Το Τατόι μέσα από τα μάτια του Παύλου Ντε Γκρες: «Δεν ήταν ανάκτορο, ήταν το σπίτι μας – Το έχτισε ο προπάππους μου»

Ο Παύλος Ντε Γκρες περιγράφει με συγκίνηση το Τατόι, όχι ως βασιλικό ανάκτορο, αλλά ως ένα οικογενειακό σπίτι γεμάτο αναμνήσεις, απώλεια και ιστορία. Η αφήγησή του ανασύρει μνήμες που ποτέ δεν έζησε πραγματικά, αλλά κουβαλά μέσα του ως προσωπική και συλλογική παρακαταθήκη.

Μια παιδική ηλικία που κόπηκε νωρίς

Ο Παύλος Ντε Γκρες γεννήθηκε στο Τατόι, όμως η αποχώρηση της οικογένειάς του το 1967 τον απομάκρυνε οριστικά από τον χώρο. Η πρώτη φορά που ξαναβρέθηκε εκεί ήταν το 1981, στην κηδεία της γιαγιάς του, Φρειδερίκης. Μέχρι τότε, το Τατόι υπήρχε κυρίως μέσα από αφηγήσεις.

«Έφυγα όταν ήμουν μόλις επτά μηνών. Δεν πρόλαβα να το ζήσω όπως ο πατέρας μου ή οι παππούδες μου. Χαίρομαι που θα ανοίξει στο κοινό, αν και μέσα μου υπάρχει μια μελαγχολία. Δεν είναι πια το σπίτι μας. Και το λέω έτσι, γιατί για μας ήταν όντως ένα σπίτι – όχι ανάκτορο, όπως συχνά αναφέρεται», λέει στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο.

Το κτίσμα, που κατασκευάστηκε από τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ και τη βασίλισσα Όλγα ως θερινή κατοικία, μετατράπηκε με τα χρόνια στη συνείδηση του κόσμου σε βασιλική έπαυλη. Όπως σημειώνει ο ίδιος, «ήταν απλό, με όμορφα έπιπλα αλλά χωρίς υπερβολές. Δεν υπήρχε καμία πρόθεση επίδειξης, ήταν ένας χώρος ζεστός, ανθρώπινος».

Φωτογραφικές μνήμες που πήραν ζωή

Αν και δεν έχει ζωντανές αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία στο Τατόι, οι φωτογραφίες φέρνουν πίσω εικόνες μιας χαμένης εποχής: μια αγκαλιά του πατέρα του κατά την παράδοση ενός δώρου από τον στρατό, οικογενειακές πόζες μπροστά στο τζάκι, παιδιά να κοιτούν σαπουνόφουσκες.

Η πιο ισχυρή εμπειρία, όμως, ήταν όταν ξαναπάτησε στο σπίτι: «Ήταν σαν να είχαμε φύγει μόλις πριν λίγες μέρες. Τα πάντα ήταν στη θέση τους. Το ποτήρι στο κομοδίνο, η οδοντόβουρτσα, ακόμα και τα παιδικά μας πράγματα. Ήταν μια έντονα συγκινητική στιγμή — σαν να είχε παγώσει ο χρόνος».

Διατηρεί ακόμα στο κινητό του εικόνες από εκείνη την επίσκεψη: το παιδικό του καρότσι, τη ντουλάπα της μητέρας του γεμάτη φορέματα, ράφια με είδη βρεφικά. «Όταν βλέπεις αυτά τα αντικείμενα μπροστά σου, δεν μπορείς να μην νιώσεις κάτι. Κουβαλούν την ενέργεια όσων πέρασαν από εκεί».

Αφηγήσεις που κρατούν τη μνήμη ζωντανή

Παρότι ο ίδιος δεν μεγάλωσε εκεί, οι ιστορίες των γονιών του ζωντάνευαν το παρελθόν. «Οι γονείς μου μου έλεγαν πως υπήρχε πάντα μουσική – κυρίως κλασική – και κάθε Σαββατοκύριακο άνοιγαν τα παράθυρα για να την ακούν στον κήπο. Η μητέρα μου αγαπούσε τις βόλτες στη φύση, αλλά απεχθανόταν την πισίνα γιατί τη θεωρούσε βαθιά. Η αδελφή μου θυμόταν πως στο δωμάτιο που παίζαμε υπήρχε ένα πράσινο χαλί».

Το μουσείο και η προσωπική εμπλοκή

Δεν συμμετείχε ο ίδιος στον σχεδιασμό του μουσείου, αλλά όπως αναφέρει, «η μητέρα μου και οι θείες μου είχαν δώσει πληροφορίες για την οργάνωση του σπιτιού, ώστε το υπουργείο Πολιτισμού να έχει μια πιο ακριβή εικόνα».

Τονίζει τη συμβολή της Υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, στην αναβίωση του χώρου: «Αγκαλιάζει πραγματικά το έργο».

Παράλληλα, εκφράζει τον προβληματισμό του για τη λειτουργία του Τατοΐου στο μέλλον: «Θα ήθελα να λειτουργεί όπως τα αντίστοιχα κτήματα στη Βρετανία ή τη Σουηδία, ως ιστορικό σημείο, αλλά και ως ζωντανός οργανισμός. Να προσφέρει εμπειρία, όχι μόνο εικόνα. Να φιλοξενεί τα αντικείμενα, τις άμαξες, τα φορέματα, τα παλιά αυτοκίνητα. Όλα όσα λένε μια ιστορία με τρόπο αυθεντικό».

Αυτό που φοβάται είναι να μην καταντήσει ένα απλό τουριστικό προϊόν: «Να μη γίνει εργαλείο εμπορικής εκμετάλλευσης. Είναι σημαντικό να το σεβαστούμε ως κομμάτι της κοινής ιστορίας, όχι να το καταναλώσουμε επιφανειακά».

Όταν η οικογένεια συναντά την ιστορία

Το βάρος της ιστορίας δεν του διαφεύγει. Αναγνωρίζει ότι το Τατόι υπήρξε κάτι πολύ ευρύτερο από μια απλή οικογενειακή εστία.

«Εκεί γράφτηκαν σημαντικά κεφάλαια της ελληνικής ιστορίας. Είχαμε επισκέψεις ξένων ηγετών, συνομιλίες υψηλού επιπέδου, αποφάσεις με ιστορική σημασία. Είναι καλό που ο κόσμος θα έχει πρόσβαση σε όλα αυτά και θα μπορέσει να δει με τα μάτια του τι υπήρξε εκεί».

Φέρνει ως παράδειγμα κρίσιμες στιγμές όπως η απελευθέρωση των Δωδεκανήσων και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, όπου πρωταγωνίστησαν πρόγονοί του. «Αυτοί οδήγησαν τον στρατό σε νίκες που καθόρισαν τα σύνορα της σημερινής Ελλάδας. Είναι κρίμα να τα αγνοούμε αυτά».

Απώλεια, δικαστικές μάχες και δικαίωση

Η σχέση με το Τατόι δεν ήταν χωρίς εντάσεις. Η ιδιοκτησία του κτήματος, οι δικαστικές αντιπαραθέσεις και η αποζημίωση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο άφησαν πληγές.

«Το κτήμα ήταν δικό μας, όπως και τα αντικείμενα. Είχαμε αποδεχθεί να παραχωρηθεί στο κράτος το μεγαλύτερο μέρος, κρατώντας μόνο την κατοικία και τους οικογενειακούς τάφους. Η πολιτική συγκυρία τότε δεν επέτρεψε μια τέτοια λύση».

Παρόλο που η υπόθεση έχει πλέον κλείσει νομικά, το αίσθημα απώλειας παραμένει: «Χάθηκαν πράγματα που ήταν μέρος της ζωής μας. Χαίρομαι όμως που σήμερα γίνεται προσπάθεια διάσωσης».

Exit mobile version