“Ήθελα να πάω πίσω να του πω αυτό που έγινε κι αντί να τον δω, αντίκρισα τα κομμάτια του” περιγράφει ο Θοδωρής Κατσαφάδος.
Σε μια εξομολόγηση ψυχής προχώρησε ο Θοδωρής Κατσαφάδος, αυτή την εβδομάδα, μιλώντας στη δημοσιογράφο Σίσσυ Μενεγάτου και την εφημερίδα On Time Σαββατοκύριακο. Ο δημοφιλής καλλιτέχνης αναφέρθηκε με λεπτομερείς περιγραφές στον χαμό του αδελφού του τον οποίο και δεν μπορεί να διαχειριστεί μέχρι σήμερα.
Όλο αυτό που έζησες με τον αδελφό σου μοιάζει με ταινία φρίκης. Δεν το χωράει ανθρώπινος νους.
Ναι. Ακριβώς. Είναι κάτι σοκαριστικό. Ο θάνατος είναι φυσιολογικός, ο τεμαχισμός δεν είναι. Μάλιστα, ο διαμελισμός του σώματος ενός δικού σου ανθρώπου μπροστά σου είναι κάτι που δεν μπορεί ο εγκέφαλος να το διαχειριστεί, πόσω μάλλον εγώ, που ήμουν ένα παιδάκι εννέα ετών, να δω μπροστά μου διάσπαρτα τα κομμάτια του σώματος του αδελφού μου. Ο Παναγιώτης μου ήταν ο προστάτης μου. Ο άγγελος μου. Αυτό είναι κάτι που σε σημαδεύει για όλη σου τη ζωή.
Έγινε την Πρωτομαγιά του ’63, το συζητάμε τώρα και πραγματικά είναι σαν να έγινε χθες. Θυμάμαι κάθε στιγμή. Εκείνο το τελευταίο δευτερόλεπτο που με κοίταξε έξω. Αυτό είναι έξω από τη λογική. Είναι πολύ σκληρό. Πίσω από το ιερό της μικρής εκκλησίας του χωριού, που είναι αφιερωμένη στην Παναγία, παίχτηκε ένα αληθινό δράμα ζωής και θανάτου. Εκεί σε ένα μεγάλο οικόπεδο, ήταν Πρωτομαγιά του 1963, δεν είχαμε σχολείο, στήναμε έναν πάγκο με ζαρζαβατικά και παίζαμε τους μπακάληδες και μέσα σε αυτά τα κονσερβοκούτια με τα οποία παίζαμε – γιατί παιχνίδια δεν είχαμε – βρήκα κι εγώ αυτό το σιδερικό και το χτυπούσαμε πότε εγώ και πότε ο αδελφός μου.
Σώθηκα από τον τοίχο της εκκλησίας. Έστριψα για δευτερόλεπτα. Έγινε η έκρηξη. Ο φοβερός κρότος. Εγώ δεν είχα καταλάβει τι έγινε, ήθελα να πάω πίσω στον αδελφό μου να του πω αυτό που έγινε. Κι αντί να δω τον αδελφό μου, αντίκρισα τα κομμάτια του.