Από τη στιγμή που αποφοίτησα από το σχολείο δεν έβλεπα την ώρα να φύγω από το πατρικό μου σπίτι και να πάω στο νέο, το φοιτητικό ΜΟΥ σπίτι.
Ένα σπίτι που θα το διακοσμήσω όπως εγώ θέλω, θα μπαίνω και θα βγαίνω όποτε εγώ θέλω, θα προσκαλώ όποιον θέλω και θα το καθαρίζω όποτε εγώ έχω διάθεση!
Ένα σπίτι δικό μου –που το πληρώνουν άλλοι, βέβαια- που δεν είναι ένα απλό σπίτι, είναι ο ναός της ανεξαρτησίας μου, της ελευθερίας μου και της ενηλικίωσής μου! Αμέ!
Όταν τελείωσα τις σπουδές μου, η μετακόμιση έγινε εν μέσω κλαυθμών και οδυρμών και η επιστροφή στο πατρικό συνοδεύτηκε από το αίσθημα της απελπισίας και της απογοήτευσης… Εκεί, βέβαια, η καθημερινότητα στο πατρικό μου ήταν… διακοπές!
Εγώ να δουλεύω ατελείωτες ώρες καθημερινά και η καλή μου η μαμά να μου μαγειρεύει, να μου σιδερώνει και να κάνει όλα τα καθέκαστα… Με το δικό μου πλέον πορτοφόλι μπορούσα να βγαίνω, να διασκεδάζω και να γυρνάω στο σπίτι σαν τον τουρίστα όπου οι υπηρεσίες καθαριότητας και μαγειρέματος δουλεύουν ρολόι!
Ωσάν δεύτερη τελετή ανεξαρτητοποίησης ήρθε ο αρραβώνας και η ενοικίαση του σπιτιού το οποίο θα στέγαζε τον πολύχρονο έρωτα με το σύζυγο.
Επιλογή επίπλων και απόψεις διακόσμησης από κοινού… ανάθεση αρμοδιοτήτων… προσπάθεια ομαλής συμβίωσης… υποχωρήσεις και «στραβά μάτια» συνθέτουν το κολάζ της καθημερινότητας πλέον, η οποία άλλαξε ριζικά και με τον ερχομό των παιδιών που πρέπει να τα κάνεις να νιώθουν το σπίτι σπίτι ΤΟΥΣ και να μην τα περιορίζεις σαν στρατιωτάκια σε θάλαμο…
Κι έπειτα από όλα αυτά κάθε φορά που επισκέπτομαι το πατρικό μου και μυρίζω αυτή την ξεχωριστή μυρωδιά που κάθε σπίτι αποπνέει, ευφραίνεται η καρδιά μου και ξεχυλίζει η ψυχή μου συναισθήματα… Είναι αυτό το σπίτι που συνδέεται με ένα σωρό αναμνήσεις, μυρωδιές, εικόνες, γεύσεις, πρόσωπα… πρόσωπα που φύγαν και δε θα ξαναγυρίσουν και άλλα που είναι ακόμα εκεί… ήταν ανέκαθεν εκεί και αποτελούν κι αυτά τα θεμέλια του σπιτιού μαζί με τα πραγματικά, τα τσιμεντένια…
Είναι το σπίτι μέσα στο οποίο αισθάνομαι ασφάλεια, θαλπωρή, αγάπη… Είναι ο χώρος που με κάνει να νιώθω ακόμα παιδί. Ξαπλώνω στο παιδικό μου κρεβάτι, πλάι στα μωρά μου που λατρεύουν να κοιμούνται εκεί που κοιμόταν η μαμά μικρή.
Παίζουμε με τα παιχνίδια που είναι ξεχαρβαλωμένα, σπασμένα, αλλά γεμάτα αναμνήσεις… Ξεφυλλίζω τα βιβλία που μου γέμισαν το μυαλό μου με πληροφορίες όταν ακόμα δεν υπήρχε το ίντερνετ…
Είναι το σπίτι μετά από το δικό μου στο οποίο νιώθω οικεία. Μπορώ να ξαπλώσω στον καναπέ με τα πόδια ψηλά, να ανοίξω και να ψαχουλέψω το ψυγείο, να κάνω, τέλος πάντων, ό,τι με ευχαριστεί χωρίς να ντραπώ ή να αισθανθώ άσχημα. Είναι και θα είναι κι αυτό σπίτι μου γιατί έτσι με κάνουν να νιώθω οι δικοί μου και έτσι είναι στην πραγματικότητα…
Όσο κι αν αγαπώ το σπίτι μου που στεγάζει τη δική μου πλέον οικογένεια – τα άτομα για τα οποία ζω και αναπνέω – το πατρικό μου σπίτι θα έχει μια ξεχωριστή θέση στην καθημερινότητα και την καρδιά μου όσο θα αποπνέει αυτή τη μυρωδιά του μαγειρεμένου λαδιού και της κολόνιας ΜΥΡΤΩ, μαζί με τη μυρωδιά από καθαριότητα και λιβάνι.
Βάσω Ζησιοπούλου, φιλόλογος