Μια συγκινητική προσωπική του ιστορία θέλησε να μοιραστεί ο γνωστός Λαρισαίος πολιτευτής κ. Νίκος Ντόλας που αναζήτησε και συνάντησε την παλιά του δασκάλα, «πλημμυρισμένος» με όμορφες θύμησες.
Μάλιστα μ’ αυτόν τον τρόπο, θέλησε να στείλει τα χαιρετίσματα της κυρίας Ευαγγελίας 90 χρόνων σήμερα, σε όλους τους παλιούς μαθητές της, τα παιδάκια της όπως τα αποκαλεί ακόμα…
«Πατρίδα μας, λένε, είναι τα παιδικά μας χρόνια. Μερτικό από τα παιδικά μας χρόνια έχουν και οι πρώτοι μας δάσκαλοι. Δασκάλα είχαμε εμείς. Την αγαπημένη μας κυρία Ευαγγελία. Με το μικρό της την ήξερα, το κυρία Ευαγγελία έφτανε. «Καλός άγγελος» ήταν η κυρία αυτή, μοίρασε την αγάπη της σε όλους μας απλόχερα, τότε, στο 1ο Δημοτικό σχολείο Λάρισας…
Το 1ο δημοτικό σχολείο συστεγαζόταν στις αρχές της δεκαετίας του 80, με το 3ο δημοτικό. Πρωί-απόγευμα οι βάρδιες στο παλιό κτήριο στην Ιουστινιανού, τουλάχιστον μέχρι να πάμε στο καινούργιο μας σχολείο, ακριβώς απέναντι, λίγα χρόνια μετά. Τα πρώτα μας γράμματα τα οφείλουμε στην κυρία Ευαγγελία, δασκάλα που περισσότερο φώτιζε ψυχές… Όλα τα «πρωτάκια» του ’81-’82 στο 1ο δημοτικό, σίγουρα την θυμούνται με νοσταλγία. Και πώς να την ξεχάσεις; Τέσσερα χρόνια μάς είχε, ως την τετάρτη. Η κυρία Ευαγγελία ήταν δασκάλα καλή και δημοκρατική. Χέρι σε παιδί δεν άπλωσε. «Εγώ την βέργα δεν την έπιασα ποτέ στα χέρια μου», έλεγε. Πόσο ανακουφιστικό ήταν ένα τέτοιο άκουσμα…
Την πρώτη χρονιά στο δημοτικό, θυμάμαι, κάναμε μάθημα σε μια μικρή αίθουσα, στην «αποθήκη» όπως την λέγαμε υποτιμητικά, τρεις-τρεις στο θρανίο για κάποιους μήνες. Αργότερα σε παράρτημα, γιατί οι αίθουσες δεν έφταναν. Μια μονοκατοικία με αυλή ήταν το παράρτημα, κάπου απέναντι από το δημοτικό. «Στριμωγμένα» τα διαλείμματα στην μικρή αυλίτσα, εμείς παίζαμε και οι γείτονες βγαίναν από τα κοντινά μπαλκόνια και φώναζαν. Ήθελαν να κοιμηθούν το μεσημέρι όταν εμείς είχαμε απόγευμα σχολείο… Πάντα ήρεμη η κυρία Ευαγγελία έβρισκε λύση. Μας κατάφερνε με τον τρόπο της να παίζουμε πιο ήσυχα…
Με σόμπα ζεσταινόταν το παράρτημα. Η κυρία Ευαγγελία πολλές φορές έβαζε φλούδες από πορτοκάλια πάνω στη σόμπα για να μυρίζει η αίθουσα όμορφα! Μας άφηνε να παίζουμε και με τα ποδοσφαιρικά χαρτάκια ΠΑΝΙΝΙ χωρίς να τα σκίζει όπως κάποιοι άλλοι… Αυτό που την ένοιαζε ήταν να παίζουμε όλοι μαζί!
Πάνε κοντά 40 χρόνια από τότε. Η θύμηση για τη δασκάλα δεν ξεθύμανε. Αναρωτιόμουν πότε-πότε πόσο χρονών να είναι τώρα, αν είναι καλά, πού να βρίσκεται.
Νέα της καθόλου δεν είχα, είχα μόνο τη λαχτάρα να την δω ξανά. Αν γινόταν… Θυμόμουν ότι τότε ζούσε σε μια μονοκατοικία κάπου στο κέντρο, κοντά στο σχολείο. Είχαμε πάει μια φορά, Χριστούγεννα, με τον συμμαθητή μου, τον Αλέξανδρο Καραγιάννη, γιατρός τώρα πια, και της είχαμε πει τα κάλαντα. 50 δραχμές μας είχε δώσει. Έχω ακόμη καθαρή την εικόνα εκείνου του μπλε χαρτονομίσματος. Το Χριστουγεννιάτικο εκείνο πρωινό έφτιαχνε κουλούρια η κυρία Ευαγγελία. Πρώτη φορά την είδα με αλευρωμένα χέρια. Εντύπωση μου είχε κάνει…
Ώσπου κάποια μέρα πέρυσι συνάντησα τυχαία στην κεντρική πλατεία τον κύριο Καραγώγο. Δάσκαλος και αυτός αγαπημένος. Τον είχαμε αμέσως μετά, για μια χρονιά στην 5η δημοτικού. Τον έβλεπα κάπου-κάπου έξω, μιλούσαμε. Καλοστεκούμενος και τώρα. Ήταν πολύ νέος τότε. Κάτι με φώτισε και τον ρώτησα μήπως ήξερε κάτι για την κυρία Ευαγγελία. Μου υποσχέθηκε ότι θα το ψάξει. Στο ίδιο σχολείο υπηρετούσαν, κάτι θα έβρισκε… Αλλάξαμε και τηλέφωνα. Ο κύριος Καραγώγος κράτησε το λόγο του. Κάποια μέρα το τηλέφωνο χτύπησε και είχα σχεδόν ευχάριστα νέα. Βρήκε από τα παλιά αρχεία του 1ου δημοτικού το σταθερό τηλέφωνο της κυρίας Ευαγγελίας και την οδό που κάποτε έμενε.
Την ίδια μέρα, γεμάτος λαχτάρα, πήγα σε εκείνη την παλιά μονοκατοικία. Κοντά στο σχολείο ήταν, καλά θυμόμουν… Εκεί που κάποτε είχα πει τα κάλαντα! Τα παράθυρα όμως κλειστά. Χτύπησα το κουδούνι. Κανένας. Πήρα και τηλέφωνο, τα ίδια. Απογοητεύθηκα, δεν τα παράτησα όμως. Άρχισα να ρωτώ στη γειτονιά. Για καλή μου τύχη, ρωτώντας σε ένα ραφτάδικο απέναντι, πέφτω πάνω σε μια ανιψιά της. «Ζει η θεία» μου είπε, «είναι καλά!». «Λείπει τώρα, είναι στον οδοντίατρο». Τι καλό νέο! Η αναζήτηση είχε πιάσει τόπο. Περίμενα έξω από το σπίτι υπομονετικά, μέχρι που σταμάτησε ένα ταξί. Μέσα ήταν η κυρία Ευαγγελία με τον σύζυγό της!
Κατέβηκαν από το ταξί αργά-αργά. Εγώ έστεκα στην είσοδο με λαχτάρα. «Γεια σας κυρία Ευαγγελία» είπα. «Είμαι ο παλιός μαθητής σας, ο Ντόλας» Η κυρία Ευαγγελία σάστισε. Σήκωσε το βλέμμα της, με κοίταξε, και είπε ένα από τα πιο ανατριχιαστικά πράγματα που είχα ακούσει: «Ο Νικολάκης είσαι;» Με είχε θυμηθεί. Τι δώρο! «Πέρασε μέσα» μου είπε. Καθίσαμε πλάι-πλάι στον καναπέ δύο ώρες! Το χέρι της δεν το άφησα… Και τι δεν είπαμε!
Η κυρία Ευαγγελία, κοντά στα 90 πια, καθόλου δεν είχε αλλάξει. Το βλέμμα της ίδιο. Ακόμη διαυγής, καλοσυνάτη και ευγενική, όπως τότε. «Να έρχεσαι όποτε θέλεις να με βλέπεις. Δώσε και την αγάπη μου σε όλα τα παιδάκια μου, σε όσα βρεις», με παρότρυνε. Είχα φροντίσει να πάρω μαζί μου και τις αναμνηστικές φωτογραφίες των τεσσάρων τάξεων του δημοτικού. Όταν τις έδειχνα τις κοιτούσε με προσοχή, ένα-ένα τα έψαχνε με υπομονή τα παιδικά προσωπάκια. Αναγνώρισε αρκετούς…
-Τα χαιρετίσματα, λοιπόν, από την κυρία Ευαγγελία σε όλους τους παλιούς συμμαθητές, όπως υποσχέθηκα ότι θα προσπαθήσω να μεταφέρω…
Σε ευχαριστούμε κυρία Ευαγγελία!».
Πηγή: onlarisa.gr