Η συγκλονιστική εξομολόγηση μιας μητέρας που σκότωσε τον παιδόφιλο γείτονά της
Πριν από οκτώ χρόνια, τo 2014, η 38χρονη τότε Βρετανίδα Σάρα Σαντς, η οποία μεγάλωνε μόνη της τα πέντε παιδιά της,, μαχαίρωσε μέχρι θανάτου τον 77χρονο Μάικλ Πλίστεντ στο διαμέρισμά του στο ανατολικό Λονδίνο. Ο άνδρας είχε κακοποιήσει σεξουαλικά τους τρεις γιους της.
Η συγκλονιστική ιστορία της οικογένειας από το ανατολικό Λονδίνο, έρχεται ξανά στην επικαιρότητα μετά την αποφυλάκιση της Σάρα Σαντς.
Για πρώτη φορά, η μητέρα που πήρε το νόμο στα χέρια της, μίλησε μαζί με τους τρεις γιους της στο BBC News. Οι τρεις νεαροί άνδρες μίλησαν για το πώς αισθάνονται για την πράξη αυτοδικίας που έκανε η μητέρα τους και τα ανεπούλωτα τραύματά τους.
Η νύχτα που η Σάρα Σαντς απέδωσε δικαιοσύνη
Ήταν μια φθινοπωρινή νύχτα του 2014, όταν η Σάρα Σαντς βγήκε από το σπίτι της οικογένειας στο ανατολικό Λονδίνο, φορώντας ένα ρούχο με κουκούλα κατεβασμένη ώστε να καλύπτει το πρόσωπό της. Ήταν οπλισμένη με ένα μαχαίρι. Περπάτησε λίγα μέτρα μέχρι τη γειτονική πολυκατοικία για να φτάσει στο σπίτι του ηλικιωμένου άνδρα.
Οι κάμερες του κλειστού κυκλώματος ασφαλείας (CCTV) της πολυκατοικίας κατέγραψαν την είσοδό της.
Αργότερα, το δικαστήριο περιέγραψε την πράξη της ως μια επίθεση “προαποφασισμένη”.
Το 2014 ο Πλίστεντ ήταν 77 ετών. Είχε συλληφθεί για τα σεξουαλικά αδικήματα σε βάρος των τριών αγοριών. Το δικαστήριο, είχε κρίνει ότι τα αδικήματά του είχαν τελεστεί στη συνοικία Σίλβερταουν όπου ζούσε. Την εποχή που δολοφονήθηκε, τα αγόρια ήταν ανήλικα και έτσι τα ονόματά τους δεν είχαν δημοσιοποιηθεί και δεν είχε αποκαλυφθεί ότι ήταν οι γιοι της δολοφόνου του.
Όταν η μητέρα τους δολοφόνησε τον άνθρωπο που τους είχε κακοποιήσει, ο μεγαλύτερος γιος της Σάρα Σάντς, ο Μπράντλεϊ, ήταν 12 ετών, ενώ τα αδέλφια του, Άλφι και Ρις, 11.
Σήμερα, ο Μπράντλεϊ είναι 20 ετών και τα δίδυμα 19. Στέκονται στο πλευρό της Σάρα και εξηγούν πόσο δύσκολο ήταν να μεγαλώνουν με τη μητέρα τους να βρίσκεται στη φυλακή.
“Μας έκανε να αισθανθούμε πιο ασφαλείς”, προσθέτει ο Άλφι, αλλά τονίζει: “Δεν βοήθησε να υποχωρήσουν οι εφιάλτες μας. Μας έδωσε ωστόσο ένα αίσθημα ασφάλειας, καθώς δεν χρειαζόταν πια να φοβόμαστε μήπως τον συναντήσουμε στη γειτονιά”.
“Ζούσε στο δρόμο μας. Στο απέναντι σπίτι. Όταν άνοιγα το παράθυρό μας μπορούσα να δω το σπίτι του”, περιγράφει ο Μπράντλεϊ.
Ο Ρις, ο δεύτερος από τους δίδυμους, συμπληρώνει ότι “ήταν ωραία να ξέρουμε ότι ήταν πια νεκρός, αλλά δεν σταμάτησαν τις μαύρες σκέψεις. Πολύ συχνά πεταγόμασταν στον ύπνο μας κλαίγοντας και φωνάζαμε “πού είναι η μαμά;”
Όσο καιρό η μητέρα τους ήταν στη φυλακή, τα παιδιά της μονογονεϊκής οικογένειας πήγαν να ζήσουν με τη γιαγιά τους.
Πώς είχε προσεγγίσει τα παιδιά ο παιδόφιλος
Ο Πλίστεντ, ένας άνδρας που ζούσε μόνος, ήταν γνωστός στη γειτονιά και πάντα σύχναζε έξω από το ψιλικατζίδικο όπου εργαζόταν και στο οποίο πολλά παιδιά δούλευαν τα Σάββατα για το χαρτζιλίκι τους.
Η Σάρα Σαντς λέει τώρα ότι είχε γίνει φίλη με τον Πλίστεντ. “Νόμιζα ότι ήταν ένας υπέροχος γέρος”, λέει τώρα. “Του μαγείρευα, τον πρόσεχα, του έκανα παρέα όταν είχα χρόνο”.
“Κάποια στιγμή ζήτησε από τον Μπραντ να πηγαίνει να τον βοηθάει κι εκείνος ήταν πολύ περήφανος” περιγράφει η Σαντς και προσθέτει ότι σιγά σιγά άρχισε να προσεγγίζει και τα δίδυμα, ώσπου μια μέρα προσκάλεσε και τα τρία παιδιά στο σπίτι του.
Ένα βράδυ τα δίδυμα της αποκάλυψαν ότι, ενώ βρίσκονταν στο διαμέρισμα του, ο Πλίστεντ τους είχε επιτεθεί σεξουαλικά. Μια εβδομάδα αργότερα ο Μπραντ της αποκάλυψε το ίδιο. Μετά την καταγγελία που έκανε η μητέρα τους, ο Πλίστεντ συνελήφθη και σε βάρος του ασκήθηκε δίωξη για τα αδικήματα κατά των γιων της. Ενώ ήταν υπόδικος, το δικαστήριο αποφάσισε την αποφυλάκισή του.
Η Σάρα Σαντς κατέρρευσε. Όπως λέει, δεν μπορούσε να κατανοήσει τη δικαστική απόφαση για την αποφυλάκιση του. “Όλος ο κόσμος πάγωσε για μένα”, λέει οκτώ χρόνια μετά.
Πώς έφτασε στη φονική επίθεση
«Θυμάμαι να παίρνω ένα μαχαίρι και πήγα στο σπίτι του Μικ. Ήθελα να τον πείσω να δηλώσει ένοχος ώστε ο Μπράντλεϊ να μη χρειαστεί να καταθέσει», είπε. «Ο Μικ άνοιξε την πόρτα και χαμογελούσε. Ήταν αλαζονικός και απότομος».
«Δεν με άκουγε. Ήταν ψυχρός. Ένας διαφορετικός άνθρωπος σε σχέση με εκείνον που ήταν ο φιλικός γείτονάς μου», σημειώνει η Σαντς.
«Τον άγγιξα με το μαχαίρι και με άρπαξε. Έχασα τον έλεγχο. Δεν μπορούσα να αφήσω κανέναν άλλον να πληγωθεί – κάποιος έπρεπε να προστατεύσει τους ανθρώπους», σημείωσε, προσθέτοντας ότι οι προειδοποιήσεις της για τον γείτονα στην αστυνομία και σε άλλες αρχές ήταν μάταιες.
“Δεν ήξερα τι έκανα εκεί”, λέει τώρα η Σάρα Σαντς. “Συνειδητοποίησα ότι είχα κάνει ένα τεράστιο λάθος. Αυτός δεν είχε μετανιώσει με κανένα τρόπο. Μου είπε “τα παιδιά σου λένε ψέματα”. Όλα πάγωσαν. Είχα το μαχαίρι στο αριστερό μου χέρι και θυμάμαι ότι προσπάθησε να μου το αρπάξει .”
Η Σάρα Σαντς υποστηρίζει ότι δεν σκόπευε να σκοτώσει τον Μάικλ Πλίστεντ.
Λίγες ώρες αργότερα παραδόθηκε σε αστυνομικό τμήμα με το αιματοβαμμένο μαχαίρι και τα ρούχα της λερωμένα από το αίμα του θύματός της.
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου στη δίκη της είπε ότι δεν πίστευε ότι είχε “λογικά σκεφτεί σε τι θα μπορούσε να οδηγήσει το να έχει μαχαίρι επάνω της”, αλλά είχε προσθέσει: “Είμαι σίγουρος ότι η πιθανότητα να το χρησιμοποιήσει υπήρχε στο μυαλό της”.
Η Σάρα Σαντς καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από αμέλεια, αντί για δόλο, με το σκεπτικό ότι είχε βρεθεί εκτός ελέγχου.
Η ποινή της ήταν τρεισήμισι χρόνια, αλλά στο εφετείο θεωρήθηκε ότι η αρχική ποινή ήταν υπερβολικά επιεικής και αυξήθηκε σε επτάμισι χρόνια.
“Πήρα το νόμο στα χέρια μου”, ομολογεί τώρα. “Ανατράφηκα ώστε να αναλαμβάνω την ευθύνη των πράξεών μου”.
Η Σάρα Σαντς αγωνίζεται τώρα για την επιβολή αυστηρότερων κανόνων για όσους έχουν καταδικασθεί για σεξουαλικά αδικήματα και ζητά να απαγορευθεί να αλλάζουν το όνομά τους.
Στη συνέντευξη στο BBC τόνισε:
“Για τους παιδόφιλους, για όποιον αγγίζει παιδιά, πρέπει να υπάρχουν συνέπειες. Και το να κρύβονται πίσω από τις αλλαγές ονομάτων… πρέπει να τους αφαιρεθεί αυτό το δικαίωμα. Αυτό το δικαίωμα να αλλάξουν το όνομά τους πρέπει να τους αφαιρεθεί”.