Aποφασισμένος να τελέσει τη δολοφονία της συζύγου του, φέρεται να ήταν ο Χουσείν Φαρούχ, που καταζητείται από την Αστυνομία από χτες, αμέσως μόλις έγινε γνωστό το έγκλημα που συγκλονίζει την Κύπρο για τον βαθμό αγριότητας του.
Το γεγονός ότι ο Φαρούχ επισκέφτηκε την οικία όπου διέμενε η σύζυγος και τα παιδιά τους, τις πρωινές ώρες της Δευτέρας, παρά το διάταγμα που είχε εξασφαλιστεί για να μην πλησιάζει το σπίτι, αλλά και την ίδια την σύζυγο του, αποτελεί ένα από τα στοιχεία που ενισχύουν τις υποψίες της αστυνομίας ότι είχε μελετήσει πολύ πριν τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργούσε για να προκαλέσει τον θάνατο της συζύγου του.
Ο ίδιος χαρακτηρίστηκε από ομοεθνείς του που τον γνώριζαν καλά ως άνθρωπος που χρησιμοποιούσε τη βία με το παραμικρό κατά της συζύγου του, η οποία βρέθηκε χτες δολοφονημένη στο σπίτι όπου διέμενε με τα παιδιά τους, μετά από μαχαιριά που δέχθηκε τα ξημερώματα της Δευτέρας.
Τον σύζυγο της κατήγγειλε στην Αστυνομία πρόσφατα η γυναίκα από τη Συρία, παρά το ότι η άσκηση βίας από τον σύζυγό της αποτελούσε συνεχές και επαναλαμβανόμενο φαινόμενο. Μάλιστα σύμφωνα με πληροφορίες οι αρμόδιες υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, είχαν προτείνει στη γυναίκα να μεταφερθεί σε πιο ασφαλές μέρος με τα παιδιά της και συγκεκριμένα σε καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών κάτι που απέρριψε η ίδια βάσει των στοιχείων που προέρχονται από το Γραφείο Ευημερίας.
Η Αστυνομία πάντως μετά την καταχώρηση υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου, για την άσκηση βίας στην οικογένεια, κατά του Φαρούχ, εξασφάλισε και την παράδοση των ταξιδιωτικών του εγγράφων σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την έξοδο του από τη χώρα. Τώρα εξετάζεται κατά πόσον έχει διαφύγει από μη ελεγχόμενο σημείο προς τα κατεχόμενα ή αν ακόμα παραμένει στο έδαφος της δημοκρατίας και κρύβεται από τις αρχές. Η Αστυνομία τον αναζητεί σ’ ολόκληρη τη Κύπρο αφού βάσει πληροφοριών συγγενικά του πρόσωπα και ομοεθνείς του επισκεπτόταν συχνά, κυρίως στην επαρχία Λάρνακας.
Στο μεταξύ τα πέντε από τα επτά παιδιά της οικογένειας που βρίσκονται στη Κύπρο, από την πρώτη στιγμή τέθηκαν υπό την επίβλεψη και προστασία του Γραφείου Ευημερίας ενώ παιδοψυχολόγοι εργάζονται για την στήριξη τους. Όπως αποκαλύπτεται από τις πρώτες σημερινές επαφές των επιστημόνων με τα παιδιά, το μεγαλύτερο εξ αυτών που βρίσκονταν στο σπίτι την επίμαχη περίοδο, ένα επτάχρονο κορίτσι, φέρεται να ήταν στην ουσία αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας της μητέρας του από τον ίδιο του τον πατέρα
Η επτάχρονη φέρεται να ξύπνησε από τις φωνές και είδε το θανάσιμο χτύπημα, καθώς και την απέλπιδα προσπάθεια της μητέρας στη συνέχεια να σταματήσει με τη χρήση ρούχων την αιμορραγία. Το κοριτσάκι φέρεται επίσης να έτρεξε στην κάμαρα που κοιμόνταν τα δύο μικρότερα αδέλφια τους και να τα ξύπνησε λέγοντας τους ότι «ο μπαμπάς χτυπούσε τη μαμά και αυτή μετά εκοιμήθηκε».