«Ένα έγκλημα, όσο ειδεχθές κι αν είναι, δεν συνιστά αξιωματικά ένδειξη ψυχοπαθολογίας και ψυχικής νόσου» λένε οι ειδικοί.
Σοκαρισμένο παρακολουθεί το πανελλήνιο την εξέλιξη της υπόθεσης του θανάτου των τριών παιδιών της οικογένειας Δασκαλάκη.
Η σύλληψη της μητέρας, Ρούλας Πισπιρίγκου, την περασμένη Τετάρτη, δύο μήνες μετά τον θάνατο της πρωτότοκης κόρης, Τζωρτζίνας, επιβεβαίωσε τους χειρότερους φόβους όλων, ότι μία μητέρα έχει αφαιρέσει τη ζωή του παιδιού της.
Το ΘΕΜΑ, με τη βοήθεια δύο ειδικών, σκιαγραφεί πτυχές της προσωπικότητας της 33χρονης κατηγορούμενης. Η ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια και διδάσκουσα στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δρ Λίζα Βάρβογλη και ο ψυχίατρος, Δρ Ψυχιατρικης Ιατροδικαστικής και πρόεδρος του Κλάδου Διπλής Διάγνωσης της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρίας, Δρ Γιώργος Τζεφεράκος, με βάση την επιστημονική βιβλιογραφία επιχειρούν μία προσέγγιση των πράξεων που τής αποδίδονται. Υπογραμμίζουν ωστόσο ότι το ψυχολογικό προφίλ της φερόμενης ως δράστιδος μπορούν με ακρίβεια να συνθέσουν κατόπιν εξέτασης μόνον οι ειδικοί τους οποίους η Πολιτεία θα ορίσει στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης.
«Το κάθε άτομο που πράττει μια ανθρωποκτονία, πόσω μάλλον παιδοκτονία, έχει το δικό του μοναδικό ιστορικό, ψυχοπαθολογικό προφίλ, υποκειμενικά βιώματα και ψυχικά τραύματα και οφείλει να αξιολογηθεί ξεχωριστά, αφού κάθε παιδοκτόνος διαφέρει και σε ότι αφορά το νόημα που ο ίδιος δίδει στην πράξη του», διευκρινίζει ο πρόεδρος της ΕΠΑΨΥ.
Αλλά και οι δύο ειδικοί αποσυνδέουν την εγκληματική πράξη από ψυχική νόσο. «Ένα έγκλημα, όσο ειδεχθές κι αν είναι, δεν συνιστά αξιωματικά ένδειξη ψυχοπαθολογίας και ψυχικής νόσου» λέει ο Δρ Τζεφεράκος, με την Δρα Βάρβογλη να συμπληρώνει ότι «ένας ενήλικας χωρίς ψυχική νόσο μπορεί να καταλάβει τις συνέπειες των πράξεών του και να διακρίνει το σωστό από το λάθος, το ηθικό από το ανήθικο».
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η Ρούλα Πισπιρίγκου δεν φαίνεται να έχει ακαταλόγιστο καθώς δεν υπάρχει διαγνωσμένη, τουλάχιστον, ψυχική νόσος.
«Ό,τι έκανε, το έκανε με προγραμματισμό και ψυχραιμία. Είχε την επιλογή, ήξερε τι έκανε» εκτιμά η κυρία Βάρβογλη, χωρίς να μπορεί να αξιολογηθεί προς το παρόν αν το διαγενεακό τραύμα που κουβαλά η οικογένειά της (μεγάλωσε με πατέρα του οποίου η μητέρα είχε δολοφονηθεί από τον σύζυγό της) έπαιξε τον ρόλο του στη συμπεριφορά και την προσωπικότητά της.
Ναρκισσισμός
Στα επιστημονικά χρονικά αναφέρονται αναρίθμητες περιπτώσεις παιδοκτόνων με κοινά χαρακτηριστικά: έντονη παρόρμηση, εκρήξεις θυμού, καχυποψία, υψηλή νοημοσύνη, μεγαλοϊδεατισμός, χαμηλή ενσυναίσθηση και ναρκισσιστική διαταραχή.
«Είναι σημαντικό να πούμε ότι υπάρχει καλοήθης και κακοήθης ναρκισσισμός. Τα ναρκισσιστικά στοιχεία είναι απαραίτητα για τη διατήρηση της ζωής. Η υγιής ανάπτυξη του ναρκισσισμού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την μητρική φροντίδα που λαμβάνουμε τα πρώτα χρόνια της ζωής. Στην κακοήθη μορφή του, τα άτομα δυσκολεύονται να επενδύσουν στους άλλους και στην ακραία μορφή του κυριαρχεί η έλλειψη ενσυναίσθησης. Στην ανατροφή των παιδιών τους τα άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή δεν έχουν ως ζητούμενο την άνθιση υγιών, διαφοροποιημένων προσωπικοτήτων αλλά την επικράτηση του εαυτού τους και την καταστροφή των παιδιών τους», εξηγεί ο Δρ Τζεφεράκος.
Και προσθέτει:
«Σε κάποιες περιπτώσεις, το μώρο δεν βιώνεται ως αυτόνομη, ανεξάρτητη οντότητα αλλά ως ναρκισσιστική προέκταση της ίδιας της μητέρας, η οποία συνειδητά ή ασυνείδητα αναζητά να το εξουσιάσει ή και να το καταστρέψει».
Η Δρ Βάρβογλη συμπληρώνει πως «οι ναρκισσιστές αποκομίζουν χαρά από τον θρίαμβό τους επί των άλλων και φτάνουν να επιδιώκουν την αποκάλυψη των ειδεχθών πράξεων τους θεωρώντας ότι πρόκειται για την προσωπική τους επιβράβευση».
Η σχέση μητέρας-παιδιού
Κάθε παιδοκτονία επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για το μητρικό φίλτρο. «Φαίνεται να υπάρχει μια εξιδανίκευση του ρόλου της μητρότητας. Και υποθέτουμε πως μια γυναίκα αυτόματα κατέχει την ψυχική δυνατότητα να γίνει μητέρα. Αυτό ωστόσο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη σχέση με τη δική της μητέρα», λέει ο Δρ Τζεφεράκος.
«Πρόκειται για τον σταθερό συναισθηματικό δεσμό, που ξεκινάει από την ενδομήτρια ζωή μας και καθορίζει την μετέπειτα ικανότητά μας να συνάπτουμε σχέσεις, να παίρνουμε και να δίνουμε αγάπη. Αν ο δεσμός αυτός δεν είναι ισχυρός, είναι αγχώδης ή δεν υπάρχει, στην ενήλικη ζωή έχουμε ανθρώπους απόμακρους που δεν μπορούν να συνάψουν σχέσεις με άλλους. Σα να μη βλέπουν τους άλλους ή και τον εαυτό τους με όμορφο ζεστό τρόπο και είναι σε μόνιμη εσωτερική σύγκρουση. Αυτοί οι άνθρωποι κάνουν τους άλλους γύρω τους να υποφέρουν», εξηγεί η κυρία Βάρβογλη.
Γιατί μια μητέρα σκοτώνει το παιδί της
Ο καταξιωμένος καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Κλίβελαντ των ΗΠΑ, Δρ Φίλιπ Τζ. Ρέζνικ σε ανασκόπηση 131 παιδοκτονιών που δημοσίευσε το 2006 καταλήγει σε πέντε βασικούς λόγους που οδηγούν μια μητέρα να αφαιρέσει τη ζωή του παιδιού της:
- Αλτρουιστική αγάπη, δηλαδή το σκοτώνει για να το λυτρώσει από τα δεινά του, όπως π.χ. μια χρόνια ή ανίατη νόσο. Πρόκειται ουσιαστικά για μητέρα με διαταραγμένη προσωπικότητα.
- – Ψυχωσικά επεισόδια της μητέρας, που την κάνουν να χάνει την επαφή με την πραγματικότητα και του κακού που προκαλεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα Αυστραλής μητέρας που θανάτωσε τα 6 παιδιά της και τον ανιψιό της. Η γυναίκα είχε ψυχιατρικό ιστορικό, έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών και κατέληξε να αυτοκτονήσει.
- – Δεν θέλει το παιδί. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για νεογνοκτονίες, δηλαδή μητέρες που αφαιρούν τη ζωή του νεογέννητου τα πρώτα 24ωρα μετά τον τοκετό.
- – Παραμέληση/Κακοποίηση. Πρόκειται για περιπτώσεις γυναικών που δεν μεριμνούν για την επαρκή στέγαση, σίτιση και καθαριότητα των παιδιών, θέτοντας την επιβίωση τους σε κίνδυνο.
- – Εκδικείται τον σύζυγο/σύντροφο. Του προκαλεί πόνο για να αποκομίσει η ίδια χαρά.