Δύο χρόνια μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, ο Δημήτρης Κεφαλάς μιλά για την εφιαλτική εμπειρία που έζησε εκείνη τη νύχτα. Ο 24χρονος φοιτητής περιγράφει τη στιγμή της σύγκρουσης, τη μάχη του για επιβίωση και τις δύσκολες ώρες που ακολούθησαν.
«Ούτε ανάσα μπορούσα να πάρω, ούτε να δω καλά»
Ο Δημήτρης βρισκόταν στο κυλικείο του τρένου, στο τρίτο βαγόνι – ένα από τα σημεία που υπέστησαν τεράστια καταστροφή. Το ταξίδι ήταν γνώριμο για εκείνον, καθώς είχε χρησιμοποιήσει τη συγκεκριμένη διαδρομή πολλές φορές. Εκείνο το βράδυ, όμως, κάτι ήταν διαφορετικό: το τρένο ήταν υπερπλήρες, με πολλούς επιβάτες να στέκονται όρθιοι, ειδικά στο κυλικείο.
Εκείνος είχε προγραμματίσει να καθίσει στη θέση του, αλλά η πολυκοσμία τον έκανε να μείνει στο κυλικείο. Αυτό, όπως λέει, του έσωσε τη ζωή, καθώς όταν έγινε η σύγκρουση εκτινάχθηκε έξω από το τρένο μέσα από ένα παράθυρο και προσγειώθηκε σε ένα χωράφι.
«Ούτε ανάσα μπορούσα να πάρω, ούτε να δω καλά. Το μόνο που ξεχώριζα ήταν οι φωτιές, οι φωνές των ανθρώπων», λέει συγκλονισμένος. Θυμάται ότι τα τελευταία δευτερόλεπτα πριν από τη σύγκρουση άκουσε μια γυναίκα να φωνάζει: «Όχι, Παναγία μου».
«Πρέπει να φύγουμε, αλλιώς θα πεθάνουμε»
Από τη στιγμή που βρέθηκε εκτός του τρένου, η αίσθηση του πόνου ήταν αφόρητη. «Πονούσα τόσο πολύ που δεν μπορούσα να κουνηθώ», εξηγεί. Δύο άγνωστοι, μια κοπέλα και ένας νεαρός, τον έσπρωχναν και τον προέτρεπαν να φύγει: «Πρέπει να φύγουμε, αλλιώς θα πεθάνουμε». Εκείνος, όμως, τους παρακαλούσε να τον αφήσουν, αφού ένιωθε ότι δεν άντεχε να κινηθεί.
Όταν κατάφεραν να φτάσουν στην άσφαλτο, ζήτησε ένα τηλέφωνο για να καλέσει τη μητέρα του. Τραυματισμένος και σοκαρισμένος, η μόνη του σκέψη ήταν να την ενημερώσει ότι είναι ζωντανός.
«Το σώμα μου ήταν γεμάτο πληγές»
Ο Δημήτρης νοσηλεύτηκε για μία εβδομάδα στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας, φέροντας πολλαπλά τραύματα:
«Είχα κόψει το πόδι μου, είχα σπάσει το πλευρό μου, είχα κακώσεις στο κεφάλι και στους πνεύμονες, δεν μπορούσα να ανασάνω».
Οι τραυματισμοί στο κεφάλι του είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει πολλές αναμνήσεις από τη μοιραία νύχτα. Παρόλα αυτά, οι στιγμές που ακολούθησαν κατά τη νοσηλεία του ήταν εξίσου τραυματικές. Συγγενείς συνεπιβατών του τον επισκέπτονταν, δείχνοντάς του φωτογραφίες ανθρώπων που αναζητούσαν, ελπίζοντας πως μπορεί να είχε κάποια πληροφορία για αυτούς.
Απόγνωση και αβεβαιότητα για τους συγγενείς
Το χάος δεν περιορίστηκε μόνο στη στιγμή του δυστυχήματος. Οι συγγενείς των επιβατών έψαχναν απεγνωσμένα πληροφορίες για τους δικούς τους ανθρώπους, χωρίς να λαμβάνουν καμία ουσιαστική απάντηση.
Η οικογένεια του Δημήτρη, όπως και πολλοί άλλοι, προσπαθούσε να επικοινωνήσει με το 112 για να μάθει νέα του. Όμως, η σύγχυση και η έλλειψη οργάνωσης άφησαν δεκάδες οικογένειες σε απόγνωση, αναζητώντας μάταια έστω ένα στοιχείο για τους αγαπημένους τους.