“Έμεινα στη φυλακή 10 μέρες και έφαγα ξύλο” εξομολογήθηκε ο Κώστας Αρζόγλου.
Ο Κώστας Αρζόγλου μίλησε στο ΕΓΩ και στον Ανδρέα Θεοδώρου για τη σύλληψή του την περίοδο της Χούντας και τη βία που είχε υποστεί.
Φέτος στις «Άγριες Μέλισσες», η υπόθεση κινήθηκε γύρω από τη Χούντα, την οποία την έχετε ζήσει πολύ. Έτσι δεν είναι;
Ναι, έχω συλληφθεί και με οδήγησαν στην απομόνωση. Έπαιζα σε ένα έργο της Ξένιας Καλογεροπούλου στο Αθηνά, ήρθαν με ένα μαύρο αυτοκίνητο, διέκοψαν την παράσταση και με συνέλαβαν.
Πώς αισθανθήκατε που από τη μια στιγμή στην άλλη βρεθήκατε σε ένα κελί;
Προσπαθούσα να καταλάβω για τι από όλα με είχαν συλλάβει. Ήταν για το Ελεύθερο θέατρο, για τις μαγνητοταινίες που διαβάζαμε ποιήματα και τα στέλναμε με κασέτες σε όλη την Ελλάδα, ή για τις επαφές μου με ανθρώπους που ήταν εκτός νόμου. Έμεινα στη φυλακή 10 μέρες και έφαγα ξύλο. Δεν με πήρε από κάτω. Το ξύλο ήταν λυτρωτικό γιατί κατάλαβα επιτέλους γιατί με ήθελαν. Με είχαν συλλάβει για κάποιον που είχαμε συνεργαστεί και ήταν εκτός νόμου.
Κώστας Αρζόγλου: «Η μητέρα μου είχε πνιγεί σε μια παραλία της Σερίφου»
Στο παρελθόν είχατε αντιμετωπίσει μια σοβαρή περιπέτεια υγείας;
Ναι, είχα διαγνωστεί με όγκο στον εγκέφαλο. Εκείνη την ώρα φοβήθηκα, αλλά πρόκειται για ένα περίεργο αίσθημα. Φοβάμαι και δεν φοβάμαι. Τελικά δεν φοβάμαι τον θάνατο, αλλά αυτά που θα φύγουν μαζί μου. Όταν ήμουν στην εντατική μετά την εγχείρηση, είδα ένα φοβερό φως που δεν περιγράφεται.
Σαν να είσαι πάρα πολύ κοντά στον ήλιο, χωρίς να καίγεσαι. Το συναίσθημα είναι όπως όταν είσαι σε ένα μπαλκόνι, υποχωρεί το κιγκλίδωμα και ταυτόχρονα θέλεις να πέσεις και να πιάσεις τον τοίχο πίσω σου. Εγώ τελικά πιάστηκα στον τοίχο (γέλια).
Η μητέρα σας, έφυγε από τη ζωή με έναν περίεργο τρόπο, γιατί χρειάστηκε να της γίνει νεκροψία;
Η μητέρα μου είχε πνιγεί σε μία παραλία της Σερίφου, αλλά δεν είχε ούτε ίχνος νερού στους πνεύμονές της. Την είχαν σύρει με ό,τι βρήκαν σε μια ακτή.
Μέχρι τότε ήμουν ένα δελφίνι μέσα στη θάλασσα, μου άρεσε πάρα πολύ να κολυμπώ, να φτάνω στον βυθό. Παρατήρησα ότι μετά από τη μητέρα μου, θέλω να ξέρω ότι η θάλασσα είναι εκεί, τι αέρας φυσάει, αλλά δεν μπαίνω μέσα.