Θεόφιλος Σεχίδης: Ένας από τους μεγαλύτερους δολοφόνους της Ελλάδας.
Σκότωσε και διαμέλισε, όλη του την οικογένεια μέσα σε μια μέρα.
Έπασχε από σχιζοφρένεια, πίστευε πως όλοι θέλουν να τον σκοτώσουν και προσπάθησε να αμυνθεί, σύμφωνα με τις ομολογίες του.
Πέρασε 22 χρόνια στην φυλακή και ξεψύχησε εκεί.
Θεόφιλος Σεχίδης: Τι ακριβώς είχε συμβεί
«Τον πατέρα μου και τον θείο μου τους σκότωσα με όπλο. Τη μητέρα μου, την αδελφή μου και τη γιαγιά μου τις αποκεφάλισα με δύο μαχαίρια», ήταν η ομολογία του Θεόφιλου Σεχίδη. Ο 24χρονος που δολοφόνησε όλη του την οικογένεια σε μια μέρα.
Το «σοκ ήταν πανελλήνιο» και ήταν από τις λίγες φορές που δεν ήταν μια τις συνηθισμένες δημοσιογραφικές υπερβολές. Ο Σεχίδης διέπραξε ένα έγκλημα πέρα από τα συνηθισμένα για τα ελληνικά δεδομένα και φυσικά χωρίς καμία αφορμή ή αιτία.
Οι δολοφονίες συνέβησαν στη Θάσο τον Μάιο του 1996.
Η αποκάλυψη τους, έγινε τον Αύγουστο του ίδιου έτους, δηλαδή δυόμισι μήνες αργότερα. Ο Θεόφιλος Σεχίδης ήταν 24 χρόνων τότε και φοιτούσε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Κομοτηνής.
Ο πατέρας του, Δημήτρης, ήταν δάσκαλος και η μητέρα η Μαρία ήταν νοικοκυρά. Η μεγαλύτερη αδελφή του, η Ερμιόνη, έπασχε από σχιζοφρένεια.
Η οικογένεια Σεχίδη
Θεόφιλος Σεχίδης: Άρχισε να τους ψάχνει στην Φλώρινα
Η Ελένη Σεχίδη, γυναίκα του θείου του Θεόφιλου, κατήγγειλε στη βελγική αστυνομία ότι είχε χάσει τα ίχνη του άντρας της, όπως και των υπόλοιπων μελών της οικογένειας. Επανειλημμένως είχε επιχειρήσει να επικοινωνήσει μαζί του, αλλά μάταια.
Στο τηλέφωνο του σπιτιού απαντούσε σταθερά ο Θεόφιλος, ο οποίος της έλεγε πως έλειπαν όλοι στο εξωτερικό. Οι αστυνομικές αρχές του Βελγίου τότε δεν είχαν βρει επαρκή στοιχεία για να συνεχίσουν την έρευνα.
Έτσι, λίγο καιρό αργότερα, η Ελένη Σαχίδη ταξίδεψε στη Φλώρινα, απ΄ όπου καταγόταν η οικογένεια. Προσπάθησε να εντοπίσει τα ίχνη του άντρα της. Όμως, στις 3 Αυγούστου πήγε και ο δράστης του εγκλήματος στη Φλώρινα, ο οποίος «έπαιζε θέατρο» αναζητώντας δήθεν τη μητέρα του, τον πατέρα του, την αδερφή του και τον θείο του.
Ρωτούσε με αγωνία τους χωριανούς, τους συγγενείς και τους φίλους. Η θεία του, άρχισε να καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον Θεόφιλο. Γνώριζε βέβαια ότι ήταν κάπως ιδιόρρυθμος, αλλά η συμπεριφορά του ήταν εντελώς αλλοπρόσαλλη.
Τα θύματα της δολοφονίας
Θεόφιλος Σεχίδης: Τα όπλα που βρήκαν στην κατοχή του
Λίγους μέρες νωρίτερα, στις 21 Ιουλίου και σε έλεγχο που είχε γίνει στο αυτοκίνητό του, στην περιοχή της Καβάλας, είχαν βρει μια κοντόκανη καραμπίνα, ένα κυνηγετικό όπλο και φυσίγγια. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε δεκάμηνη φυλάκιση και πρόστιμο 700.000 δρχ., με τριετή αναστολή λόγω του γεγονότος ότι είχε λευκό ποινικό μητρώο και αφέθηκε ελεύθερος.
Σε συνδυασμό με το γεγονός πως, ο Σεχίδης δεν μπορούσε να δώσει πειστικές απαντήσεις για το πού βρίσκονται οι πέντε συγγενείς του, ενέτεινε τις υποψίες των αστυνομικών της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης. Πίστευαν πλέον, πως πιθανώς σχετίζεται με την εξαφάνισή τους. Άλλωστε έπεφτε και σε συχνές αντιφάσεις.
Δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος»
Θεόφιλος Σεχίδης: Η σύλληψη του
Στις 8 Αυγούστου, συνελήφθη ο Θεόφιλος Σεχίδης και οδηγήθηκε στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, ως ύποπτος για τη δολοφονία των πέντε μελών της οικογένειας. Ύστερα από πολύωρη ανάκριση, ο δράστης ομολόγησε ότι σκότωσε τον πατέρα, τη μητέρα, την αδελφή, τον θείο και τη γιαγιά του.
«Ήταν άρρωστοι και ήθελα να τους λυτρώσω», ήταν η αρχική του δήλωση. Στην συνέχεια πρόσθεσε: «Ήθελαν να με βγάλουν από τη μέση και πρόλαβα να τους σκοτώσω πρώτος. Υπήρχε συνωμοσία σε βάρος μου. Βρισκόμουν εν αμύνη. Μου έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήξερα ότι ήμουν άλλης μάνας παιδί και δεν μου έλεγαν την αλήθεια. Τους ξέκανα για να μην με ξεκάνουν».
Δημοσίευμα της εφημερίδας «Απογευματινή της Κυριακής»
Θεόφιλος Σεχίδης: Το χρονικό των δολοφονιών
Ο πρώτος φόνος έγινε το πρωί της 19ης Μαΐου, στην περιοχή της αρχαίας ακρόπολης της Θάσου στην περιοχή του Λιμένα. Ο Θεόφιλος Σεχίδης πήγε εκεί με τον θείο του Βασίλη για να συζητήσουν. Ωστόσο, η συζήτηση έγινε έντονη και οι δύο τους άρχισαν να τσακώνονται;
«Προσπάθησε να με χτυπήσει με ένα μαχαίρι. Τον έσπρωξα και έπεσε σε γκρεμό, από ύψος 10 μέτρων. Κατέβηκα κάτω και τον είδα να ψυχορραγεί. Για να μη βασανίζεται άλλο, του έκοψα με το μαχαίρι το κεφάλι». Στη συνέχεια είπε πως έκρυψε το πτώμα σε κάτι θάμνους.
Έπειτα, αγόρασε ένα καινούριο πουκάμισο και ένα μονόκαννο κυνηγετικό όπλο και πήγε σπίτι να περιμένει τους υπόλοιπους της οικογένειας. Γύρω στις 7:30 της ίδιας μέρας μπήκε στο σπίτι ο πατέρας του Θεόφιλου, ο Δημήτρης. Κάπου εκεί, ξέσπασε νέος καυγάς.
«Ο πατέρας μου είχε ένα μαχαίρι, φοβήθηκα. Μόλις γύρισε για να πάει στην τουαλέτα, τον πυροβόλησα και έπεσε νεκρός. Μετά του έκοψα την καρωτίδα μ’ ένα μαχαίρι». Λίγο αργότερα, μπήκε στο σπίτι και η μητέρα του Μαρία.
«Κρατούσε κι αυτή μαχαίρι. Της άρπαξα το χέρι, την αφόπλισα και της έκοψα τον λαιμό με το μαχαίρι». Ο ιατροδικαστής όμως διαπίστωσε ότι είχε πυροβοληθεί και αυτή στο κεφάλι. Ακολούθησε η αδελφή του Έμμυ, που είχε ακούσει την φασαρία, μπήκε στο σαλόνι, κρατώντας ένα τασάκι για να αμυνθεί.
Ο Σεχίδης υποστήριξε πως κρατούσε και αυτή μαχαίρι. «Μου όρμησε και τη σκότωσα με τον ίδιο τρόπο».
Θεόφιλος Σεχίδης: Τεμάχισε τα πτώματα τους
Ο Θεόφιλος Σεχίδης μετέφερε τα πτώματα στο υπνοδωμάτιο, σκούπισε τα αίματα και έπεσε για ύπνο.
Την άλλη μέρα το πρωί έφτασε στο σπίτι η γιαγιά του.Υποστήριξε πως και εκείνη κινήθηκε εναντίον του, οπότε την ακινητοποίησε και της έκοψε το λαιμό.
Αμέσως μετά τεμάχισε τα πτώματα ακούγοντας Τσαϊκόφσκι και τα τοποθέτησε σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών. Παράλληλα έκοψε τα κρανία με σιδεροπρίονο και αφαίρεσε τους εγκεφάλους των θυμάτων, τους τοποθέτησε σε πιάτο και τους έβαλε στο ψυγείο, με σκοπό να τους μελετήσει και μετά να τους φάει για να τους τιμωρήσει.
Ο ίδιος είπε χαρακτηριστικά: «Δυο-τρεις εγκεφάλους τους έβγαλα και τους έβαλα στο ψυγείο. Είχα κάποιες ψυχιατρικές και ιατρικές γνώσεις και ήθελα να εξετάσω την ανατομία του ανθρώπινου εγκεφάλου. Αυτό είναι όλο. Δεν μετάνιωσα για τίποτα, καλά έκανα. Το ένα κεφάλι ήδη είχε σπάσει, τα μυαλά είχαν βγει, οπότε γιατί να μην τα βάλω στο ψυγείο…».
Επί τρεις ημέρες με το φέρι μποτ της γραμμής Θάσου- Κεραμωτής, μετέφερε τις σακούλες με τα διαμελισμένα κορμιά των συγγενών στην Καβάλα. Όταν νύχτωνε πήγαινε στο σκουπιδότοπο της Πέρνης και έθαβε τις σακούλες.
Θεόφιλος Σεχίδης: Η δίκη
Με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος του, ο Θεόφιλος Σεχίδης οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Καβάλας.
Η δίκη διεξήχθη στις 20 Ιουνίου 1997 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε πέντε φορές ισόβια για τις ανθρωποκτονίες κατά συρροή και σε ποινή φυλάκισης 7,5 ετών για οπλοχρησία, οπλοκατοχή, οπλοφορία και για περιύβριση νεκρού.
Ο Θεόφιλος Σεχίδης στο δικαστήριο
Την Δευτέρα 12 Αυγούστου, ο Θεόφιλος Σεχίδης μεταφέρθηκε στις Δικαστικές Φυλακές Κομοτηνής, όπου για προληπτικούς λόγους τοποθετήθηκε στην απομόνωση. Από τους αστυνομικούς ζήτησε μόνο «να ακούει Μπαχ ή αν αυτό δεν είναι εφικτό, κλασική μουσική και να διαβάζει βιβλία».
Θεόφιλος Σεχίδης: Ιατρικές διαγνώσεις
Λίγο πριν από τον Σεπτέμβρη του 1997 μεταφέρθηκε στον Κορυδαλλό για ψυχιατρική παρακολούθηση. Έπειτα από 5μηνη παρακολούθηση της συμπεριφοράς του Σεχίδη, οι επιστήμονες συμπέραναν ότι, ο Σεχίδης πάσχει από σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας.
Στις 2 Ιουνίου του 1992, ο Σεχίδης υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία, στην οποία φάνηκε ότι είχε εγκεφαλικές ανωμαλίες. Η γνωμάτευση της αξονικής τομογραφίας, έδειξε «εγκεφαλικά ευρήματα που δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν φυσιολογικά».
Το 2010, ο ψυχίατρος του Οργανισμού Κατά των Ναρκωτικών του Αττικού Νοσοκομείου, Γεώργιος Τζεφεράκος, δήλωσε ότι ο Σεχίδης πάσχει από σχιζοφρένεια, και όχι από σχιζότυπη διαταραχή.
Θεόφιλος Σεχίδης: Ο θάνατος του
Ο θάνατος του επήλθε στις 12 Φεβρουαρίου 2019 το πρωί, στο Ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού. Ο γνωστός και ως μακελάρης της Θάσου, βρέθηκε νεκρός στα λουτρά του ψυχιατρείου κρατουμένων του Κορυδαλλού.
Η αιτία θανάτου του, ήταν η ανακοπή καρδιάς, καθώς αντιμετώπιζε σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα εδώ και χρόνια και λάμβανε φαρμακευτική αγωγή. Ήταν υπέρβαρος και την ώρα του μπάνιου παρουσίασε δυσκολία στην αναπνοή. Μεταφέρθηκε αμέσως στο νοσοκομείο κρατουμένων, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του.