Αν κάποια στιγμή στη ζωή σας από φόβο, ανακούφιση ή ευγνωμοσύνη δώσατε επιπλέον χρήματα σε κάποιον γιατρό, ανήκετε στο ένα τρίτο των Ελλήνων που εκούσια ή ακούσια έχει δωροδοκήσει ιατρικό προσωπικό.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, η εν λόγω μάστιγα, που ταλανίζει εδώ και δεκαετίες τον δημόσιο βίο, είναι το θέμα της σημερινής, 8ης επιστημονικής εκδήλωσης «Δωροδοκία – Δωροληψία στην Υγεία» που διοργανώνει η Ελληνική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (Παπανικολή 6-10, Χαλάνδρι). «Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη των καθηγητών Κ. Σουλιώτη, Ι. Τούντα και Λ. Λιαρόπουλου, σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 2.741 πολιτών από όλη την Ελλάδα, ένας στους τρεις Έλληνες δίνει “φακελάκι” για περίθαλψη σε δημόσιο νοσοκομείο», αναφέρει ο γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, Λέανδρος-Σωκράτης Ρακιντζής, με τον οποίο κλείνουν οι εργασίες του συνεδρίου.
Συνολικά, 55,2% των χρημάτων που πληρώνουν οι ασθενείς από τη τσέπη τους σε υγειονομικές μονάδες δεν συνοδεύεται από απόδειξη. «Υπολογίζω ότι ο πληθυσμός των γιατρών “τριχοτομείται”: ένα τρίτο απαιτεί το φακελάκι, ένα τρίτο λαμβάνει ό,τι του προσφέρει ο ασθενής και ένα τρίτο δεν δωροδοκείται εκ πεποιθήσεως», σημειώνει ο κ. Ρακιντζής. Εξ ου και η συλλήβδην δαιμονοποίηση των γιατρών κρίνεται άδικη.
Τα ποσά κυμαίνονται από 200 ευρώ για έναν φυσιολογικό τοκετό ή μια απλή οφθαλμολογική επέμβαση έως και πάνω από 5.000 ευρώ για σοβαρές χειρουργικές επεμβάσεις. Εν μέσω κρίσης, ωστόσο, το ύψος της παράτυπης αμοιβής είναι διαπραγματεύσιμο, σύμφωνα με τον κ. Ρακιντζή, καθώς ακολουθεί τον νόμο της… προσφοράς και της ζήτησης. «Το φαινόμενο “φακελάκι” ήταν απόρροια μιας κουλτούρας διαφθοράς των περασμένων δεκαετιών, μιας αντίληψης ότι ο πολίτης για να εξυπηρετηθεί έπρεπε να καταβάλει “γρηγορόσημο”», σχολιάζει ο δικηγόρος και δρ Ιατρικής, Χάρης Πολίτης: «Η νοοτροπία αυτή αρχίζει να αλλάζει ελέω κρίσης, ασθενείς και γιατροί είναι περισσότερο συνειδητοποιημένοι στο ότι ο κρατικός λειτουργός οφείλει να εξυπηρετεί χωρίς αντάλλαγμα».
Επιπλέον, όπως προσθέτει ο ίδιος, έχουν βελτιωθεί οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους, ενώ οι διατάξεις του νόμου περί παθητικής δωροδοκίας (τιμωρείται με το άρθ. 235 του Ποινικού Κώδικα) έχουν αλλάξει τέσσερις φορές τα τελευταία δύο χρόνια, επί το αυστηρότερον. «Οι διατάξεις είναι δρακόντειες και έχουν πλέον χαρακτήρα γενικής πρόληψης του εγκλήματος, της αποτροπής δηλαδή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού από το να παρανομήσει», εξηγεί ο δρ Πολίτης.
Βάσει, πάντως, μελέτης από τον Ι. Κυριόπουλο, οι παραπληρωμές σε ιατρούς στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα από το 2009 έως τα τέλη του 2013, κατά τα πρώτα χρόνια της κρίσης, φαίνεται ότι αυξήθηκαν κατά 300 εκατ. ευρώ.
Ως «παραπληρωμές» νοούνται οι υπερβολικές χρεώσεις, τυπικές (σε ιδιωτικά νοσοκομεία) ή άτυπες (φακελάκι). Αυτό προκύπτει και από την ΕΛΣΤΑΤ, καθώς βάσει ανάλυσης των οικογενειακών προϋπολογισμών, οι αμοιβές των γιατρών το εν λόγω χρονικό διάστημα αυξήθηκαν, παρά το γεγονός ότι τα έξοδα για τα νοσήλια μειώθηκαν.
Μια πιθανή ερμηνεία είναι οι επιπρόσθετες δυσλειτουργίες που επήλθαν από την κρίση, όπως οι μεγάλες λίστες αναμονής, τα δυσεύρετα διαθέσιμα κρεβάτια σε θαλάμους, αλλά και οι μετρημένοι στα δάχτυλα γιατροί.
Ταυτόχρονα, οι δημόσιοι υπάλληλοι, έπειτα και από τις περικοπές μισθών, μοιάζουν ιδιαίτερα ευάλωτοι σε μια πιθανή δωροδοκία. Η επικρατούσα, ωστόσο, εκτίμηση είναι ότι από το 2014 και μετά το «φακελάκι» τείνει να περιοριστεί.
Καταγγελίες
Βέβαια, η εξαγωγή συμπερασμάτων παραμένει δύσκολη, καθώς οι ασθενείς σχεδόν ποτέ δεν προβαίνουν σε καταγγελία, παρά μόνον σε περίπτωση αιφνίδιου θανάτου ή επιπλοκής. Έτσι, από το 2007 έως σήμερα έχουν κατατεθεί 428 καταγγελίες για γιατρούς του ΕΣΥ, από το 2009 έως σήμερα 31 για γιατρούς του ΙΚΑ και από το 2012 έως σήμερα 4 για φαρμακοποιούς του ΕΣΥ. Η κατά γενική ομολογία «προνομιακή» από τη Δικαιοσύνη μεταχείριση των γιατρών, που διατηρούν το γόητρο ενός ευγενούς επαγγέλματος, λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας για τη νομική διεκδίκηση των ασθενών- θυμάτων.
«Εξόφθαλμη περίπτωση είναι η πρόσφατη εξέλιξη υπόθεσης παθητικής δωροδοκίας χειρουργού νοσοκομείου της Αθήνας, τον Νοέμβριο του 2009», υπογραμμίζει ο κ. Ρακιντζής.
Έπειτα από 5ετή δικαστική διαδικασία, κατά την εκδίκαση της υπόθεσης έγινε αποδεκτή η ένσταση της υπεράσπισης για παραγραφή του αδικήματος λόγω κοινοποίησης του κλητηρίου θεσπίσματος στον κατηγορούμενο μετά την παρέλευση 5ετίας. «Η μη έγκαιρη κοινοποίηση λόγω αμέλειας ή ενδεχόμενου δόλου των αρμοδίων, που είχαν στη διάθεσή τους πάνω από δύο μήνες, είχε ως συνέπεια τη μη εκδίκαση της υπόθεσης, τη μάταιη κατασπατάληση εργατοωρών εκ μέρους των δικαστικών, αλλά πρωτίστως ένα βαρύ πλήγμα στην αξιοπιστία της Δικαιοσύνης».
Πηγές: newpost.gr, “Η Καθημερινή”