Σεισμός στην Τουρκία: Η Αντιόχεια ισοπεδώθηκε! Εικόνες σοκ από το πριν και το μετά

Τουρκία

Οι κάτοικοι λένε πως η πόλη και ο πολιτισμός της, χάθηκαν. Οι καταστροφικοί σεισμοί του παρελθόντος και η απόγνωση των αστέγων που μάχονται για να επιβιώσουν, την ώρα που κόσμος ανασύρεται από τα χαλάσματα.

Οι εικόνες που μεταδίδονται στα διεθνή Media από την Αντιόχεια, θυμίζουν πραγματικά το “τέλος του κόσμου”. Η Αντιόχεια που βρίσκεται στην επαρχία του Χάταϊ, ισοπεδώθηκε κυριολεκτικά από τους μεγάλους σεισμούς στην Τουρκία, με αποτέλεσμα – πέραν των εκατοντάδων θυμάτων – να βρεθούν άστεγοι οι πολίτες της, από τη μια στιγμή στην άλλη.

Πολλοί από τους επιζώντες που έμεναν στην περιοχή του Χάταϊ είναι χωρίς στέγη, ηλεκτρισμό, τρεχούμενο νερό, θέρμανση ή καύσιμα, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να προειδοποιεί πως ο κίνδυνος ανθρωπιστικής κρίσης, είναι παραπάνω από ορατός. Οι αρχές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το μέγεθος της καταστροφής με τους επιζώντες να αναζητούν συγγενικά τους πρόσωπα.

Η 52χρονη Saba Yigit αναφέρει στους New York Times πως εδώ και τέσσερις ημέρες προσπαθούν να ζήσουν χωρίς ρεύμα, χωρίς νερό, χωρίς τουαλέτα, μέσα στο ψύχος. Οι περισσότεροι ζουν μέσα στα οχήματά τους, άλλοι σε πρόχειρες σκηνές, άλλοι σε υπαίθριους χώρους. Η Yigit με την οικογένειά της, έχουν βρει πρόσκαιρο καταφύγιο στην κεντρική λαχαναγορά που έχει σκεπαστεί με μουσαμάδες. Τρώνε ο,τι βρουν για να επιβιώσουν, αναμένοντας περαιτέρω ανθρωπιστική βοήθεια. Τα περισσότερα τρόφιμα που καταναλώνουν είναι λαχανικά που προσφέρονται από τις ομάδες βοήθεις που έφτασαν στα ερείπια της πόλης. Μεγάλο μέρος όσων ζουν στον δρόμο είδε τα σπίτια τους να καταστρέφονται ολοσχερώς, ενώ άλλοι φοβούνται να επιστρέψουν στις οικίες τους καθώς οι μετασεισμοί συνεχίζονται.

Στον χώρο στάθμευσης του μεγαλύτερου νοσοκομείου της πόλης, επιζήσαντες προσπαθούν να αναγνωρίσουν συγγενείς τους ανάμεσα στους νεκρούς. Αν δεν αναγνωριστούν μέσα σε 24 ώρες, καταλήγουν σε ομαδικούς τάφους. Ο Αλί Μπαμπατζάν. Ο πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας, κατήγγειλε ότι αν δεν αναγνωριστούν, ή αν δεν φέρουν ταυτότητα, τα πτώματα δεν προσμετρούνται στους νεκρούς.

Απόλυτο χάος:

Παράλληλα, οι ζημιές σε όσα κτίσματα άντεξαν, είναι παραπάνω από εμφανείς.

“Όσο περιμένουμε τις σκηνές, θα πεθάνουμε εδώ στις καρέκλες μας”, είπε η 70χρονης Sabriye Karaoglan στους N.Y. Times. Δίπλα της έχει ένα κλουβί με παπαγάλους που διασώθηκαν από το διαμέρισμά της, το οποίο δεν υπάρχει πια. Οι κάτοικοι λένε πως η πόλη τους, δεν υπάρχει πια, μαζί με την ιστορία της.

Πράγματι, η ιστορία της πόλης είναι τεράστια. Ιδρύθηκε στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. από τον Σέλευκο Α’ το Νικάτορα, στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στη μνήμη του πατέρα του, Αντίοχου. Δικαίως θεωρήθηκε λίκνο του ελληνικού πολιτισμού στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, αποτελώντας σταυροδρόμι των μεγάλων φιλοσοφικών ρευμάτων και πυλώνα πολυπολιτισμικότητος. Σταδιακά, άρχισε να παρακμάζει από τον 10ο αιώνα λόγω των σφοδρών επιδρομών των κατακτητών, Αράβων και Σταυροφόρων, καθώς και της αλλαγής των εμπορικών δρόμων προς τη Δύση.

Το 115 μ.Χ., η αρχαία μητρόπολη της Αντιόχειας καταστράφηκε από έναν σεισμό τον οποίο οι επιστήμονες εκτιμούν στους 7,5 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ. Οι εκτιμήσεις της εποχής έκαναν λόγο για 260.000 νεκρούς, αν και οι αριθμοί αυτοί δεν είναι πολύ αξιόπιστοι. Πληροφορίες για αυτόν τον σεισμό μας δίνει ο Ρωμαίος ιστορικός ελληνικής καταγωγής και ύπατος κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, Δίων Κάσσιος Κοκκηϊανός. Ο Δίων περιγράφει την Αντιόχεια ως γεμάτη στρατιώτες και πολίτες, ανθρώπους που είχαν έρθει από πολλά μέρη της αυτοκρατορίας επειδή ο αυτοκράτορας Τραϊανός βρισκόταν εκεί για να περάσει τον χειμώνα πριν την κατάκτηση της Μεσοποταμίας. Σύμφωνα με τις αναφορές, ο Τραϊανός κατάφερε να βγει από το σπίτι που διέμενε και υπέστη μικρά τραύματα.

Παρόμοιος αριθμός νεκρών, πάντως, αναφέρεται και για το 526 μ.Χ., όταν ένας άλλος σεισμός χτύπησε τη βυζαντινή, τότε, πόλη της Αντιόχειας. Τον σεισμό του 526 μ.Χ. ακολούθησε πυρκαγιά, η οποία ολοκλήρωσε την καταστροφή. Ανάμεσα στις απώλειες ήταν και η Μητρόπολη της πόλης, που είχε χτιστεί από τον Μέγα Κωνσταντίνο.

Η σύγχρονη πόλη χτίστηκε πάνω σε στρώματα από ερείπια των παλαιότερων πολιτισμών. Για τα εγκλήματα που έγιναν στο πώς οικοδομήθηκαν τα σπίτια χωρίς να τηρούνται οι αντισεισμικοί κώδικες, έχει γίνει ήδη μεγάλη συζήτηση.

Σε κάθε περίπτωση, η πολυπολιτισμικότητα ήταν ακόμη εμφανής μέχρι πρότινος. Από χριστιανικούς ναούς μέχρι πέτρινα τζαμιά και βυζαντινά ψηφιδωτά που αποκαλύφθηκαν κατά την κατασκευή μεγάλων ξενοδοχείων. Ο 41χρονος ιδιοκτήτης μεγάλου ξενοδοχείου, Kazim Kuseyri, λέει στους N.Y. Times πως “δεν υπάρχει πλέον Αντιόχεια. Ο ίδιος κοιμάται στην αυλή του ξενοδοχείου, μαζί με ακόμη 25 άτομα, ανάμεσα στα οποία είναι η οικογένειά του και υπάλληλοι του ξενοδοχείου. “Έχασα όλες μου τις αναμνήσεις. Δεν έχω λόγο να ζω πια εδώ, δεν έχει μείνει τίποτα”, λέει ο ίδιος.

Δείτε καρέ από το πριν και το μετά της πόλης:

Το παλαιότερο τμήμα της πόλης όπου μπορούσε κανείς να συναντήσει χριστιανικούς ναούς, τζαμιά, μέχρι παρεκκλήσια που έφτιαξαν Αλεβίτες, ακόμη και συναγωγή (παρότι οι περισσότεροι Εβραίοι της πόλης εκδιώχθηκαν), καταστράφηκε ολοσχερώς.

Οι κάτοικοι αναφέρουν πως η ύπαρξη αυτού του ιστορικού κέντρου, ήταν η απόδειξη πως η Αντιόχεια σεβόταν όλες τις θρησκείες και την πολιτιστική κληρονομιά. Παράλληλα, η Αντιόχεια των 200.000 κατοίκων, φιλοξενούσε τα τελευταία χρόνια χιλιάδες πρόσφυγες από τη Συρία.

Ο 34χρονος, κουρδικής καταγωγής, Ahmet Gunes, δηλώνει από τη δική του μεριά πως “πονάει να βλέπεις έτσι τον Δρόμο της Ανεξαρτησίας”. Ο ίδιος ερχόταν από τη Σανλιούρφα, για να πουλήσει ζώα. Μέσα σε όλο τον χαμό, οι λεηλασίες συνεχίζονται.

“Κοιμάσαι, ξυπνάς και μετά δεν θυμάσαι πια την παιδική σου ηλικία” λέει ο 51χρονος Isa Solmaz. “Είναι σαν να ζούμε με απώλεια μνήμης. Δεν είναι ότι καταστράφηκε μια πόλη. Είναι ότι καταστράφηκε η ιστορία, ο πολιτισμός”. Με τα περισσότερα καταστήματα, κλειστά ή κατεστραμμένα, το μόνο φαγητό που φτάνει στην Αντιόχεια, έρχεται με τη μορφή ανθρωπιστικής βοήθειας, περιλαμβάνοντας φακές και απλά ζυμαρικά, κονσέρβες τόνου ή μπισκότα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα παρόλα αυτά, πέραν του κρύου, είναι η έλλειψη επικοινωνίας με τα οικεία πρόσωπα. “Η πόλη τελείωσε”, λέει ο 55χρονος Ibrahim Kaya, που έχει βρει επίσης καταφύγιο στη λαχαναγορά. “Καίμε ο,τι βρούμε για να ζεσταθούμε και περιμένουμε περισσότερη βοήθεια”, λέει.

Να σημειωθεί άλλωστε πως στην Αντιόχεια έλαβε χώρα μεγάλη επιχείρηση της ελληνικής διασωστικής αποστολής για να εντοπιστεί ζευγάρι Ελλήνων, μετά τις φονικές δονήσεις, χωρίς να υπάρξει, δυστυχώς, αίσιο τέλος.

Exit mobile version