Δεμένοι και φυλακισμένοι μέσα σε κλουβιά, με ποτίστρες και μπολάκια για φαγητό σαν τα ζώα, πέρασαν πέντε μαρτυρικούς μήνες δύο νεαροί άνδρες υπεράνω υποψίας, παντρεμένοι με οικογένειες και αξιοπρεπέστατες δουλειές, καθώς τους κρατούσε υποταγμένους μια «αφέντρα» που τους υπέβαλλε σε ατελείωτο ψυχολογικό πόλεμο, χρησιμοποιώντας βίαια σαδομαζοχιστικά παιχνίδια και σεξουαλικά βοηθήματα!
Το σκηνικό της φρίκης που βγάζει σήμερα στο φως της δημοσιότητας η «Espresso» εκτυλισσόταν σε διαμέρισμα στην ευρύτερη περιοχή του «Χίλτον», όπου οι δύο άνδρες, ηλικίας 28 και 35 ετών, είχαν αφεθεί σαν τα σκυλιά έρμαια στις διαθέσεις της «δεσποτικής» κοπέλας, που και αυτή ήταν μια γυναίκα της «διπλανής πόρτας».
Η «αφέντρα» τούς επέτρεπε να βγαίνουν από τη φυλακή τους κάθε πρωί, να ετοιμάζονται και να πηγαίνουν στη δουλειά τους προσποιούμενοι ότι δεν συνέβαινε τίποτα, ενώ μερικές φορές την εβδομάδα κατάφερναν να επιστρέφουν για λίγο στο σπίτι τους και στις γυναίκες τους!
Τις υπόλοιπες ώρες και ημέρες έφευγαν με πρόφαση τη δουλειά ή επαγγελματικά ταξίδια και παραδίνονταν στα χέρια της «αφέντρας» και στις άγριες ορέξεις της, καθώς είχαν παγιδευτεί σε ένα ερωτικό «παραμύθι» με έντονη πνευματική κυριαρχία ή σε ένα ψυχολογικό παιχνίδι δίχως τέλος.
Η ιστορία αυτή στο ανήλιαγο διαμέρισμα της Αθήνας ξεκίνησε σαν παιχνίδι με φετίχ και κατέληξε σε πραγματική σκλαβιά!
Τα «γουρουνάκια», όπως ονομάζονταν οι υποταγμένοι άντρες, είχαν αφεθεί στα χέρια της «αφέντρας», και εκείνη καθημερινά τους «ξεζούμιζε» σαρκικά, ψυχολογικά, αλλά και οικονομικά… Εκμεταλλευόταν τις σεξουαλικές τους αδυναμίες και τους εξευτέλιζε, πράγμα που ικανοποιούσε τα αρρωστημένα ένστικτά τους. Όμως, στη συνέχεια τους εκβίαζε ότι θα έδειχνε τα ροζ βίντεο στις γυναίκες τους, στην περίπτωση που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τη φυλακή τους. Δεν τους άφηνε χρήματα, τους είχε πάρει τα πάντα και εκείνοι ήταν αδύναμοι να αντιδράσουν, ακόμη και να ψελλίσουν οτιδήποτε.
Ώσπου μια μέρα η ταπείνωση και ο εξευτελισμός χτύπησαν «κόκκινο», και ο ένας από τους δύο παντρεμένους δεν άντεξε άλλο τον ψυχολογικό πόλεμο που υφίστατο. Έτσι, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Espresso», ζήτησε τη συμβουλή-βοήθεια αστυνομικού που είναι πολύ καλός του φίλος. Εκείνος έγινε η δύναμή τους, το «χαστούκι» που αφύπνισε τους δύο σκλάβους και τους έκανε να σταθούν και πάλι στα πόδια τους. Είδαν την πραγματικότητα, συνειδητοποίησαν ότι είχαν κλειστεί οικειοθελώς σε μια φυλακή και είχαν παραδώσει οι ίδιοι τα κλειδιά.
Ένα βήμα πριν την καταγγελία
Έκτοτε, οι δυο τους άρχισαν να απελευθερώνονται από τα δεσμά της «αφέντρας», η οποία βέβαια αρχικά ξαφνιάστηκε όταν άρχισαν να της φέρνουν αντιρρήσεις, αλλά στη συνέχεια φοβήθηκε όταν κατάφεραν να της ξεστομίσουν ότι είναι αποφασισμένοι να την καταγγείλουν στην Αστυνομία, κι ας τα μάθαιναν όλα οι γυναίκες τους!
Έτσι, μπροστά στον κίνδυνο να συλληφθεί για παράνομη κατακράτηση και εκβίαση, δεν αντέδρασε, ώσπου ήρθε η… λύτρωση για τους δεσμώτες, που επέστρεψαν στις οικογένειές τους, με τα ερωτικά φετίχ να φαντάζουν πλέον απλησίαστα σενάρια για εκείνους.
Όσο για την «αφέντρα»; Αναζητεί τα επόμενα θύματα, παντρεμένους άνδρες που ψάχνουν διακαώς εκείνη που θα κάνει πραγματικότητα τις πιο αρρωστημένες σκέψεις τους και μετά θα υποκύψουν στους εκβιασμούς της, υπό τον φόβο της κοινωνικής κατακραυγής.
Από την Ιωάννα Τσέφλιου