Η άρνηση της ΕΕ να συμφωνήσει με την Ελλάδα δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά της και, εάν το αδιέξοδο καταλήξει σε καταστροφή, θα ευθύνονται περισσότερο η Γερμανία και οι υποστηρικτές της, παρά η Ελλάδα, τονίζει το πρακτορείο Bloomberg σε άρθρο γνώμης του με τίτλο: «Η Ευρώπη και η Ελλάδα βρίσκονται σε πόλεμο για το τίποτε».
Το άρθρο κάνει λόγο για «βλακώδη αυστηρότητα» της Γερμανίας που απαιτεί από την ελληνική κυβέρνηση να αθετήσει απροκάλυπτα όλες τις προεκλογικές υποσχέσεις της και σημειώνει πως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε «φαίνεται ότι νομίζει πως οι Έλληνες ψηφοφόροι πρέπει να τιμωρηθούν για την έλλειψη κρίσης τους».
Αναλυτικά, το άρθρο αναφέρει τα εξής:
«Ακόμη και με τα απαιτητικά πρότυπα της ευρωπαϊκής δυσλειτουργίας, είναι εντυπωσιακή η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση μεταξύ της Ελλάδας και των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Ως προς την ουσία, η διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών έχει μειωθεί σχεδόν σε τίποτε – παρά ταύτα, το αδιέξοδο και ο κίνδυνος μίας νέας οικονομικής κρίσης συνεχίζονται, ως εάν η διαφορά να ήταν τεράστια. Η ΕΕ δεν στηρίζει το μέλλον της νομισματικής ένωσής της σε αρχές, αλλά στη σημασιολογία.
Αρχικά, η ευθύνη ήταν της νέας ελληνικής κυβέρνησης που έδωσε παρακινδυνευμένες προεκλογικές υποσχέσεις και τις παρουσίασε στους εταίρους της στην ΕΕ ως μη διαπραγματεύσιμες. Έκτοτε, έχει υποχωρήσει πολύ, ιδιαίτερα με την άρση της απαίτησης για μεγάλες διαγραφές του χρέους. Τώρα, θέλει ένα νέο πρόγραμμα στήριξης με πιο ήπιους όρους και μία προσωρινή συμφωνία για να γεφυρώσει το χρηματοδοτικό κενό μεταξύ της σημερινής και της νέας συμφωνίας. Όπως αναφέρεται, είναι διατεθειμένη να αποκαλέσει αυτή τη γέφυρα «παράταση».
Με τη γερμανική κυβέρνηση να ηγείται της απαίτησης για αυστηρή συμμόρφωση, η ευρωπαϊκή αντίδραση ήταν ότι το τρέχον πρόγραμμα πρέπει να ολοκληρωθεί με επιτυχία, ίσως με κάποια ευελιξία, πριν συζητηθεί οτιδήποτε άλλο. Εδώ είναι, λοιπόν, το παζλ. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ μίας παράτασης που θα αποτελεί γέφυρα σε ένα νέο πρόγραμμα και μίας παράτασης με ευελιξία, με την εκκρεμότητα της συμφωνίας για ένα νέο πρόγραμμα; Για έναν λογικό παρατηρητή, είναι πολύ μικρή για να ενδιαφερθεί. Εξαιτίας, ωστόσο, της διαφοράς αυτής, ό,τι και να μπορεί να είναι αυτή, το σύστημα του ευρώ απειλείται με διάσπαση. Είναι περίεργο ότι οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι εκφράζουν όλο και περισσότερο απογοήτευση με το όλο σχέδιο;
Η κατάσταση είναι ακόμη πιο παράλογη, επειδή οι λεπτομέρειες των όποιων προσωρινών όρων δεν ενδιαφέρουν, ούτως ή άλλως, πολύ. Αυτό που έχει σημασία είναι οι όροι της νέας μακροπρόθεσμης συμφωνίας, την οποία η ΕΕ αρνείται να συζητήσει έως ότου η Ελλάδα συνθηκολογήσει. Η ανάγκη μίας νέας συμφωνίας δεν αμφισβητείται σοβαρά. Το υφιστάμενο πρόγραμμα διάσωσης επέβαλε με υπερβολική αυστηρότητα μία δημοσιονομική σύνθλιψη, η οποία δεν επέτρεψε την ανάπτυξη. Για τον λόγο αυτό, το βάρος του χρέους της Ελλάδας δεν ήταν δυνατό να μειωθεί, όπως ήταν ο στόχος, ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Το λάθος αυτό έχει αναγνωρισθεί ευρύτερα, μεταξύ άλλων και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ενός από τους αρχιτέκτονες του σχεδίου) και από άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Η διαμόρφωση των νέων όρων δεν θα είναι εύκολη, αλλά το επιχείρημα για ένα πιο ήπιο πρόγραμμα είναι συντριπτικό. Οι Έλληνες πολίτες έχουν ήδη υποφέρει πολύ. Το ΑΕΠ είναι 25% χαμηλότερο από το υψηλό του επίπεδο πριν την κρίση και η ανεργία βρίσκεται στο 25%. Η συμμόρφωση της χώρας με τους όρους του υφιστάμενου προγράμματος, αν και απέχει πολύ από το να είναι πλήρης, ήταν εντυπωσιακή. «Η Ελλάδα κατάφερε να έχει την ισχυρότερη κυκλικά προσαρμοσμένη δημοσιονομική θέση στην Ευρωζώνη, ενώ πριν από τέσσερα χρόνια είχε την ασθενέστερη. Αυτό είναι ένα εξαιρετικό επίτευγμα» ανέφερε το ΔΝΤ το περασμένο καλοκαίρι. Εξαιρετικό για ένα λάθος. Και μία παράταση του υφιστάμενου προγράμματος χωρίς τροποποίηση θα υποχρέωνε την Ελλάδα να κάνει ακόμη πιο σφιχτή τη δημοσιονομική πολιτική τα επόμενα δύο έτη. Στις πρόσφατες ελληνικές εκλογές, οι ψηφοφόροι απέρριψαν σωστά αυτή τη ζοφερή προοπτική – εκλέγοντας την αριστερή κυβέρνηση που η ΕΕ, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ βρίσκουν τώρα τόσο ενοχλητική.
Η βλακώδης γερμανική αυστηρότητα απαιτεί από τη νέα ελληνική κυβέρνηση να αθετήσει απροκάλυπτα όλες τις προεκλογικές υποσχέσεις της. Αυτό είναι καλό για τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος φαίνεται να νομίζει ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι πρέπει να τιμωρηθούν για την έλλειψη κρίσης τους. Εάν αυτοί και η δημοφιλής νέα κυβέρνησή τους ταπεινωθούν, ένα ακροδεξιό κόμμα(εννοεί τη Χρυσή Αυγή), ακόμη λιγότερο αποδεκτό στην υπόλοιπη ΕΕ, είναι έτοιμο να επιχειρήσει.
Εν τω μεταξύ, ο κίνδυνος παραμένει ότι μία οικονομική κατάρρευση στην Ελλάδα, που μπορεί να αποφευχθεί, θα θέσει σε νέα δοκιμασία τις άλλες χώρες του ευρώ. Η άρνηση της ΕΕ να συμφωνήσει με την Ελλάδα – να δεχθεί να κάνει παραχωρήσεις αντί να ζητά μία χωρίς όρους παράδοση – δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Δεν υπάρχει ανάγκη το αδιέξοδο να καταλήξει σε καταστροφή. Εάν αυτό συμβεί, η Γερμανία και οι υποστηρικτές της θα έχουν μεγαλύτερη ευθύνη από την Ελλάδα».
Πηγές: newsit.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ