Η πτώση του ελικοπτέρου που έσβηνε φωτιές στη Σάμο και η πτώση του Antonov 12 στην Καβάλα, ξύπνησε μνήμες από μια παρόμοια, μεγάλη τραγωδία που βίωσε η χώρα το 1994.
Το τραγικό δυστύχημα που σημειώθηκε σχεδόν τριάντα χρόνια πριν ανάμεσα σε Καβάλα και Δράμα.
Το ελικόπτερο γεμάτο με 10 δασοκομάντος, έπεσε τον Σεπτέμβριο του 1994, σε μια απόκρημνη πλαγιά δύο χιλιόμετρα από το χωριό Τερψιθέα του δήμου Νικηφόρου Δράμας. Μετέφερε στη βάση τους, τους δασοκομάντο που έσβηναν φωτιά που είχε ξεσπάσει σε δάσος της περιοχής.
Το επίσημο πόρισμα ανέφερε πως το ελικόπτερο «βρήκε» σε καλώδια μεταφοράς υπερυψηλής τάσης της ΔΕΗ, έχασε την στήριξη του και έπεσε. Η πτώση οφειλόταν σε ανθρώπινο λάθος και σε μη συμμόρφωση με τους κανόνες ασφαλείας. Το πόρισμα αμφισβητήθηκε έντονα από τους συγγενείς των νεκρών.
Στην πρώτη γραμμή
Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1994, σήμανε συναγερμός για πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει σε ορεινό δύσβατο σημείο δάσους, ανάμεσα στην Καβάλα και τη Δράμα. Αποφασίστηκε να σταλεί κλιμάκιο δασοκομάντος, ενός νεοσύστατου σώματος που βοηθούσε στην κατάσβεση δασικών πυρκαγιών.
Οι δασοκομάντος στέλνονταν σε δύσκολα σημεία και εκεί που δεν μπορούσε να πλησιάσει κάποιο τροχοφόρο όχημα της πυροσβεστικής. Ο πιλότος της Αεροπορίας Στρατού, ο 37χρονος λοχαγός Θεόκλητος Καλφόπουλος, μαζί με τον 30χρονο αρχιλοχία Δημήτριο Σκουντά και τον 27χρονο επιλοχία Δημήτρη Κωστόπουλο επιβιβάστηκαν σε ένα ελικόπτερο «Χιούι».
Ένα πανάρχαιο τύπο ελικοπτέρων που κατασκευάστηκαν το 1959. Αυτοί οι τύποι ελικοπτέρου πετούσαν τότε χάρη στις προσπάθειες των μηχανικών και τις ικανότητες των Eλλήνων πιλότων.
Μέσα στο ελικόπτερο εκτός από το τριμελές πλήρωμα είχαν επιβιβαστεί και 7 δασοκομάντο από την 3η Ταξιαρχία Αεροπορίας Στρατού, τους οποίους θα μετέφεραν και θα αποβίβαζαν στην καρδιά της πυρκαγιάς. Όπως και έγινε.
Μέχρι να σουρουπώσει οι δασοκομάντος και κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και απίστευτες θερμοκρασίες που ανεβάζουν οι δασικές πυρκαγιές, έσκαβαν αναχώματα, δημιουργούσαν μελετημένα εμπόδια, καθάριζαν τα ξερόχορτα για να μην επιτρέψουν στην πυρκαγιά να επεκταθεί.
Έφτασε η στιγμή να επιστρέψουν κατάκοποι στη βάση τους. Το ελικόπτερο επέστρεψε και τους πήρε. Ο ήλιος είχε σχεδόν χαθεί στον ορίζοντα. Λίγο έξω από το χωριό Τερψιθέα συνέβη το μοιραίο. Το ελικόπτερο έπεσε και μαζί του χάθηκαν και 10 ζωές. Το τριμελές πλήρωμα και οι 7 δασοκομάντος.
Ο 32χρονος Μανώλης Λιάπης, οι 28χρονοι Αντώνης Σφυνιάς και Γιώργος Τζιαγκίδης, ο 27χρονος Βαγγέλης Κουτσογιώργης, ο 26χρονος Μανώλης Κεσικιάδης, ο 23χρονος Γρηγόρης Αδάμος και ο 22χρονος Χρήστος Κρικόπουλος ανασύρθηκαν νεκροί.
Ολόκληρη η χώρα πάγωσε στο άκουσμα της είδησης. Τα συντρίμια του ελικπτέρου μεταφέρθηκαν για να εξεταστούν από 7μελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων της Αεροπορίας.
Κατά την εξέταση διαπιστώθηκε ότι όλα τα συστήματα λειτουργούσαν όπως έπρεπε. Δεν υπήρξε βλάβη σε κανένα σημείο. Το επίσημο πόρισμα που συντάχθηκε λίγες μέρες μετά ανέφερε πως το δυστύχημα προκλήθηκε λόγω πρόσκρουσης του ελικοπτέρου σε καλώδια μεταφοράς υπερυψηλής τάσης της ΔΕΗ και οφειλόταν σε ανθρώπινο λάθος και σε μη συμμόρφωση στους κανόνες ασφαλείας πτήσεως.
Είναι γεγονός σύμφωνα με τα όσα διαπιστώθηκαν ότι το ελικόπτερο πετούσε μέσα στη χαράδρα, χωρίς επαρκή φωτισμό, σουρούπωνε κάτι που έκανε δυσκολότερο τον εντοπισμό όποιων εμποδίων.
Πάντως το πόρισμα δεν έδινε απαντήσεις στους λόγους για τους οποίους το ελικόπτερο πετούσε χαμηλά ούτε γιατί βρισκόταν πολύ έξω από την πορεία του προς το ελικοδρόμιο του Αμυγδαλεώνα Καβάλας.
Οι συγγενείς των αδικοχαμένων νέων, χαρακτήρισαν το πόρισμα απαράδεκτο και γεμάτο κενά. Ενώ οργισμένοι δήλωναν πως η ευθύνη για το γεγονός ότι το ελικόπτερο πετούσε μέχρι εκείνη την ώρα βαραίνει άλλους.
Μια κασέτα
Μέσα στα συντρίμμια του ελικοπτέρου σαν από κάποιο παιχνίδι της μοίρας βρέθηκε κατεστραμμένη η ερασιτεχνική κάμερα που είχε μαζί του και τράβαγε ο 28χρονος Γιώργος Τζιαγκίδης.
Σαν από θαύμα η κασέτα δεν είχε πάθει το παραμικρό. Ήταν άθικτη και έδειχνε την τελευταία μάχη των δασοκομάντος με τις φλόγες. Συνάδελφοί τους την πήραν και έφτιαξαν ένα βίντεο στη μνήμη των 10 ανθρώπων που χάθηκαν.
Το ονόμασαν το «τάγμα της φωτιάς» και γράφουνε μεταξύ άλλων:
«Τελικά ποια ήταν τα κίνητρα αυτών των ανθρώπων; Ήταν το φρόνημα, το ήθος, η αγάπη για τη φύση και τον συνάνθρωπο, ήταν ο συνάδελφος που μοιράστηκαν το τελευταίο καπάκι νερού από το παγούρι. Ήταν οι Έλληνες χωρικοί που χειροκροτούσαν και τους πετούσαν λουλούδια, όταν το “Χιούι” πετούσε πάνω από το χωριό. Δεν ήταν θεοί, ούτε αλάνθαστοι, όμως εκπαιδεύτηκαν και έδρασαν με τον σωστό τρόπο».
Οι δασοκομάντος
Έναν χρόνο πριν, τον Αύγουστο του 1993, με απόφαση του υπουργείου Γεωργίας συγκροτήθηκε το «1ο Τάγμα Ειδικών Δυνάμεων Δασοπυρόσβεσης». Το αποτελούσαν 200 άνδρες που θα έμπαιναν ακόμη πιο μέσα από την πρώτη γραμμή σε μια πυρκαγιά και θα προσπαθούσαν να την σβήσουν εκ των έσω.
Θα ήταν αποκομμένοι από τους άλλους, θα δούλευαν μόνο με τα εργαλεία τους, και στις δύσκολες στιγμές δεν θα μπορούσαν να καλυφθούν. Όταν το δάσος καίγεται, όταν οι φλόγες ξεπερνούν τα 20 και τα 30 μέτρα και εσύ είσαι στην καρδιά της κόλασης, δεν μπορείς να προφυλαχθείς πουθενά.
Τους πρώτους άνδρες των ειδικών δυνάμεων δασοπυρόσβεσης τους μετέφεραν στο Μεγάλο Πεύκο και εκεί ειδικοί καναδοί συνάδελφοι τους που είχαν έρθει για να τους εκπαιδεύσουν, τους μεταλαμπάδευσαν σε 160 ώρες ότι μπορούσαν.
Τους έμαθαν πώς να καθυστερούν μια πυρκαγιά μέσα στο δάσος, πώς να της αλλάζουν δρόμο, τους έμαθαν να «διαβάζουν» τον αέρα και να προβλέπουν που θα πάνε οι φλόγες, πώς να σβήνουν τις εστίες αλλά και πώς να μπορούν να διαβιώσουν αλλά και να επιβιώσουν μέσα στο δάσος.
Ήταν ευέλικτα τμήματα που έφταναν εκεί που δεν μπορούσαν να φτάσουν οι άλλοι. Σχηματίστηκαν 5 ομάδες των 40 ατόμων η κάθε μια. Είχαν έδρα στην Αθήνα, στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα, στην Καβάλα και στην Σκιάθο.
Το 1998, η ευθύνη της δασοπυρόσβεσης πέρασε από τη Δασική Υπηρεσία στην Πυροσβεστική. Οι ειδικές δυνάμεις δασοπυρόσβεσης καταργήθηκαν.
Πηγή: in.gr