Οικία Κοκοβίκου: Αποκαθίσταται το σπίτι του «Αντωνάκη και της Ελένης» και μετατρέπεται σε πολιτιστικό χώρο προβολής ταινιών

Κοκοβίκου

Η αποκατάσταση της γνωστής «οικίας Κοκοβίκου» στην Πλάκα προχωρά με στόχο τη δημιουργία ενός νέου πολιτιστικού χώρου που θα αναδείξει την ιστορία και την αρχιτεκτονική κληρονομιά της Αθήνας.

Νέος πολιτιστικός χώρος στο ιστορικό κέντρο

Το Υπουργείο Πολιτισμού, στο πλαίσιο της πολιτικής του για την ανάπτυξη πολιτιστικών πυρήνων στο κέντρο της Αθήνας, αναλαμβάνει την αποκατάσταση του κτιρίου επί της οδού Τριπόδων 32, γνωστού ως «οικία Κοκοβίκου». Στόχος είναι η μετατροπή του σε πολιτιστικό χώρο, προσφέροντας ένα νέο σημείο αναφοράς για κατοίκους και επισκέπτες.

Το κτίριο, που σήμερα βρίσκεται σε ερειπιώδη κατάσταση, έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο του, καθώς αποτελεί εξαιρετικό δείγμα αθηναϊκής αρχιτεκτονικής. Η διάσωσή του θεωρείται κρίσιμη για τη διατήρηση της ιστορίας της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής. Οι μελέτες αποκατάστασης του κτιρίου και του περιβάλλοντος χώρου έχουν εκπονηθεί με πόρους του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ το έργο χρηματοδοτείται από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αττικής – ΕΣΠΑ 2021-2027, με προϋπολογισμό 1.700.000 ευρώ.

Η δήλωση της Λίνας Μενδώνη

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ανέφερε:
«Το Υπουργείο Πολιτισμού, στο πλαίσιο του σχεδιασμού και της υλοποίησης ενός συνολικού προγράμματος προστασίας και ανάδειξης κτηρίων -ιδιοκτησίας του Δημοσίου- στην Πλάκα, της γειτονιάς που έχει συνδεθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη με τον χαρακτήρα του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, προχωρά στην αποκατάσταση της “οικίας Κοκοβίκου” – όπως επικράτησε να λέγεται το κινηματογραφικό σπίτι του Αντωνάκη και της Ελενίτσας, από την ελληνική ταινία “Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα” – και τη μετατροπή της σε πολιτιστικό χώρο, προβολής ταινιών του ελληνικού κινηματογράφου.

Η διάσωση, η αποκατάσταση και η επανάχρηση ενός κτιρίου-μνημείου, από τα ελάχιστα πλέον σωζόμενα “αθηναϊκά σπίτια”, συμβάλλει στην ένταξή του στη σύγχρονη ζωή, ανασυγκροτεί την ιστορική εικόνα του με την ανασύσταση του βασικού συνοδού κτίσματος, μεγάλου μέρους της αυλής σε επαφή με το κτίριο και την αποκατάσταση του μετώπου του οικοπέδου, με πολλαπλό όφελος για το ανάπτυγμα της οδού και τον ιστορικό τόπο της Πλάκας.

Στόχος μας είναι η ενίσχυση του ιδιαίτερου ιστορικού και πολιτιστικού χαρακτήρα της Πλάκας, σεβόμενοι το μνημειακό της χαρακτήρα, αλλά και η ενίσχυση του τουριστικού ενδιαφέροντος για την Αθήνα, μέσα από την ανάδειξη νέων πολιτιστικών προορισμών.

Μαζί με την Οικία Κωλέττη επί της Πολυγνώτου, το Σπίτι του Ελύτη, το κτίριο επί της Διοσκούρων 7, το οποίο προορίζεται να φιλοξενήσει το Μουσείο Καρόλου Κουν, την οικία Κωστή Παλαμά επί της Περιάνδρου και την «οικία Κοκοβίκου» επί της Τριπόδων, δημιουργούμε έναν πυρήνα κτηριακών υποδομών για πολιτιστικές χρήσεις, αναδεικνύοντας τις διαφορετικές εκφάνσεις και εποχές της ιστορίας των Αθηνών.

Ευχαριστώ τον Περιφερειάρχη Αττικής Νίκο Χαρδαλιά για την εξαιρετικά γόνιμη συνεργασία μας για την ενίσχυση και αναβάθμιση της πολιτιστικής φυσιογνωμίας της πρωτεύουσας και της Αττικής».

Οι εργασίες αποκατάστασης του κτιρίου

Σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη, η αποκατάσταση του κτιρίου στοχεύει στην ανάδειξη της ιστορικής του εικόνας και του μνημειακού χαρακτήρα του, εξασφαλίζοντας παράλληλα την καθολική προσβασιμότητα. Θα πραγματοποιηθούν εργασίες στο κέλυφος και ανασύσταση του κυρίως προσκτίσματος – ενός συνοδού διώροφου κτιρίου – ώστε να αποκατασταθεί η παραδοσιακή τυπολογία της αθηναϊκής αυλής.

Παράλληλα, θα υπάρξει διαχείριση του μετώπου της οδού Τριπόδων και λειτουργική αναβάθμιση του κτιρίου για τη νέα του χρήση. Σημαντικό μέρος της αποκατάστασης αφορά τη συντήρηση των αρχαίων αρχιτεκτονικών λειψάνων που έχουν βρεθεί στο εσωτερικό του κτιρίου και στον αύλειο χώρο του, με στόχο τη διασφάλιση της απρόσκοπτης θέασής τους.

Η αρχιτεκτονική και η ιστορική σημασία

Το κτίριο έχει συνολική επιφάνεια 266 τ.μ. και είναι τριώροφο, με ξύλινο συνεχές χαγιάτι σε όλες τις στάθμες, χαρακτηριστικό της πρώιμης οθωνικής περιόδου. Αποτελεί μέρος συγκροτήματος με συνοδά κτίρια και εσωτερική αυλή, τυπολογία που επικράτησε στην Πλάκα κατά την Οθωμανοκρατία.

Η παρουσία του κυρίως κτιρίου και των προσκτισμάτων του τεκμηριώνεται ήδη από το 1836-1837, ενώ το κτίριο θεωρείται παλίμψηστο, καθώς στο εσωτερικό και στον αύλειο χώρο του σώζονται ορατά αρχαιολογικά κατάλοιπα σε χαμηλότερη στάθμη από το ισόγειο.

Κατά το παρελθόν, το κτίριο υπέστη σειρά επεμβάσεων και τροποποιήσεων, εξαιτίας αλλαγών στη διαμόρφωση του αύλειου χώρου, κατεδαφίσεων συνοδών κτισμάτων και μανδρότοιχων, αρχαιολογικών ανασκαφών σε όλη σχεδόν την έκταση και γενικών επισκευών. Παρά τις αλλοιώσεις, η μορφή του ακινήτου έχει διασωθεί μέσα από τεκμήρια της εποχής.

Exit mobile version