Οι Σατανιστές της Παλλήνης-Τα πρωτοφανή εγκλήματα, οι «ανθρωποθυσίες», που συγκλόνισαν την Ελλάδα

Ασημάκης Κατσούλας, Μάνος Δημητροκάλης, Δήμητρα Μαργέτη: Η υπόθεση των «Σατανιστών της Παλλήνης» που συγκλόνισε την Ελλάδα το 1993.

Τα Χριστούγεννα του 1993 αποκαλύφθηκε η δράση μιας ομάδας Σατανιστών που δρούσε στην περιοχή της Παλλήνης και είχε αφήσει πίσω της δυο νέες νεκρές γυναίκες. Μετά από σχεδόν διετείς έρευνες, η αστυνομία συνέλαβε τον Ασημάκη Κατσούλα, 23 ετών, τον Μάνο Δημητροκάλη, 21 ετών, και τη 16χρονη Δήμητρα Μαργέτη. Οι τρεις τους ήταν φίλοι. Η υπόθεση ήταν πρωτοφανής για τα ελληνικά χρονικά.

Οι δράστες πολύ νέα παιδιά, από οικογένειες μεσαίας τάξης, ευπαρουσίαστα. Τα εγκλήματα, οι «ανθρωποθυσίες» όπως τα αποκαλούσαν οι ίδιοι, φρικιαστικά. Τα ιδιωτικά κανάλια στην άνθησή τους, διψασμένα για μια ιστορία σαν αυτή.

Από τη δεκαετία του 1980, η λατρεία του Σατανά είχε συνδεθεί με πολλά φρικτά εγκλήματα διεθνώς, κυρίως «θυσίες» παιδιών και ζώων, που συνεχίζονταν και στη νέα δεκαετία.

Τα τελευταία δυο χρόνια στην περιοχή της Παλλήνης και της Κάντζας, ο Κατσούλας που είχε μεταφυσικές ανησυχίες και ήταν μυημένος στον αποκρυφισμό προσπαθούσε να προσηλυτίσει νεαρούς μαθητές και μαθήτριες. Διέθετε χαρίσματα ηγέτη και ταλέντο να υποβάλλει τους γύρω του και να γίνεται πιστευτός. Η Δήμητρα Μαργέτη είχε δεσμό με τον Μάνο Δημητροκάλη, όταν ο Κατσούλας «χώθηκε» ανάμεσά τους και τους έπεισε ότι ήταν θέλημα του Δαίμονα να χωρίσουν. Φυσικά, ήταν επίσης… «θέλημα του Δαίμονα» η όμορφη Δήμητρα να πέσει στην αγκαλιά του Κατσούλα.

Διάφορα συμβάντα, όπως τροχαία ατυχήματα συμμαθητών ή αρρώστιες συγγενών, ο Κατσούλας τα παρουσίαζε ως έργα των δικών του δαιμονικών δυνάμεων στα εύπιστα παιδιά και τα τρομοκρατούσε, ώστε να τα ελέγχει. Πολλοί μαθητές από σχολεία της περιοχής είχαν πεισθεί για οφέλη που θα είχαν, αν άρχιζαν να λατρεύουν τον Σατανά υπογράφοντας συμβόλαιο μαζί του, κι έτσι, έδιναν στον Κατσούλα μεγάλα χρηματικά ποσά και συμμετείχαν σε τελετές Σατανισμού και μαγείας («όργια» τα αποκαλούσαν μετά οι εφημερίδες και τα κανάλια).

Τον Αύγουστο του 1992, ο Κατσούλας σκόπευε να κάνει την πρώτη ανθρωποθυσία, με τη βοήθεια του Μάνου Δημητροκάλη.

Στη Μαργέτη είπαν απλώς ότι θα οδηγούσαν μια νέα κοπέλα, τη 14χρονη Δώρα Συροπούλου που ήδη είχαν γνωρίσει, σε μια ερημική τοποθεσία και μετά την τελετή, θα την έπαιρνε ο Σατανάς. Στις 27 Αυγούστου οι τρεις νέοι πηγαίνουν στην Αθήνα με το αυτοκίνητο του Κατσούλα, συναντούν τη Δώρα και πηγαίνουν στον Λυκαβηττό, προσπαθώντας να τη διασκεδάσουν και να τη χαλαρώσουν. Μετά, πηγαίνουν και οι τέσσερις στο Σέσι Κορωπίου.

Ο Κατσούλας λέει στη Μαργέτη να μείνει στο αυτοκίνητο. Μαζί με τον Δημητροκάλη οδηγούν την Συροπούλου σε μικρή απόσταση για την «τελετή». Τη γδύνουν και της δένουν τα χέρια. Μετά τη βάζουν να γονατίσει και να κρατάει ένα κερί. Επιχειρούν με μια σανίδα να τη σκοτώσουν, αλλά η ξύλινη σανίδα σπάζει στο κεφάλι της. Τη θανατώνουν με στραγγαλισμό και στη συνέχεια ασελγούν στο άψυχο σώμα της. Όταν τελειώνουν, του ρίχνουν βενζίνη και το καίνε.

Δεύτερο θύμα ήταν η Γαρουφαλιά Γιούργα, 28 ετών και μητέρα δυο παιδιών, σχεδόν ένα χρόνο μετά, τον Απρίλιο του 1993. Ο Κατσούλας πίστευε ότι αν πρόσφεραν θυσία στον Σατανά τη Μεγάλη Εβδομάδα, θα έπαιρναν πιο μεγάλη δύναμη από τους δαίμονες.

Η Μαργέτη δε θέλει να συμμετάσχει και μένει στο σπίτι της. Η Γιούργα εργαζόταν ως καμαριέρα σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας και όταν εκείνο το απόγευμα επέστρεφε στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά, ο Κατσούλας και ο Δημητροκάλης παρέστησαν τους αστυνομικούς και με τις πλαστές ταυτότητες που είχε εφοδιαστεί ο Κατσούλας την πήραν με κάποια δικαιολογία στο αυτοκίνητο. Την οδήγησαν στο Σέσι Κορωπίου, την έγδυσαν, της πέρασαν χειροπέδες και τη βίασαν.

Στο τέλος, ο Κατσούλας πολτοποίησε το κεφάλι της με μια μεγάλη πέτρα για να μην αναγνωρίζεται. Οι περιγραφές του αδερφού της Γιούργα που κλήθηκε να αναγνωριστεί το πτώμα (μέρες μετά την εξαφάνιση) είναι σπαραξικάρδιες. Τα στοιχεία που δίνει ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης για την κατάσταση της σορού της που εξέτασε είναι σοκαριστικά. Η νέα γυναίκα αντιστάθηκε σθεναρά, έδωσε μάχη για να κρατηθεί στη ζωή.

Η αστυνομία είχε αρχίσει τις έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών μετά την εύρεση του πρώτου θύματος. Τώρα, μετά το δεύτερο θύμα, οι έρευνες εντατικοποιήθηκαν. Και είχαν αποτέλεσμα. Οι τρεις «Σατανιστές της Παλλήνης» συνελήφθησαν την προπαραμονή των Χριστουγέννων του 1993. Οι λεπτομέρειες που έδωσαν για τις σατανιστικές τελετές ήταν ανατριχιαστικές και οι φόνοι ειδεχθείς.

Η ελληνική κοινή γνώμη σοκαρίστηκε -πρώτη φορά γνώριζε τέτοιου είδους εγκλήματα (και όχι για την τιμή ή για το χωράφι). Το θέμα είχε τεράστια κάλυψη στον Τύπο και στα ιδιωτικά κανάλια. Αλλά και οι δημοσιογράφοι έμοιαζαν απροετοίμαστοι να καλύψουν τέτοια εγκλήματα.

‘Η, ίσως επειδή το απαιτούσε ο κιτρινισμός των καναλιών και των εποχών, οι ερωτήσεις τους ήταν περισσότερο γαργαλιστικές, παρά διαφωτιστικές για το προφίλ των δραστών. Τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ, με την υποβλητική μουσική επένδυση και τα εφέ, γεμάτα στερεοτυπικό λόγο και λεπτομέρειες που δεν πρόσφεραν χρήσιμη γνώση στους θεατές, απλώς ερέθιζαν τη νοσηρή τους περιέργεια. Παρά την επιμονή των δημοσιογράφων, οι δράστες ήταν λιγομίλητοι και δεν έκαναν δημόσια πολλές αποκαλύψεις.


© EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Ο Δημητροκάλης και η Μαργέτη από την αρχή διαχώρισαν τη θέση τους από τον Κατσούλα, υποδεικνύοντάς τον ως αρχηγό και ενορχηστρωτή των εγκληματικών ενεργειών -φαινόταν αληθινά τρομοκρατημένοι από τη δύναμη που τους έπεισε ότι ασκούσε επάνω τους, αν και κάποτε κατάλαβαν ότι όλα γίνονταν για να ικανοποιήσει ο ίδιος τις ορέξεις του.

Ακόμη και οι συγγενείς του Δημητροκάλη έδειχναν πεπεισμένοι ότι οι ατυχίες και τα κακά που είχαν βρει την οικογένειά τους πήγαζαν από τις σατανικές δυνάμεις του Κατσούλα. Ο ίδιος δήλωνε ότι δεν υπήρχε αρχηγός στην ομάδα και ότι υπήρχαν «ανώτεροι σε βαθμό» από εκείνον (οι έρευνες δεν έδειξαν ότι υπήρξε ποτέ μεγαλύτερο κύκλωμα). Ήταν ένας γοητευτικός νεαρός, με ηγετικές ικανότητες, δίψα για εξουσία, με δυνατό μυαλό και πολλά ενδιαφέροντα, κυρίως για εκκεντρικά και πρωτότυπα θέματα (οι γονείς του έλεγαν ότι μικρότερος μελετούσε τη Σολομωνική). Ήταν προσωπικότητα δυνατή και ναρκισσιστική. Ο Δημητροκάλης και η Μαργέτη ήταν πιο αδύναμα άτομα που ο Κατσούλας μπόρεσε να χειραγωγήσει.


© 1997 ΑΠΕ / ΜΑΡΟΓΙΑΝΝΗ Μ.

Την 1η Ιουλίου 1995 το δικαστήριο καταδίκασε τον Ασημάκη Κατσούλα σε δύο φορές ισόβια κάθειρξη και πρόσκαιρη κάθειρξη 12 ετών και 10 μηνών. Επίσης, τον Μάνο Δημητροκάλη σε δύο φορές ισόβια και πρόσκαιρη κάθειρξη 9 ετών και 10 μηνών. Η Δήμητρα Μαργέτη καταδικάστηκε σε κάθειρξη 17 ετών και 4 μηνών για απλή συνέργεια στις ανθρωποκτονίες και αρπαγή ανηλίκου. Της αναγνωρίστηκε ως ελαφρυντικό η μετεφηβική της ηλικία, όταν τελέστηκαν οι πράξεις.

Σήμερα είναι και οι τρεις ελεύθεροι. Η Δήμητρα Μαργέτη διαμένει ακόμη στα Μεσόγεια και εργάζεται κατά καιρούς ως κομμώτρια. Παντρεύτηκε, απέκτησε δυο παιδιά και χώρισε.

Ο Μάνος Δημητροκάλης διάλεξε μια ζωή μακριά από τη δημόσια προβολή. Και οι δυο δήλωσαν ειλικρινά μεταμελημένοι, αν και οι συγγενείς των θυμάτων το αμφισβήτησαν κατά την αποφυλάκισή τους.


© EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Ο Ασημάκης Κατσούλας αποφυλακίστηκε τελευταίος, γιατί ενώ ήταν στις αγροτικές φυλακές της Αγυιάς στα Χανιά, κατηγορήθηκε από την Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος για παρενόχληση ανηλίκων, κάνοντας χρήση καρτοτηλεφώνου με ειδική κάρτα και παριστάνοντας τον αστυνομικό. Αυτό το τελευταίο είναι σίγουρα μια ανησυχητική ένδειξη για τη μελλοντική πορεία του, μετά από τόσα χρόνια «σωφρονισμού».

 

πηγή

Exit mobile version