«Η συγκεκριμένη εταιρεία βλέπει την παρούσα συγκυρία ως ευκαιρία να κερδοσκοπήσει» υπογραμμίζουν οι εκδότες.
Σε αιφνιδιαστική αύξηση των τιμών της, κατά 22,5% προχώρησε η εταιρεία ταχυμεταφορών ACS σύμφωνα με καταγγελία της Εκδοτών Βιβλίου. Η αλλαγή αυτή ισχύει από την 1η Απριλίου και πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο για τη χώρα δεδομένου ότι εξαιτίας του κλεισίματος των καταστημάτων το συντριπτικό ποσοστό των παραγγελιών, σε όλα τα είδη, παραδίδεται μέσω ταχυμεταφορών.
«Εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού και των πρωτοφανών συνθηκών που διανύουμε, την ώρα που άτομα, επιχειρήσεις, οργανώσεις και κυβερνήσεις συμπράττουν για να ξεπεραστεί όσο το δυνατόν ανώδυνα η κρίση και οι επιπτώσεις της, μία συγκεκριμένη εταιρεία βλέπει την παρούσα συγκυρία ως ευκαιρία να κερδοσκοπήσει και να στερήσει από το κοινωνικό σύνολο το βασικό μέσο απασχόλησης, διασκέδασης, μόρφωσης, ενημέρωσης: το βιβλίο» καταγγέλουν οι εκδότες.
Υπογραμμίζουν δε το αυτονόητο, ότι δηλαδή «με τα βιβλιοπωλεία και τις βιβλιοθήκες κλειστές και χιλιάδες συμπολίτες μας να καταφεύγουν στις ηλεκτρονικές παραγγελίες και τις παραδόσεις βιβλίων κατ’ οίκον, η αναίτια και αιφνιδιαστική αυτή αύξηση της ACS έχει πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις».
Μεταξύ αυτών των επιπτώσεων συμπεριλαμβάνονται ο εξαναγκασμός του κοινού σε λιγότερες παραγγελίες βιβλίων, και μάλιστα σε μια περίοδο εγκλεισμού που η αξία του είναι ακόμη πιο σημαντική, η μεγάλη οικονομική επιβάρυνση βιβλιοπωλείων, εκδοτών και κυρίως των φοιτητών οι οποίοι, σύμφωνα με επικείμενη συμφωνία των εκδοτών με το υπουργείο Παιδείας, θα διακινηθούν κατ’ οίκον προκειμένου να διασφαλιστεί η αποφυγή έκθεσής τους σε σημεία συνωστισμού.
Όπως επίσης αναφέρουν χαρακτηριστικά οι εκδότες βιβλίου στην σχετική ανακοίνωσή τους σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει εφαρμοστεί παρόμοια τακτική από καμία εταιρεία ή οργανισμό. «Την ώρα που προτάσσεται η “ατομική ευθύνη”, η δε έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης αποκτά ουσιαστικό νόημα, η ACS επιλέγει την κερδοσκοπία, πλήττοντας κάθε έννοια επιχειρηματικής ηθικής».