Σίγουρα η εγχείρηση δεν είναι μία ευχάριστη εμπειρία για κανέναν. Τι γίνεται όμως όταν τα πράγματα δεν πάνε όπως τα έχουν υπολογίσει οι γιατροί; Ασθενείς που ξύπνησαν κατά τη διάρκεια της ίδιας τους της επέμβασης περιγράφουν την τρομακτική τους εμπειρία.
«Ημουν ξύπνια αλλά παράλυτη» αναφέρει η Κάρολ Βέιρερ μιλώντας στο CNN για την σοκαριστική της εμπειρία
«Ακουγα τον χειρούργο να λέει στον μαθητευόμενο να κόψει βαθύτερα στο μάτι. Δεν ένιωθα πόνο αλλά είχα πανικοβληθεί και δεν μπορούσα να κουνηθώ. Νόμιζα ότι θα πεθάνω»
Η Βέιρερ από το Ρέστον της Βιρτζίνια ξύπνησε κατά τη διάρκεια μίας επέμβασης που έκανε στα μάτια το 1998 και υποφέρει από μετατραυματικό στρες από τότε.
Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση του 6χρονου Κρίστεν, ο οποίος μετά την επέμβαση και ενώ όλα -κατά τους γονείς του- πήγαν φαινομενικά καλά, το παιδί βίωνε φόβο εγκατάλειψης και κρίσεις πανικού και χρειάστηκαν αρκετές επισκέψεις σε ψυχολόγους για να αποκαλυφθεί τι είχε συμβεί.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο που λέγεται «τυχαίο ξύπνημα κατά τη διάρκεια ολικής αναισθησίας». Πρόσφατες έρευνες ωστόσο ρίχνεουν φως στους παράγοντες κινδύνου και τις καταστροφικές ψυχολογικές συνέπειες που το φαινόμενο μπορεί να έχει για τους ασθενείς που το βιώνουν, ειδικά για εκείνους που είναι ξύπνιοι και παράλυτοι.
Σύμφωνα με την μεγαλύτερη μελέτη του είδους που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό αναισθησίας – στην οποία οι ερευνητές πρώτησαν πάνω από 3.000.000 ασθενείς που έλαβαν γενική αναισθησία στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία – περίπου 1 στους 19.600 ασθενείς έχει βιώσει αυτή την εμπειρία.
Προηγούμενες μελέτες στις ΗΠΑ ανέφεραν ένα πολύ υψηλότερο ποσοστό: 1 στους 1.000 ασθενείς. Μάλιστα, ορισμένες χειρουργικές επεμβάσεις που απαιτούν “ελαφρύτερη” αναισθησία, όπως η επείγουσα καισαρική τομή, έχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης του φαινομένου: 1 στα 670.
Τα περισσότερα περιστατικά συμβαίνουν σε ασθενείς που είχαν πάρει παραλυτικά φάρμακα ως μέρος του αναισθητικού κοκτέιλ τους. Επίσης ήταν πιο πιθανό να συμβεί όταν οι ασθενείς είχαν ναρκωθεί πολύ πριν αρχίσει η διαδικασία της επέμβασης.
Οι ασθενείς αναφέρουν μια σειρά από αισθήσεις, συμπεριλαμβανομένων πνιγμού, παράλυσης, πόνου, ψευδαισθήσεων, και επιθανάτιας εμπειρίας. Τα περισσότερα επεισόδια ήταν βραχύβια, με το 75% από αυτά να διαρκεί λιγότερο από πέντε λεπτά.
Παρ ‘όλα αυτά, σχεδόν οι μισοί από όλους τους ασθενείς που είχαν τις αισθήσεις τους κατά τη χειρουργική επέμβαση είχαν μακροχρόνιες ψυχικές συνέπειες, όπως μετατραυματικό στρες και κατάθλιψη.
Ο καθηγητής Τζαιντίπ Παντίτ, σύμβουλος αναισθησιολόγος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Οξφόρδης και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης εξηγεί: «η παράλυση είναι τρομακτική εμπειρία για να τη βιώνει κάποιος»
Στις ΗΠΑ πάνω από 21.000.000 ασθενείς λαμβάνουν γενική αναισθησία. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι περίπου 26.000 από αυτούς τους ασθενείς ξυπνάνε κατά τη διάρκεια της επέμβασης.
Η γενική αναισθησία περιλαμβάνει ένα κοκτέιλ φαρμάκων παυσίπονων, που αναισθητοποιούν και προκαλούν αμνησία. Συχνά περιλαμβάνεται και ένα παραλυτικό φάρμακο που διευκολύνει την εισαγωγή ενός σωλήνα αναπνοής, και αποτρέπει τους ασθενείς από το να μετακινηθούν ώστε να γίνει σωστά η επέμβαση.
Το ξύπνημα κατά τη διάρκεια της επέμβασης συμβαίνει όταν το κοκτέιλ της αναισθησίας είναι ανεπαρκές για να καταστείλει την ανθρώπινη συνείδηση και ορισμένες χειρουργικές επεμβάσεις – όπου απαιτούνται χαμηλότερες δόσεις αναισθησίας- ενέχουν υψηλότερο κίνδυνο.
Ομως η χρήση παραλυτικών επιδεινώνει την κατάσταση, δεδομένου ότι οι ασθενείς δεν μπορούν να κινηθούν για να δείξουν στο γιατρό ότι ξύπνησαν.
Ωστόσο υπάρχουν τρόποι να διαπιστώσουν οι γιατροί ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο: για παράδειγμα, η αύξηση του καρδιακού ρυθμού και της αρτηριακής πίεσης μπορεί να σημάνει στους γιατρούς ότι ο ασθενής έχει ξυπνήσει. Επίσης φάρμακα που χορηγούνται πριν ή κατά τη διάρκεια της εγχείρησης θα μπορούσαν να μπλοκάρουν το στρες του οργανισμού.
Οταν οι ασθενείς ξυπνάνε κατά τη διάρκεια της επέμβασης, οι γιατροί πρέπει να τους καθησυχάζουν. «Δεν μπορούμε να απορρίψουμε τις ανησυχίες των ασθενών αυτών. Πρέπει να προσφέρουμε άμεση θεραπεία για να αποφευχθεί η μακροχρόνια ψυχολογική βλάβη» εξηγεί ο Παντίτ.