Η συγκλονιστική εξομολόγηση της Μαρίνας Βερνίκου! «Μου φώναζε ότι θα με σκοτώσει… »

Οι δύσκολες ώρες που κανείς δεν έμαθε!

Συγκλονίζει η Μαρίνα Βερνίκου με τα όσα αναφέρει σε συνέντευξη της λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μου φώναζε ότι θα με σκοτώσει! Κινδύνεψε η ζωή μου»!

Tη μια στιγμή κάθεται αναπαυτικά στον καναπέ και θυμάται μια ιστορία από τα φοιτητικά της χρόνια, με το βλέμμα της να περιπλανιέται μέχρι τον Παρθενώνα, που από τη βεράντα του σπιτιού της μοιάζει με νησί σε μια θάλασσα ταρατσών, και την επόμενη στιγμή μπορεί να ισιώνει τον κορμό της και με το γκριζογάλανο βλέμμα της να αστράφτει μιλάει με ενθουσιασμό για την CREAID και τις δημοπρασίες που διοργανώνει κάθε χρόνο, με τα έσοδα να πηγαίνουν σε κάποιον σπουδαίο κοινωνικό σκοπό.

Πέρα από την CREAID, η Μαρίνα Βερνίκου τρελαίνεται στην ιδέα να συζητά για ταξίδια –έχει ταξιδέψει σε 126 χώρες–, τη φωτογραφία και τη μητρότητα. Όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αλήθεια, έχεις ταξιδέψει σε 126 χώρες;

Ο πατέρας μου, που αγαπάει κι αυτός πολύ τα ταξίδια, με έπαιρνε πάντα μαζί του, οπότε έτσι μεγάλωσα και έτσι κάνουμε κι εμείς με τα παιδιά μας.

Πάντα φεύγουμε όλοι μαζί. Όνειρό μας είναι να επισκεφτούμε όλες τις χώρες του κόσμου.

Στα παιδιά αρέσουν τα ταξίδια;

Νομίζω ότι έχει γίνει τρόπος ζωής για αυτά. Δένεται η οικογένεια, συλλέγεις εμπειρίες… Είναι ένα μεγάλο σχολείο τα ταξίδια, έρχεσαι σε επαφή με νέους πολιτισμούς, βλέπεις διαφορετικές κουλτούρες.

Τα παιδιά δεν γκρινιάζουν καθόλου, ίσα ίσα. Στις χώρες που ταξιδεύουμε, αγαπάμε να επισκεπτόμαστε νέα μέρη, όχι να βλέπουμε τα κλασικά.

Θα πάμε για να εξερευνήσουμε τον τόπο. Επίσης, δεν ταξιδεύουμε ποτέ με γκρουπ, πάντα μόνοι μας.

Αυτό ήταν κάτι που έκανες και όταν ήσουν single;
Όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο, παίρναμε με τις φίλες μου το αυτοκίνητο και πηγαίναμε παντού.

Έχει κινδυνέψει η ζωή σου;

Ναι, μία φορά. Ήμασταν στην Τζαμάικα, όπου απαγορεύεται από τον νόμο οι τουρίστες να πηγαίνουν σε όποια παραλία θέλουν.

Καθότι εγώ Ελληνίδα, όμως, και η φίλη μου Πορτογαλίδα, είπαμε ότι θα πάμε σε αυτήν που μας αρέσει. Βρεθήκαμε, λοιπόν, σε μια πανέμορφη, απαγορευμένη παραλία και κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένας περίεργος τύπος.

Μας έπιασε κουβέντα και στη συνέχεια μας πρότεινε να αγοράσουμε μαριχουάνα. Εμείς αρνηθήκαμε και τότε μας λέει «Θα μου δώσετε 10 δολάρια!».

Επιμείναμε ότι δεν θέλουμε, και η φίλη μου άρχισε να του φωνάζει: «Δεν θα μας πεις εσύ τι θα κάνουμε».

Ήμουν 20 χρόνων τότε, αλλά πάντα ήμουν η ψύχραιμη της παρέας. Άρχισε, λοιπόν, να φωνάζει κι αυτός με τη σειρά του «Θα σας σκοτώσω!».

Λέω στη φίλη μου, η οποία του απαντούσε, ότι καλύτερα να πάμε προς τον κεντρικό δρόμο. Εκείνος συνέχιζε να ουρλιάζει, ενώ εγώ τον παρότρυνα να ηρεμήσει. Καθώς προχωρούσαμε είδαμε ένα μπαρ και μπήκαμε μέσα.

Η φίλη μου, φοβισμένη, μου λέει: «Τι θα κάνουμε;».

«Δεν ξέρω» της απαντώ, κι εκείνη αμέσως μετά κατέρρευσε λέγοντάς μου πως πρέπει να επιστρέψουμε στη Βοστόνη.

Από τότε αποφασίσαμε ότι όποιος μας ζητάει λεφτά θα του τα δίνουμε χαμογελώντας. Μου έγινε μάθημα, το λέω και στα παιδιά μου: «Αν κάποιος ζητάει χρήματα, τα δίνεις και φεύγεις. Δεν τσακωνόμαστε ποτέ με αγνώστους στον δρόμο».

*Από το People που κυκλοφορεί μαζί με το Έθνος της Κυριακής

Exit mobile version