Το εμβόλιο της Pfizer μετά από εμβολιασμό με AstraZeneca στην πρώτη και δεύτερη δόση μπορεί να οδηγήσει σε ελαφρώς πιο έντονες παρενέργειες.
Όπως ανακοινώθηκε σήμερα το απόγευμα κατά τη διάρκεια της έκτακτης ενημέρωσης από το Υπουργείο Υγείας, μειώνεται στους τρεις μήνες για όλους τους ενήλικες το διάστημα μεταξύ 2ης και 3ης δόσης. Η τρίτη δόση όπως γίνει ήδη γνωστό θα γίνεται με τα σκευάσματα είτε της Pfizer είτε της Moderna.
Στις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες από την χορήγηση της τρίτης, αναμνηστικής, δόσης του εμβολίου για τον κορωνοϊό, είχε αναφερθεί σε προηγούμενη ενημέρωση και η Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου.
Όπως εξήγησε η Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, επειδή ένας παράγοντας που αναστέλλει πολλούς για τον εμβολιασμό με την τρίτη δόση είναι οι πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες υπενθύμισε πως οι συχνότερες είναι απλές δηλαδή αυτές που έχουν ζήσει όλοι με τον εμβολιασμό των παιδιών τους.
Οι πιθανές παρενέργειες της τρίτης δόσης του εμβολίου:
- Πόνος στο σημείο της ένεσης,
- κόπωση,
- κεφαλαλγία,
- μυϊκός πόνος,
- σπανιότερα αρθραλγίες που διαρκούν μία έως δύο μέρες και αντιμετωπίζονται εύκολα με ένα αντιπυρετικό αναλγητικό φάρμακο,
- μικρή πιθανότητα εμφάνισης διόγκωσης των μασχαλιαίων λεμφαδένων από 1-4 εβδομάδες και υποχωρεί χωρίς ειδική θεραπεία.
Σύμφωνα με νέα δεδομένα από την υπό εξέλιξη μελέτη Com-COV από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης υποδεικνύουν ότι το εμβόλιο της Pfizer μετά από εμβολιασμό με AstraZeneca στην πρώτη και δεύτερη δόση μπορεί να οδηγήσει σε ελαφρώς πιο έντονες παρενέργειες.
Στη μελέτη Com-COV συμμετείχαν 830 εθελοντές άνω των 50 ετών στην Αγγλία, οι οποίοι είχαν λάβει είτε δύο δόσεις εμβολίου AstraZeneca ή Pfizer είτε μία δόση από το ένα σκεύασμα και μία από το άλλο και ρωτήθηκαν πώς ένιωθαν επτά ημέρες μετά τη δεύτερη δόση.
Από όσους είχαν κάνει πρώτη δόση AstraZeneca και δεύτερη Pfizer, περίπου το 78% παρουσίαζε κόπωση, ποσοστό που περιορίστηκε στο 53% στην περίπτωση των δύο δόσεων με Pfizer. Επίσης, το 65% υπέφερε από πονοκεφάλους μετά τον εμβολιασμό με δυο διαφορετικά σκευάσματα, συγκριτικά με το 42% που έκανε το ίδιο εμβόλιο.
Επίσης, όσοι είχαν κάνει δύο διαφορετικά εμβόλια ανέφεραν συχνά πόνο στις αρθρώσεις, πυρετό και μυαλγίες, αλλά οι παρενέργειες παρέμεναν ήπιες και δε διαρκούσαν περισσότερο από 48 ώρες.
Το συμπέρασμα αυτό είναι συναφές με την ανάλυση των δεδομένων από τη μελέτη Zoe Covid Symptom, η οποία βρήκε λιγότερες παρενέργειες στον γενικό πληθυσμό για τα εμβόλια Pfizer και AstraZeneca από ό,τι ανέφεραν οι εταιρείες στις κλινικές δοκιμές.
Η μελέτη βρήκε ότι ένας στους τέσσερις ανθρώπους βιώνουν «ήπιες, σύντομες» παρενέργειες –πόνο στο σημείο της ένεσης, κόπωση, πονοκέφαλο- μετά τον εμβολιασμό είτε με το ένα ειτε με το άλλο εμβόλιο. Τα περισσότερα συμπτώματα έφταναν στην κορύφωσή τους 24 ώρες μετά τον εμβολιασμό και συνήθως διαρκούσαν μία έως δύο ημέρες.
Τέλος, τα ευρήματα από τη μελέτη Com-COV που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο έδειξαν ότι ενώ οι δύο δόσεις του εμβολίου της Pfizer παρήγαγαν τα υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων κατά της COVID-19, μία δόση του εμβολίου της AstraZeneca και μία της Pfizer είχε σχεδόν παρόμοιο επίπεδο προστασίας.
Σε ξεχωριστή έρευνα που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, οι ενισχυτικές δόσεις αποδείχθηκε ότι προσφέρουν πάνω από 90% προστασία έναντι της συμπτωματικής λοίμωξης στους ενηλίκους άνω των 50 ετών. Συγκεκριμένα, η μελέτη έδειξε ότι δύο εβδομάδες μετά τη λήψη της ενισχυτικής δόσης της Pfizer, η προστασία από συμπτωματική λοίμωξη ήταν 93,1% σε όσους είχαν λάβει αρχικά το εμβόλιο της AstraZeneca και 94% σε όσους είχαν λάβει το Pfizer/BioNTech.