Βαθιά μπαίνει το νυστέρι στον ισπανικό όμιλο της Inditex (ιδιοκτήτρια εταιρεία του Zara) η οποία ανακοινώνει δραστικές περικοπές στον απόηχο της πανδημίας του κορονοϊού.
Η Inditex έχει στο χαρτοφυλάκιό της και άλλα brands όπως το Massimo Duti και τα Bershka, Pull & Bear.
Η μεγαλύτερη εταιρεία στις λιανικές πωλήσεις ρούχων παγκοσμίως παρουσίασε ένα πρόγραμμα ύψους 2,7 δισ. ευρώ που θα οδηγήσει στο κλείσιμο έως και 1.200 καταστημάτων και θα δώσει έμφαση στις πωλήσεις μέσω διαδικτύου.
Στο πλαίσιο του προγράμματος, ο ισπανικός όμιλος θα επενδύει από 900 εκατ. ευρώ για κάθε έτος στην ερχόμενη τριετία, ώστε οι online πωλήσεις να αντιστοιχούν στο 25% των συνολικών πωλήσεων σε σχέση με το 14% που είχαν το 2019.
Ο αριθμός των καταστημάτων που θα αναστείλουν τη λειτουργία τους ανέρχεται στο 13% με 16% του συνολικού δικτύου και αποτελεί μέρος της στρατηγικής της Inditex για την περίοδο έως το 2022. Σύμφωνα με την Inditex θα δοθεί έμφαση στην ψηφιοποίηση, την ενοποίηση των καταστημάτων με τις online πωλήσεις και τη βιωσιμότητα.
Στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους οι πωλήσεις του ομίλου διαμορφώθηκαν στα 3,3 δισ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών. Κατά την αντίστοιχη περίοδο του 2019 τα έσοδα είχαν διαμορφωθεί σε 5,93 δισ. με την πτώση να αποδίδεται στα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση του κορονοϊού σε πολλές χώρες. Σύμφωνα με την εταιρεία, το 88% των καταστημάτων της έκλεισε λόγω των περιοριστικών μέτρων.
Μέχρι την λήξη του 2020 θα έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή των νέων online studios της αλυσίδας Zara, στην Ισπανία, αλλά και θα έχει τεθεί σε εφαρμογή το σύστημα ιχνηλάτησης των προϊόντων από όλες τις αλυσίδες που ελέγχει η Inditex, επιτυγχάνοντας μεγαλύτερη διαφάνεια κατά μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας, στα πλαίσια της εφαρμογής του προγράμματος Inditex Open Platform με χρονικό ορίζοντα το 2021.
Στόχος είναι το δίκτυο να μην ξεπερνά τα 6.900 καταστήματα παγκοσμίως, από 7.412 που είναι σήμερα. Επιπλέον, σχεδιάζει το άνοιγμα νέας γενιάς καταστημάτων -περί τα 150 ετησίως μέχρι το 2022- μεγαλύτερα και πιο ελκυστικά στον πελάτη, στους πλέον εμπορικούς δρόμους, προσδοκώντας σε ετήσια αύξηση πωλήσεων μεταξύ 4% και 6% σε μακροπρόθεσμη βάση.