Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης σε μία συνέντευξη πέρα από τον αθλητισμό αναφέρθηκε στις πολιτικές του πεποιθήσεις, το μεταναστευτικό, τη Χρυσή Αυγή αλλά και για το θέμα της Μακεδονίας.
Δύο ασημένια Ολυμπιακά μετάλλια στο τάε-κβον-ντο έχει κατακτήσει ο Αλέξανδρος Νικολαϊδης, με τον Έλληνα Ολυμπιονίκη να μιλάει στο Documento για θέματα εκτός αθλητισμού και όλα όσα συμβαίνουν στη χώρα.
-Πώς την αντέχεις, τη σημερινή Ελλάδα;
Είναι εύκολο να κοιτάξουμε τα αρνητικά, αλλά οφείλουμε να κοιτάξουμε τα θετικά. Ο Έλληνας της μεγάλης φτώχειας κράτησε πολύ πιο ανθρώπινη στάση στο μεταναστευτικό. Με τα πενιχρά μέσα του και με το υστέρημα που δεν έχει. Άλλοι λαοί φέρονται σαν γουρούνια και καταδικάζουν αθώους ανθρώπους σε θάνατο, χωρίς καμία δικαιολογία. Σκέψου τι θα έκανε ο Γερμανός, αν αντιμετώπιζε τα δικά μας προβλήματα. Οι Άγγλοι με ποια δικαιολογία ψήφισαν έτσι; Οι Αμερικανοί; Σε τι ακριβώς αντιδρούν; Εμείς δεν κλείσαμε ποτέ ούτε τα σύνορα ούτε τα σπίτια μας. Βουτήξαμε στη θάλασσα για να τους σώσουμε. Μετά από χρόνια, αυτή η στάση με έκανε να νιώσω υπερήφανος για την εικόνα της χώρας μου στο εξωτερικό.
-Υπάρχει όμως και η Χρυσή Αυγή. Και το 10% που την ψηφίζει.
Αυτό το ποσοστό είναι ντροπή, αλλά και ταβάνι της. Δεν θα ανέβει άλλο, βρήκε ταβάνι και δεν μπορεί να το περάσει. Ντρέπομαι για την αμορφωσιά.
Στους φασίστες που γυρίζουν την πλάτη στους πρόσφυγες, εύχομαι να πάθουν τα ίδια και χειρότερα. Μόνο αν βρεθείς στην ίδια θέση θα καταλάβεις τι έγκλημα διαπράττεις. Όταν γυρίζεις την πλάτη στον άλλον, τον σκοτώνεις.
Επικροτώ τη στάση της κυβέρνησης σε αυτό το θέμα και σε πολλά άλλα, όπως π.χ. στην προστασία της διαφορετικότητας.
Μπορεί να μην έκαναν όλα όσα υποσχέθηκαν, αλλά προσπάθησαν όσο κανένας. Προτιμώ αυτόν που προσπαθεί, παρά τον αδιάφορο που αποτυγχάνει λόγω αδιαφορίας.
Δεν είναι τυχαίο, ότι σχεδόν όλοι οι μορφωμένοι και ταξιδεμένοι άνθρωποι κλίνουν προς τα αριστερά.
Με τέτοια δόγματα μεγάλωσα και εγώ, αλλά τα φιλτράρισα για να καταλήξω στο δικό μου χρώμα, αυτό που μου ταιριάζει.
-Σε ποιο συλλαλητήριο θα κατέβαινες;
Έχω κατέβει σε πολλά. Το πρώτο μου ήταν τότε με τα μνημόνια, στο Σύνταγμα. Το βράδυ που έσπαγαν τα ξενοδοχεία.
Έφαγα και δακρυγόνα και ποδοπάτημα και κλωτσιές, το χάρηκα! Είχα μάλιστα το πρόσωπο καλυμμένο, για να μη μου πουν ότι πάω με το ρεύμα για να ακολουθήσω τη μόδα.
-Εδώ στη Θεσσαλονίκη, καίει το θέμα της Μακεδονίας.
Αν ήταν να γίνει κάτι, έπρεπε να γίνει όταν έριχναν την καυτή πατάτα ο ένας στον άλλο. Τώρα, όλοι γνωρίζουν τη FYROM ως «Ματσεντόνια». Η ζημιά έχει γίνει. Η σημερινή συμφωνία είναι το περισσότερο που μπορούμε να κερδίσουμε.
Να διακοπεί ο αλυτρωτισμός, να κατεβούν τα αγάλματα, να μας επιστραφεί το κομμάτι της ιστορίας που μας αναλογεί. Για τον βορειοελλαδίτη, είναι πολύ σημαντική η εθνική ταυτότητα.
Στη Φλώρινα, από όπου κατάγεται ο πατέρας μου, άκουγα από μικρός πολλούς να μιλούν τη «μακεντόνσκα» γλώσσα. Χάνουμε με 0-1, οπότε παίζουμε για την ισοπαλία.
Και έχω στενοχωρηθεί πολύ, με αυτή την αηδία που έγινε, με τον τύπο που σκοτώθηκε στην Αλβανία. Εάν δηλαδή μπούκαρε ένας Αλβανός με καλάσνικοφ και σημαία στη δική μας χώρα και τον καθαρίζαμε, θα τον δικαιολογούσαμε; Και θα κρατούσαμε ενός λεπτού σιγή στη βουλή; Δεν το καταλαβαίνω…
-Υποθέτω ότι το τάε-κβον-ντο ήταν άγνωστη λέξη, όταν ξεκινούσες τον αθλητισμό.
Ο πατέρας μου ήταν από τα πρωτοπαλίκαρα του αθλήματος, οπότε κόλλησα το μικρόβιο από τα γεννοφάσκια μου. Προγραμματίστηκα και κουρδίστηκα πριν καλά καλά το καταλάβω.
Ο αθλητισμός με έκανε πιο υπεύθυνο, αλλά παράλληλα έγινα πιο ανεύθυνος στα υπόλοιπα, ώστε να ισορροπήσει η τραμπάλα! Ένα παιδί δεν γίνεται ενήλικας στο άψε σβήσε. Η μητέρα μου βοηθούσε ώστε να ελαττωθεί η πίεση και να φεύγει ο ατμός..
Αλλά πώς γίνεται κάποιος Ολυμπιονίκης;
Όταν έφευγε ο πατέρας μου από το σπίτι, φορούσα τη στολή με το εθνόσημο και πήγαινα μπροστά στον καθρέφτη. Ονειρευόμουν να φτάσω και εγώ στην Εθνική ομάδα.
Εμένα Ολυμπιονίκη με έκανε ο Πύρρος. Ήθελα να γίνω σαν αυτόν, να αποκτήσω αυτή την εσωτερική δύναμη. Αλλά λίγοι έχουν την αντοχή, να φεύγουν στις 6 το πρωί για προπόνηση μέσα στο κρύο, κομμάτια από την κούραση.
Το κλειδί, για εμένα, ήταν ότι ήξερα να ξεμπλέκω το μυαλό μου από το τάε-κβον-ντο στις ώρες εκτός προπόνησης. Μετά από μία μεγάλη διοργάνωση, επέβαλα στον εαυτό μου 3-4 μήνες αποτοξίνωσης.
Έτσι συσσωρευόταν ξανά η δίψα, η όρεξη και η αγάπη. «Έφευγα» εντελώς, πριν ξαναγυρίσω.
Οι πολεμικές τέχνες είναι για τους σκληρούς ή για τους ευγενείς;
Ο αθλητής των πολεμικών τεχνών είναι σκληρός με τον εαυτό του και ευγενής με τους άλλους!
Διακυβεύεται και μία αρχέγονη υπερηφάνεια, όταν ανεβαίνουν δύο μαντράχαλοι και χτυπιούνται, ένα ένστικτο πολέμου. Την ευγένεια την κληρονόμησα από το σπίτι μου, μαζί με την ακεραιότητα του πατέρα μου, την περίσσια αγάπη και ψυχραιμία της κλασσικής Πόντιας μάνας.
Τον τίτλο του Ολυμπιονίκη τον φέρει κάποιος στην καθημερινή του δραστηριότητα. Αλλιώς δεν είναι ολοκληρωμένος ως άνθρωπος. Είμαι καθαρά παιδί των γονιών μου.
Εκείνοι έβαλαν τα υλικά μέσα στο βαρέλι, εξαιρετική πρώτη ύλη, και εγώ ήμουν το βαρέλι της ωρίμανσης. Όπως όταν φτιάχνεται ένα καλό ουίσκι…
Φαίνεσαι κατασταλαγμένος και ικανοποιημένος με τον εαυτό σου.
Πράγματι, νιώθω πολύ καλά με εμένα, με την παρουσία μου στον πλανήτη, με τη συμπεριφορά μου προς τους τρίτους.
Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι στον χαρακτήρα μου, αυτό θα ήταν η νοοτροπία του αθλητή. Μπορεί να υπονομεύσω μία σημαντική υποχρέωση, επειδή μου πήγε στραβά η προπόνηση. Είναι καθαρά οργανικό το θέμα.
Οι ορμόνες μπορούν να μεθύσουν τον εγκέφαλο. Όταν σταμάτησα τον αθλητισμό, πέρασα κάτι σαν αθλητική κλιμακτήριο. Δεν είχα πού να διοχετεύσω την ανταγωνιστικότητά μου.
Το μεγάλο ψυχολογικό σοκ το έπαθα τις μέρες του Ρίο, της πρώτης Ολυμπιάδας που είδα από την τηλεόραση. Έμεινα πέντε μέρες ξάγρυπνος, μούδιαζαν οι παλάμες μου, ζοριζόμουν πολύ.
-Επειδή ήσουν απών από τους Αγώνες;
Ναι. Επειδή έλειπα από το Ολυμπιακό Χωριό. Πάντοτε ήθελα να πηγαίνω πρώτος και να φεύγω τελευταίος, ανάμεσα σε ανθρώπους με κοινούς στόχους και βιώματα.
Έκλαψα γοερά με το μετάλλιο του Σπύρου Γιαννιώτη. Τον γνωρίζω από το 2000, όταν ερχόταν στην πισίνα με μαλλί ντεκαπάζ και ήμασταν οι μικροί της ομάδας.
Ήξερα πόσο ήθελε αυτό το μετάλλιο. Ήταν μάλιστα η τελευταία του ευκαιρία.
Και βγήκε 2ος, όπως εσύ. Τι διαφορά έχει ο 1ος από τον 2ο;
Τεράστια. Ιδίως σε αθλήματα όπως το δικό μου, τις πολεμικές τέχνες, όπου είσαι τετ-α-τετ με τον αντίπαλο σε έναν τελικό.
Δύο μαντράχαλοι χτυπιούνται σε έναν αρχέγονο πόλεμο υπερηφάνειας. Μόνο ο 4ος είναι πιο στενοχωρημένος από τον 2ο.
Πολλοί θα πουν ότι είναι προτιμότερη η 3η θέση, όπου τελειώνεις τη διοργάνωση με νίκη. Δεν το πολυεννοούν βέβαια. Προφανώς δεν θα άλλαζα τα δύο ασημένια μου με δύο χάλκινα.
-Στο Σίντνεϊ, το 2000, τραυματίστηκες σοβαρά στον προημιτελικό.
Και βρισκόμουν σε πορεία για μετάλλιο. Ήταν η πιο άτυχη στιγμή της καριέρας μου, αλλά με βοήθησε πολύ. Με βοήθησε να καταλάβω τι γινόταν γύρω μου και να ξεσκαρτάρω κάποια πράγματα. Η στάση αυτών που με απογοήτευσαν ήταν πολύτιμο μάθημα.
Δεν ωφελεί η συντροφιά όταν πηγαίνουν όλα καλά. Δύο άνθρωποι με κέρδισαν τότε. Ο Ιωάννης Μελισσανίδης, που ερχόταν και μου έκανε παρέα με τις ώρες καθιστός κλαδόν σε ένα σκαμπό χωρίς να γνωριζόμαστε καν, και ο Βαλέριος Λεωνίδης, που βοηθούσε τη μητέρα μου ακόμα και στο κουβάλημα της βαλίτσας, όταν εγώ ήμουν στο γύψο.
Άλλοι μας κοιτούσαν και έφευγαν ή έρχονταν στο δωμάτιό μου με τις κάμερες.
Επίσης, η συμπαράσταση των δημοσιογράφων με έκανε να νιώθω Ολυμπιονίκης. Τότε υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα βρίσκομαι και εγώ πάντοτε δίπλα σας.
Ήταν ο πρώτος σοβαρός τραυματισμός της ζωής σου;
Όχι. Το δεύτερο κάταγμα μέσα σε έναν χρόνο! Οι γιατροί ήταν επιφυλακτικοί. Έλεγα μέσα μου, αυτό ήταν; Μόνο λίγα λεπτά κράτησε το όνειρό μου;
Η διετία της αποκατάστασης, που ακολούθησε, με έκανε αυτό που είμαι. Ποιος ξέρει, ίσως να γινόμουν ένας πολύ διαφορετικός Αλέξης, αν κέρδιζα Ολυμπιακό μετάλλιο στα 19 μου. Μπορεί καλύτερος αθλητής, μπορεί χειρότερος άνθρωπος.
Υπήρχε και η Αθήνα, στον ορίζοντα.
Ποτέ μου δεν ένιωσα τόση ευτυχία, όση στις μέρες του 2004. Η θετική ενέργεια ήταν απέραντη, το απόγειο της σύγχρονης Ελλάδας.
Η καθημερινή στάση των Ελλήνων με εξέπληξε ευχάριστα. Έβλεπες γύρω σου μόνο χαμόγελα και φιλικά χτυπήματα στην πλάτη. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Γελούσα, όταν άκουγα για Ολυμπιακή Λωρίδα και τα σχετικά. Και δεν πίστευα στα μάτια μου, όταν έβλεπα τους άλλους μποτιλιαρισμένους, ενώ εμείς φτάναμε σε 10 λεπτά από τους Θρακομακεδόνες στο Φάληρο.
-Πώς νομίζεις ότι ανακαλύψαμε τον καλό μας εαυτό; Επειδή σκεφτόμασταν «τι θα πουν οι ξένοι»;
Ισχύει σε μεγάλο βαθμό αυτό. Σε εμάς τους Έλληνες, μας αρέσει να εμφανιζόμαστε καλοί όταν οι ξένοι μας περιμένουν κακούς. Να γινόμαστε ήρωες.
Ισχύει και για τους αθλητές μας αυτό. Το 2004, η κοινωνία ζούσε εποχή ευμάρειας και δεν είχε λόγο να προβληματίζεται. Τα προβλήματά της ήταν λυμένα και είχαμε όλοι κέφια. Δεν ξέρω όμως αν θα άντεχε η χώρα, άλλο τέτοιο πλιάτσικο.
-Εσύ έφτασες πολύ κοντά στο χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο.
Η ήττα μου από τον Κορεάτη το 2004 μου έφαγε τα σωθικά. Έγινε κινητήριος δύναμη στο πρωινό ξύπνημα, για τα 7-8 χρόνια που ακολούθησαν. Είναι το μεγάλο μου απωθημένο.
Πιο εύκολα βλέπω το βίντεο του τραυματισμού μου στο Σίντνεϊ, παρά τον τελικό της Αθήνας. Το πρώτο νοκ-άουτ της ζωής μου συνέβη μπροστά σε 9.000 συμπατριώτες μου, μέσα στη χώρα μου, σε τελικό Ολυμπιακών Αγώνων.
Μία εβδομάδα, έβλεπα εφιάλτες. Σκεφτόμουν τον απλό φίλαθλο που στήθηκε στην τηλεόραση εκείνη τη μέρα και είπε, «Έλα μωρέ, τον πατάτα».
-Τι συνέβη εκείνη την ημέρα;
Πριν τον αγώνα ακόμη, ο προπονητής μου, που ήταν Κορεάτης, με έπιασε και μου είπε να προσέχω τις επαφές για να μη δώσω δικαίωμα στους κριτές.
«Η Κορέα έχει λιγότερα χρυσά μετάλλια από την Ταϊπέι, οπότε έχουμε πρόβλημα», μου εξήγησε. Στην πρώτη κιόλας φάση, επιτέθηκα όπως είχαμε σχεδιάσει και κατάφερα στον αντίπαλο μία γεμάτη κλωτσιά. Την είδα, την ένιωσα και την άκουσα!
Κοιτάζω πανηγυρίζοντας προς τον πίνακα και βλέπω 0-0. Εκεί, έπεσαν μαύρες κουρτίνες. Έπαψα να σκέφτομαι νηφάλια. «Θα το πάρεις, πούστη, αλλά θα σε σκοτώσω», έλεγα μέσα μου. Έσφιγγα τα δόντια και έπαιζα σαν μπουνταλάς.
Δεν ήθελα απλά να κερδίσω, αλλά να τον χτυπήσω. Εγώ φταίω που βγήκα νοκ-άουτ. Αν είχα κυνηγήσει τη νίκη χωρίς βλακείες, θα κέρδιζα.
Αλλά μη τα γράψεις αυτά, δεν θέλω να μου πουν ότι ψάχνω δικαιολογίες…
-Εγώ θα τα γράψω, μαζί με την τελευταία σου φράση. Θυμάμαι ότι και στο Πεκίνο είχατε παράπονα.
Ούτε τότε δήλωσα κάτι, μετά τον αγώνα. Δεν ήθελα να σκεφτεί κανείς ότι έψαχνα άλλοθι. Δέκα χρόνια μετά, όμως, σε διαβεβαιώ ότι αδικήθηκα στον τελικό.
Αλλά νιώθω πολύ καλά με τον εαυτό μου για το 2008. Έπαιξα καλύτερα και αισθάνομαι νικητής. Εξιλεώθηκα για την Αθήνα και ένιωσα μεγάλη ανακούφιση.
Αλλά το μεγαλύτερο παράσημο της ζωής μου το έλαβα τέσσερα χρόνια μετά, όταν μου έδωσαν τη σημαία στο Λονδίνο.
-Και γιατί, παρακαλώ; Δεν είσαι δα κανένας πατριδολάγνος.
Προφανώς αισθάνθηκα υπερήφανος που κρατούσα τη σημαία της χώρας μου, αλλά δεν το λέω για τη σημαία.
Ήταν μια χειρονομία αναγνώρισης και δικαίωσης από την αθλητική κοινωνία. Το απόγειο της καριέρας μου.
Δεν το ζήτησα ούτε είχα καμία τέτοια απαίτηση. Το ότι με διάλεξαν ήταν η μέγιστη τιμή. Τα μετάλλια βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο.
-Ποια στοιχεία από τον χαρακτήρα του μέσου νεοέλληνα αναγνωρίζεις και στον δικό σου; Και ποια αρνείσαι;
Κατ’ αρχήν, δεν είμαι μηδενιστής. Επίσης με χαρακτηρίζει η ανυπομονησία, η χαριτωμένη ανυπομονησία, του Έλληνα.
Είναι πολλά αυτά που αγαπώ και πολλά αυτά που με ενοχλούν στη φυλή μας. Προσπαθώ να φιλτράρω τα πράγματα έτσι ώστε να καθαρίζει το μυαλό μου και να είμαι συνειδητοποιημένος.
-Πρέπει να έχει φωνή ο αθλητής;
Και γιατί όχι; Η φωνή είναι δικαίωμα, αλλά όχι υποχρέωση. Για ορισμένους, είναι ευτύχημα που δεν μιλάνε πολύ.
Η περίπτωση Τσιάρτα ήταν χρήσιμη, επειδή ξεγύμνωσε πολλούς. Και έναν να μπορέσω να επηρεάσω με τα λόγια μου, ένα από τα ρεμάλια που φτύνουν από τις κερκίδες, είναι κέρδος.
Αυτό σκέφτομαι όποτε προπονώ παιδιά, ότι ακουμπάω μυαλά και ψυχούλες. Κάθε ενήλικας μοιάζει πολύ με το παιδί που υπήρξε κάποτε.
Πηγές: Documento, sdna.gr