Η τραγωδία ξεκίνησε ύστερα από έναν μεγάλο καυγά ανάμεσα στο ζευγάρι. Για ασήμαντη αφορμή ο Μάθιου Όλιβερ τσακώθηκε με την αρραβωνιαστικιά του Λωρήν Κλαρκ και κουβέντα στην κουβέντα εκείνη έβγαλε το δαχτυλίδι των αρραβώνων τους, του το πέταξε και σηκώθηκε και έφυγε.
Ο Μάθιου με δάκρυα στα μάτια έμεινε αποσβολωμένος να κοιτάζει τη Λωρήν να απομακρύνεται. Εκείνη την ώρα πίστεψε ότι έχουν χωρίσει.
Πίστεψε ότι η ζωή του με τη Λωρήν τελείωσε. Το μυαλό του πήρε «ανάποδες στροφές» και πίστεψε πως δεν θέλει να ζει μια ζωή χωρίς τη Λωρήν.
Το ζευγάρι επέστρεψε στο σπίτι τους όπου συζούσαν. Εκείνο το βράδυ αποφάσισαν να μην κοιμηθούν στο ίδιο κρεβάτι μέχρι να ηρεμήσει η κατάσταση.
Η Λωρήν κοιμήθηκε επάνω και ο Μάθιου στον κάτω όροφο στον καναπέ. Στις 6.35 η Λωρήν σηκώθηκε και κοίταξε έξω από το παράθυρο.
Είδε το αυτοκίνητο του Μάθιου σταθμευμένο. Πράγμα παράξενο γιατί καθημερινά έφευγε για δουλειά στις 6.15 αφού ξεκινούσε στις 07.00.
Η Λωρήν κατέβηκε στον κάτω όροφο και τότε είδε μια ανθοδέσμη επάνω στον καναπέ. Καθώς πλησίασε όμως περισσότερο είδε τα πόδια του Μάθιου να αιωρούνται.
Είχε κρεμαστεί με καλώδιο από το ταβάνι και τα πόδια του ήταν μετέωρα δίπλα στον καναπέ.
Η μητέρα του Μάθιου είπε ότι ο γιος της, έπαιρνε αντικαταθληπτικά. «Ήταν μικρός όταν έμαθε ότι ο πατέρας του χτυπήθηκε από καρκίνο και πέθανε στα χέρια του, ενώ λίγες μέρες αργότερα διαγνώστηκε και στη μητέρα του καρκίνος στο στήθος.
«Όλα αυτά συνέτειναν στο να γίνει ένας ευαίσθητος άνθρωπος που όλα τα έπαιρνε στα σοβαρά» Ανέφερε η μητέρα του.