Υπερίσχυσαν τελικά στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ οι φωνές που ζητούσαν περισσότερη επιείκεια.
Την αύξηση του ανώτατου ορίου του μηχανισμού έκτακτης ρευστότητας (ELA) για τις ελληνικές τράπεζες κατά 3,8 δισ. ευρώ, για χρονικό διάστημα δύο εβδομάδων, αποφάσισε κατά τη σημερινή του συνεδρίαση το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες.
Το ανώτατο όριο του ELA για τις ελληνικές τράπεζες ανέρχεται πλέον στα 63,8 δισ. ευρώ, μέχρι τις 4 Μαρτίου.
Νωρίτερα, το Reuters μετέδιδε πως υπήρχαν διαφορετικές απόψεις εντός του διοικητικού συμβουλίου για τον ELA στην Ελλάδα, με τον επικεφαλής της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν, να αντιστέκεται στο ενδεχόμενο αύξησης του ορίου, ενώ άλλους κεντρικούς τραπεζίτες να ζητούν περισσότερη επιείκεια για τη χώρα μας.
Ένας εξ αυτών δήλωσε πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να προσπαθήσει να διατηρήσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωζώνη και πως “ο ρόλος της δεν είναι να δώσει στην Ελλάδα κάποιο μάθημα”.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Πέτερ Πρετ έχει προειδοποιήσει πάντως ότι η αύξηση του ορίου του ποσού που μπορεί να χορηγηθεί από τον μηχανισμό ELA στις ελληνικές τράπεζες αποτελεί μόνο βραχυπρόθεσμη λύση.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι φερόταν να επιθυμεί πολιτικές εγγυήσεις για τη φερεγγυότητα των ελληνικών τραπεζών πριν αποφασίσει για τη χρηματοδότηση μέσω του ELA.
Ο Ασόκα Μόντι, πρώην στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και εκ των αρχιτεκτόνων του προγράμματος στήριξης της Ιρλανδίας, είχε δηλώσει πάντως πριν από την αποψινή συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ ότι η “απειλή” να διακοπεί πλήρως η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από το κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα της Ευρωζώνης είναι “εντελώς κενή” περιεχομένου. Ο θεσμός “δεν έχει επιλογή. Πρέπει να διερωτηθεί πώς μπορεί να σταθεροποιήσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα, όχι πώς να το υπονομεύσει“, εξήγησε ο Μόντι.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το Reuters, το ενδεχόμενο να μην αυξηθεί περαιτέρω το όριο του ELA θα ήταν αρνητική εξέλιξη για τις τράπεζες, καθώς έχουν σχεδόν εξαντλήσει τα 65 δισ. ευρώ.
Πηγές: news.gr, Reuters