αυτά που δεν μου αρέσουν, μου χαλούν το όνειρο γι’ αυτήν. Κάποιες στιγμές, λέω …να φύγω. Να φύγω για να μου μείνουν τα τρυφερά αισθήματα, που ακόμη έχω για την Ελλάδα“.
Μεγάλο όραμά του, όπως λέει, είναι η ενότητα του ελληνισμού όπου γης.
“Οι Έλληνες της Διασποράς, Μακεδόνες- Θράκης, Ηπειρώτες, φυσικά και Πόντιοι, να είμαστε μαζί, μια δύναμη πνευματική- οικονομική -ελληνική. Δεν ξέρω αν όλο αυτό, που θέλω θα το πετύχω, αλλά επαναλαμβάνω, ότι είναι ένα όνειρο και ένας πόνος: να είμαστε μαζί ενωμένοι“.
Για το τέλος της συνέντευξης, ο Ιβάν Σαββίδης επιφυλάσσει μια ιστορία:
“Θυμάμαι μια φόρα, τυχαία, βρέθηκα στο Κιλκίς, είχα χάσει τον δρόμο μου… Ήταν στα πρώτα χρόνια μου στην Ελλάδα. Βρέθηκα σε έναν λόφο, σαν παρχάρι.
Οι ανθρώπων χόρευαν ποντιακά, κάνοντας ένα τεράστιο κύκλο. Ήταν ο χορός που χόρευα και εγώ στη Σάντα. Μου φάνηκε το σκηνικό φανταστικό. Να χορεύει τόσος κόσμος αυτό που χόρευα κι εγώ!
Αισθάνθηκα απόλυτα ευτυχισμένος να βλέπω Έλληνες χέρι – χέρι, ελεύθερους και ευτυχισμένους. Δάκρυσα, αλλά κρατήθηκα να μην κλάψω από μεγάλη συγκίνηση.
Από εκείνη τη στιγμή έπαψα να νιώθω ξένος στην Ελλάδα. Και το μοναδικό θέλημά μου, το “συμφέρον” μου, είναι το συμφέρον του Έλληνα που επιστρέφει πάντα στην Ιθάκη του, επιστρέφει εκεί που τον περιμένουν“.
Πηγές: Thestival, ΑΠΕ-ΜΠΕ