Προελαύνει η ακροδεξιά: Πρόεδρος στη Βραζιλία ο ακροδεξιός Μπολσονάρου

«Θα αλλάξουμε μαζί το πεπρωμένο της Βραζιλίας», δήλωσε το βράδυ της Κυριακής ο εκλεγμένος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου, σε ένα πρώτο μήνυμά του που μεταδόθηκε μέσω Facebook, μετά την αναγγελία της νίκης του στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. «Δεν μπορούμε πλέον να συνεχίσουμε να ερωτοτροπούμε με τον σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό, τον λαϊκισμό της αριστεράς», πρόσθεσε, σε πολεμικό τόνο, ο εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας, μετά τη νίκη του επί του κεντροαριστερού αντιπάλου του, του Φερνάντου Αντάτζι.

Λίγο αργότερα, ο Μπολσονάρου υποσχέθηκε σε διάγγελμά του που μεταδόθηκε απευθείας τηλεοπτικά ότι η κυβέρνησή του θα «υπερασπιστεί το Σύνταγμα, τη δημοκρατία, την ελευθερία».

«Αυτή δεν είναι ούτε η υπόσχεση ενός κόμματος, ούτε μια κενή υπόσχεση ενός άνδρα, είναι ένας όρκος ενώπιον του θεού», πρόσθεσε ο Μπολσονάρου, που εκλεγόταν στη Βουλή της Βραζιλίας επί 27 χρόνια με τα χρώματα της άκρας δεξιάς και δηλώνει ανοικτά νοσταλγός της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-85).

Ζαΐχ Μπολσονάρου, ο υμνητής της δικτατορίας που εξελέγη Πρόεδρος της Βραζιλίας

Εκλεγμένος πρόεδρος της Βραζιλίας από την Κυριακή, ο Ζαΐχ Μπολσονάρου σαγήνευσε εκατομμύρια ψηφοφόρους με έναν πολιτικό λόγο επικεντρωμένο στο ζήτημα της δημόσιας ασφάλειας, που – εκ του αποτελέσματος – πέτυχε διάνα τον στόχο, παρ’ όλες τις ρατσιστικές, μισογυνικές και ομοφοβικές παρεκτροπές του ακροδεξιού πολιτικού.

Ο πρώην λοχαγός του στρατού, με ρητορική που μονίμως αψηφά την πολιτική ορθότητα, δεν κρύβει πως νοσταλγεί, χωρίς μάλιστα καμιά αναστολή γι’ αυτό, τα «μολυβένια χρόνια» της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985) στη Βραζιλία.

Μολαταύτα, ο ακροδεξιός υποψήφιος αρνείται πως εγείρει απειλή για τη βραζιλιάνικη δημοκρατία, υπόσχεται ότι θα είναι «σκλάβος του Συντάγματος» και ότι θα ασκήσει την εξουσία επιδεικνύοντας πυγμή, πάντως όχι «αυταρχισμό».

Ο 63χρονος κοινοβουλευτικός με τα διαπεραστικά γαλάζια μάτια, που έμεινε αλώβητος από τα σκάνδαλα διαφθοράς που σάρωσαν το βραζιλιάνικο πολιτικό προσωπικό, πρόβαλε ως κεντρικό πολιτικό του σχέδιο την χαλάρωση των όρων για την οπλοκατοχή και την οπλοφορία, ώστε οι «καλοί» να μπορούν να προστατεύονται, αν όχι να αποδίδουν δικαιοσύνη οι ίδιοι.

Ο Μπολσονάρου υπήρξε ο ίδιος θύμα της ενδημικής βίας στη Βραζιλία. Την 6η Σεπτεμβρίου, γλίτωσε παρά λίγο τον θάνατο μετά τον τραυματισμό του από μαχαίρι στο υπογάστριο, πράξη ενός ανισόρροπου σύμφωνα με τις αρχές, την ώρα που πλήθος υποστηρικτών του ακροδεξιού πολιτικού τον είχε σηκώσει στα χέρια.

Πράγμα που επέτρεψε στον «μύθο», όπως τον αποκαλούν οι οπαδοί του, να προβάλει την εικόνα του μάρτυρα. Νοσηλεύθηκε για τρεις εβδομάδες, δεν έκανε άλλες προεκλογικές συγκεντρώσεις, δεν πήρε μέρος σε κανένα τηλεοπτικό ντιμπέιτ, παρέμεινε ωστόσο πολύ ενεργός στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, όπου σάρωνε ήδη, με περίπου 8 εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν εγγραφεί για να παρακολουθούν τη ροή των αναρτήσεών του μόνο στο Facebook.

Ο «τροπικός Τραμπ»

Το επιγραμματικό και άμεσο στιλ του λόγου των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης του ταίριαζε γάντι. Καθώς είναι κάθε άλλο παρά μεγάλος ρήτορας, προτίμησε να απευθύνεται στους ψηφοφόρους πιο άμεσα, πιο προσωπικά, στο Διαδίκτυο, με σύντομες, συχνά εύστοχες ατάκες.

Το πολιτικό του πρόγραμμα είναι μάλλον ρευστό, όπως δείχνουν οι πολλές αλλαγές της πολιτικής του ετικέτας στην πορεία των ετών. Αν και ομολογεί ότι δεν καταλαβαίνει τα οικονομικά, εξασφάλισε την εμπιστοσύνη των αγορών χάρη στον γκουρού του Πάουλου Γκέτζις, «Chicago boy», νεοφιλελεύθερο πολιτικό τον οποίο σκοπεύει να κάνει «υπερυπουργό».

Ο Μπολσονάρου, που έχει αποκτήσει το προσωνύμιο «ο τροπικός Τραμπ», επικαλείται συχνά τον πρόεδρο των ΗΠΑ, τον οποίο δηλώνει πως θαυμάζει.

Αντίθετα πάντως με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Ζαΐχ Μπολσονάρου έχει μακρά πολιτική καριέρα πίσω του. Εκλέγεται στη Βουλή της Βραζιλίας από το 1991.

«Μιλάει για τους “πολιτικούς” σαν να μην είναι μέρος αυτού του κόσμου. Κατάφερε να περάσει την εικόνα του ισχυρού άνδρα, του θιασώτη της σκληρής γραμμής, που θα πατάξει τη διαφθορά», εξηγεί ο Μισαέλ Μοάλεμ, καθηγητής του δικαίου στο Ίδρυμα Ζετούλιου Βάργκας.

Κάπως έτσι εξασφάλισε την υποστήριξη ισχυρών λόμπι στο κοινοβούλιο, κυρίως αυτών του αγροδιατροφικού τομέα και των ευαγγελικών.

Καθολικός, έχει επικριθεί από κάποιους διότι τα πέντε παιδιά του (τρία από τα οποία έχουν κατέβει στην πολιτική κονίστρα) είναι καρπός τριών γάμων.

Το 2017, ο Μπολσονάρου επέδειξε τον μισογυνισμό του δηλώνοντας ότι αφού έκανε τέσσερις γιους, έγινε «αδύναμος» κι έτσι απέκτησε μια κόρη.

Φράση την οποία προσπάθησε κατόπιν να αμβλύνει, τουλάχιστον προς εκείνη, με ένα βίντεο στο οποίο εικονίζεται με δάκρυα στα μάτια να λέει πώς η κόρη του, η Λάουρα, του «άλλαξε τη ζωή» κι ότι δεν θέλει πια να αποκτήσει άλλα παιδιά.

Παρεκτροπές κατά συρροή

Γεννημένος το 1955 στο Καμπίνας, κοντά στο Σαν Πάουλου, γόνος οικογένειας ιταλικής καταγωγής, εντάχθηκε στον στρατό, όπου όμως η σταδιοδρομία του αμαυρώθηκε από επεισόδια απείθειας: κατηγορήθηκε τη δεκαετία του 1980 ακόμα και για απόπειρα βομβιστικής επίθεσης με στόχο να εξασφαλίσει αύξηση μισθού.

Στον στρατό, ήταν γνωστός για τη σωματική του ρώμη, είχε το προσωνύμιο «Καβαλάου» (άτι).

Ο Ζαΐχ Μπολσονάρου σταδιοδρόμησε πολιτικά στο Ρίο ντε Ζανέιρο, όπου εξελέγη δημοτικός σύμβουλος το 1988 και κατόπιν ομοσπονδιακός βουλευτής, τρία χρόνια αργότερα.

Στη διάρκεια της θητείας του στο κοινοβούλιο, αυτό που έμεινε είναι μάλλον οι παρεκτροπές του στο ημικύκλιο παρά τα νομοσχέδια που κατάφερε να εγκριθούν – δύο σε 27 χρόνια.

Το 2014, προκάλεσε σκάνδαλο όταν καταφέρθηκε με σκαιό τρόπο εναντίον της αριστερής βουλεύτριας Μαρίας ντου Χοζάριου, λέγοντάς της ότι «δεν της άξιζε» να τη βιάσει διότι ήταν «πολύ άσχημη». Δύο χρόνια αργότερα, έπλεκε το εγκώμιο ενός από τους βασανιστές της στρατιωτικής δικτατορίας.

Ο Μπολσονάρου εξάλλου κάθε άλλο παρά κρύβει τα ομοφοβικά του αισθήματα. Σε μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο περιοδικό Playboy το 2011, ο πολιτικός είχε δηλώσει πως θα προτιμούσε ένας γιος του «να σκοτωθεί σε ατύχημα» μάλλον, παρά να του πει πως είναι ομοφυλόφιλος.

Exit mobile version