Στην κάμερα της εκπομπής Αλήθειες με την Ζήνα μίλησε το μεσημέρι της Πέμπτης (23/12) η μητέρα του Τάσου Μπερδέση, Γεωργία, 7 μήνες από την δολοφονία του.
Τα συγκινητικά λόγια της μητέρας του Μπερδέση
«Πίστευε πάντα, από μικρός που πήγαινε στην εκκλησία κοινωνούσε και ήθελε να γίνει και παπάς. Από 13 χρονών πήγαινε για δουλειά γιατί δεν ήθελε τα γράμματα. Δούλευε στα λεωφορεία, καθάρισε, σκούπιζε και τα πρώτα λεφτά που πήρε ήθελε να μου πάρει σκούπα.
Δεν είχε τίποτα στο βιβλιάριό του, 500 ευρώ μόνο, εμείς θα πληρώσουμε την εφορία. Ποιος είναι αυτός που πήγε πισώπλατα στο παιδί μου; Δεν πήγε αντρίκια μπροστά του. Έτσι αφαιρούν ζωές;», κατέληξε.
Τραγική φιγούρα η μητέρα του
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο thebest.gr, “Μας πρόσεχε, μας προστάτευε πάντα. Λόγω της καραντίνας δεν τον είχα επισκεφθεί στην Αθήνα, στο νέο του σπίτι. Είχαμε κανονίσει να πάω, δεν πρόλαβα. Ήταν πάντα χαρούμενος. Με έπαιρνε συνέχεια τηλέφωνο να τον ξεματιάσω. Μιλούσε με βιντεοκλήση με τον μικρό του ανιψιό.
Ποτέ δεν μου είχε πει ότι φοβόταν κάτι. Δεν φοβόταν τίποτα. Από μικρός έτσι ήταν. Ο θάνατος του πατέρα του, όταν ήταν στην εφηβεία, του είχε κοστίσει. Μετά από αυτό ήθελε να προσφέρει στην οικογένεια ό,τι καλύτερο μπορούσε. Πολλοί λένε τα καλύτερα γιατί όντως βοηθούσε κόσμο όπως μπορούσε, ακόμα και σε ιδρύματα. Υπάρχουν κι άλλοι που λένε τα αντίθετα, δεν με ενδιαφέρει γιατί εγώ ξέρω ποιος ήταν ο Τάσος, και όχι επειδή είναι παιδί μου. Ήταν για όλους «παρών». Ήθελε να φτιάχνει, έκανε όνειρα και δεν ήθελε να μας λείπει τίποτα. Ήταν πανέξυπνος. Μας έκανε αστεία, ερχόταν καμιά φορά μέσα στη νύχτα και έφερνε λουλούδια. Αυτές οι εικόνες είναι που μένουν”.
“Κοινωνούσε, έχουμε του κόσμου τα λαδάκια, από όλα τα μοναστήρια. Λίγες μέρες πριν μου τον σκοτώσουν πήγε από το σπίτι μας στην Πάτρα, με τα πόδια, ως τον Άγιο Νικόλαο, στα Σπάτα. Ήταν οι τελευταίες μέρες που περάσαμε μαζί. Μετά έφυγε, είχε προπονήσεις και θα πήγαινα να τον δω στην Αθήνα. Θα ξεκινούσε δουλειά σε ένα γυμναστήριο.
Είχε γίνει άλλος άνθρωπος, είχε ηρεμήσει και ήταν καλά. Είχε μία καλή κοπέλα εδώ και δύο χρόνια, τον πρόσεχε, τον «μάζευε» …
Μπορεί να είχε εμπλακεί σε κάποια πράγματα, τσακωμούς, όμως δεν θα αφαιρούσε μία ζωή ποτέ. Ο άνθρωπος φαίνεται από το πρόσωπο. Είχε κατηγορηθεί για πολλά, δε θα ξεχάσω όμως, μέσα στο δικαστήριο, η εισαγγελέας, τον κοίταξε και του είπε: « Τι δουλειά είχες με όλους αυτούς; Εσύ έχεις ένα αγγελικό πρόσωπο» (σ.σ. τους συγκατηγορούμενους), Υπήρξε αναστάτωση μέσα στην αίθουσα, άρχισαν να βρίζουν οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι.
Τους βοηθούσε όλους δεν κοίταγε τον εαυτό του. Εγώ βέβαια νιώθω ποιοι ήταν οι καλοί φίλοι και ποιοι δεν είναι. Κάποιοι που έρχονται και με γλυκοχαιρετάνε, και δεν είναι πραγματικοί φίλοι τους καταλαβαίνω, και δεν θέλω επαφές. Υπάρχουν κάποιοι που δεν έχουν εμφανιστεί και ίσως έχω παράπονο, αλλά δε θέλω να το συζητήσω”.
Όπως αναφέρει, «η έννοια μου τώρα είναι να βρεθούν οι ένοχοι και να πληρώσουν. Το παιδί μου δεν θα γυρίσει πίσω αλλά θα ήθελα να δω ποιος τόλμησε, πισώπλατα, να του κάνει αυτό που του έκανε. Από την αστυνομία δεν ξέρω τίποτα προς το παρόν σε σχέση με τις έρευνες. Δεν έχω τη δύναμη να ρωτάω. Έχω κλείσει τηλέφωνα και τηλεόραση. Δεν θέλω να ακούω».