Το δικαστήριο έκρινε ότι ο κατηγορούμενος είχε φύγει από το σπίτι της θανούσας πριν σημειωθεί το φονικό
Αθώος κρίθηκε από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λάρισας τον περασμένο Φεβρουάριο ο 45χρονος που συνελήφθη τον Ιούλιο του 2020 από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Βόλου για τη δολοφονία της 71χρονης Χρυσούλας Σπαθούλα τον Μάιο του 2002 στο σπίτι της στο Διμήνι.
Ο κατηγορούμενος, ο οποίος κρατούταν όλο αυτό το χρονικό διάστημα, δικάστηκε σε δεύτερο βαθμό κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως με κίνητρο τη ληστεία. Ο 45χρονος καταδικάστηκε τον Ιούνιο του 2021 από το Μικρό Ορκωτό Δικαστήριο Καρδίτσας σε κάθειρξη 11 ετών και ωστόσο το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λάρισας τον απάλλαξε από την κατηγορία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το δικαστήριο έκρινε ότι το αποτύπωμά του που βρέθηκε στο σπίτι της θανούσας δεν ήταν αιματηρό. Ετσι από την ακροαματική διαδικασία το Εφετείο οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος είχε φύγει από το σπίτι πριν γίνει το φονικό.
Ο 45χρονος από την πρώτη στιγμή έλεγε στην κατάθεσή του μετά τη σύλληψή του ότι μπήκε στο σπίτι της άτυχης 71χρονης με άλλα δύο άτομα και όταν αντιλήφθηκε ότι υπήρχε άνθρωπος στην οικία, αποχώρησε. Ενημερώθηκε, όπως υποστηρίζει, για το έγκλημα την επόμενη ημέρα.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λάρισας αθώωσε τον κατηγορούμενο με κατά πλειοψηφία απόφαση (έξι ψήφοι υπέρ της αθώωσης, μία κατά).
Μετά την εξέλιξη αυτή ο 45χρονος, ο οποίος κρατούταν σε φυλακές και εξέτισε κάθειρξη, αφέθηκε ελεύθερος.
Η άτυχη Χρυσούλα Σπαθούλα είχε βρεθεί νεκρή στο φτωχικό της σπίτι στο Διμήνι. Οπως κατέγραψε ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, το πτώμα της εντοπίστηκε δύο περίπου μέρες μετά τη δολοφονία της τον Μάιο του 2002 όταν γείτονές της παραξενεύτηκαν από τη μισάνοιχτη είσοδο του σπιτιού. Το άψυχο σώμα της βρισκόταν μέσα σε λίμνη αίματος κοντά στην είσοδο.
Η ιατροδικαστής εντόπισε χτυπήματα στα πλευρά και στο κεφάλι της, εκδορές στο σώμα από σουγιά και μώλωπες στον λαιμό της.
Τα πρώτα στοιχεία της ιατροδικαστικής εξέτασης έδειξαν ότι ο θάνατός της επήλθε 30 περίπου ώρες πριν τον εντοπισμό της και αρχικά η ιατροδικαστής θεωρεί ότι ο θάνατός της επήλθε από κατακλυσμιαία αιμορραγία, αποκλείοντας το ενδεχόμενο της εγκληματικής ενέργειας.
Δύο περίπου 24ωρα αργότερα, η νεκροψία επιβεβαίωσε τις υποψίες των αστυνομικών, καθώς διαπιστώνεται βίαιος θάνατος.
Από την αρχή των αστυνομικών ερευνών θεωρούταν ως πιθανότερο κίνητρο των δραστών της δολοφονίας η ληστεία παρά το γεγονός ότι η εικόνα της οικίας της 71χρονης με τα λιγοστά υπάρχοντα δημιουργούσε ερωτήματα για το τι μπορούσε να αναζητούσαν οι δράστες της εγκληματικής ενέργειας.
Δυστυχώς, για το φρικτό έγκλημα μέχρι σήμερα οι πραγματικοί υπαίτιοι δεν έχουν οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη