«Είχαμε ερωτική σχέση από το 2011, έρχονταν στο σπίτι μου όποτε ήθελε» υποστηρίζει ο κατηγορούμενος ρακοσυλλέκτης – «Θα αποδειχθεί η αθωότητά μου» δηλώνει στο protothema.gr
Σκηνές μιας άλλης εποχής που παραπέμπουν στο «10» του Μ. Καραγάτση, το οποίο περιγράφει την Ελλάδα της δεκαετίας του ’50 με τις ζωές και τους νοσηρούς έρωτες φτωχών εργατών μέσα σε ένα παλιό εγκαταλειμμένο εργοστάσιο στο Πειραιά, αναδύονται από τη δικογραφία για την υπόθεση της 48χρονης Τερέζας Ζοζεφίνας Σόιμπερ, που απασχόλησε πρόσφατα την επικαιρότητα.
Κεντρικά πρόσωπα της δικογραφίας, που πραγματικά θα μπορούσε να αποτελεί «σκηνικό» του αριστουργηματικού μυθιστορήματος, είναι η 48χρονη γυναίκα και ο ερωτικός της σύντροφος, ένας 47χρονος ρακοσυλλέκτης.
Και οι δυο ζούσαν σαν ζευγάρι σε μια εγκαταλελειμμένη μονοκατοικία στα Σεπόλια, έπιναν τα βράδια αλκοόλ και συχνά ο 47χρονος κακοποιούσε σωματικά τη σύντροφό του. Ωστόσο, εκείνη μετά τη «συγνώμη» του γύρναγε πάντοτε κοντά του…
Η υπόθεση απασχόλησε την επικαιρότητα όταν οι συγγενείς της γυναίκας, που αγνοούνταν από τον περασμένο Μάρτιο είχαν απευθυνθεί στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ» προκειμένου να την εντοπίσουν. Όπως και έγινε.
Η 48χρονη βρέθηκε σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι στα Σεπόλια από τους ίδιους της τους συγγενείς που έσπευσαν στο σημείο, έπειτα από πληροφορίες τηλεθεατών.
Εκεί αντίκρισαν την πόρτα της μονοκατοικίας δεμένη με αλυσίδα και αφού την άνοιξαν, κρατώντας φακούς στα χέρια, μπήκαν στο σπίτι και βρήκαν τη γυναίκα να κοιμάται.
Μόνο που, μέσα από τη δικογραφία έρχεται στο φως μια άλλη οπτική των γεγονότων, με την 48χρονη να υποστηρίζει μετά τον εντοπισμό της στις αρχές, ότι πήγε με τη θέληση της να μείνει «στο σπίτι του Βασίλη τον Φλεβάρη» και πως και εκείνη μπορούσε να ανοίξει την εξωτερική πόρτα του σπιτιού.
Η γυναίκα, που σύμφωνα με τους συγγενείς της αντιμετωπίζει ελαφριά νοητική υστέρηση, αναφέρει στην κατάθεση της ότι ο 47χρονος σύντροφος της, όταν έπινε την χτυπούσε, ωστόσο, όπως λέει μετά της ζήταγε συγγνώμη και εκείνη, αφού τον συγχωρούσε γύριζε ξανά κοντά του.
Από την πλευρά του, ο κατηγορούμενος, δηλώνει «ερωτευμένος με την 48χρονη και υποστηρίζει και κατέθεσε ότι η σύντροφός του «είχε κλειδιά του σπιτιού και μπορούσε να φύγει μόνη της, τη νύχτα».
Αμέσως μετά την απολογία του στην ανακρίτρια, ο 47χρονος αφέθηκε ελεύθερος με μόνο περιοριστικό όρο την υποχρεωτική εμφάνισή του σε αστυνομικό τμήμα της περιοχής του δυο φορές το μήνα.
«Διατηρούσα ερωτική επαφή μαζί της από το 2011. Έρχονταν στο σπίτι μου όποτε ήθελε και έφευγε όποτε ήθελε. Η αθωότητά μου θα αποδειχθεί στο δικαστήριο, είναι κρίμα πολίτες να γίνονται βορρά για χάρη της τηλεθέασης» λέει ο κατηγορούμενος μιλώντας στο protothema.gr.
«Δεν θέλω να πάει φυλακή, πήγα μόνη μου στο σπίτι»
Η ίδια η 48χρονη, τώρα, περιγράφει ως εξής την απαρχή της σχέσης με τον Βασίλη Αμαξόπουλου, στην κατάθεση της στις αρχές:
«…Τον Φεβρουάριο πήγα μόνη μου στα Σεπόλια και από τότε μέναμε μαζί. Τα βράδια πίναμε πολύ και όταν ο Βασίλης έπινε πολύ με χτυπούσε στο κεφάλι. Τα λεφτά για το κρασί και το σούπερ – μάρκετ ο Βασίλης τα έπαιρνε από το χαλκό.
Τα βράδια μάζευε καλώδια και συσκευές και το πρωί έβγαζε το χαλκό και τον πούλαγε στη Λένορμαν σε μια αποθήκη. Όταν με χτυπούσε μου έλεγε ότι θα φύγει και εγώ τον συγχωρούσα και έμενα. Την αλυσίδα που είχε στην έξω πόρτα της αυλής την ξεκλείδωνε το πρωί και εγώ την ξεκλείδωνα. Όλο αυτό τον τελευταίο καιρό που ήμουν με τον Βασίλη στα Σεπόλια δεν τηλεφώνησα στην αδελφή μου γιατί δεν είχα κάρτα στο κινητό».
Μιλώντας για το βράδυ, που οι συγγενείς της, την εντόπισαν στην μονοκατοικία των Σεπολιών, η 48χρονη ελληνο – αυστριακής καταγωγής, περιγράφει:
«..Εγώ κοιμόμουν και ο Βασίλης είχε πάει για χαλκό. Ξαφνικά ξύπνησα και είδα έναν αστυνομικό που κρατούσε φακό, τρόμαξα και όταν άκουσα τη φωνή της κόρης μου ηρέμησα. Στο σπίτι δεν έχουμε φως μόνο νερό έχουμε, είδα και το φακό, είχα πιει και λίγο κρασί και κατατρόμαξα».
Στην κατάθεσή της η γυναίκα, σκιαγραφεί με λεπτομέρειες το ύφος της σχέσης της με τον 47χρονο άντρα, λέγοντας μάλιστα ότι στο παρελθόν εκείνος της είχε βάλει μαχαίρι στο λαιμό της:
«Όποτε έχουμε κέφι με τον Βασίλη κάνουμε σεξ. Μερικές φορές όταν δεν έχω όρεξη κάθομαι για να μη φωνάζει. Αλλά καμιά φορά δεν ήθελε αυτός και τον πείραζα εγώ για να κάνουμε έρωτα» λέει και συνεχίζει: «Ο Βασίλης όταν είναι ήρεμος είναι καλός αλλά όταν πίνει και φτάνει στο τελευταίο μπουκάλι φωνάζει χωρίς να το καταλαβαίνει και τότε με χτυπάει, βέβαια έχει πολύ καιρό να το κάνει.
Θέλω να του κάνω μια μήνυση αλλά δεν θέλω να πάει φυλακή αλλά η κόρη μου και η αδελφή μου μου λένε να πάει φυλακή για να μην το κάνει και σε άλλες, δηλαδή να τις βαράει.
Δυο τρεις φορές πιο παλιά μου είχε βάλει μαχαίρι στο λαιμό όταν ήταν μεθυσμένος χωρίς να το καταλάβει».
Ενώπιον της ανακρίτριας η 48χρονη επανέλαβε ότι είχε πάει μόνη της στο σπίτι του κατηγορουμένου.
«Στις αρχές μαζί πίναμε, ο Βασίλης όταν ήταν στο τελευταίο ποτήρι φώναζε και του έκανε παρατήρηση η γειτονιά να μη φωνάζει, εγώ δεν φώναζα» καταθέτει και συνεχίζει: «Σεξ κάναμε όταν το θέλαμε και οι δυο….Μπορούσα να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού από μέσα στους αστυνομικούς που ήρθανε, δεν είχα κλειδιά για την αλυσίδα στην εξώπορτα».
«Είμαι ερωτευμένος, περνούσαμε ήσυχα και όμορφα»
Από την πλευρά του, ο 47χρονος στην απολογία του δήλωσε ότι αγαπάει την 48χρονη.
«Μου γνώρισε την αδελφή της και την κόρη της. Εγώ δούλευα σταδιακά, περνούσαμε ήσυχα και όμορφα. Στο σπίτι μου ερχότανε, καθότανε 10 μέρες και μετά έφευγε αφού την παίρνανε τηλέφωνο. Αυτό γίνονταν συνέχεια. Δεν την πήρα με τη βία από την οικογένειά της» κατέθεσε χαρακτηριστικά και προσέθεσε:
«Είμαι ερωτευμένος μαζί της και την αγαπώ. Από την συμπεριφορά της είχα καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά, επειδή έφευγε και ερχόταν και της είχα πει να πάει σε ένα γιατρό, αλλά εκείνη αρνιόταν.
Όταν εγώ έφευγα για δουλειά, είχε κλειδιά του σπιτιού και μπορούσε να φύγει μόνη της, τη νύχτα όμως κλείδωνα για λόγους ασφάλειας και το λουκέτο που βρήκαν οι αστυνομικοί στην εξωτερική πόρτα ήταν, γιατί είχε χαλάσει η κλειδαριά και έτσι μπορούσα να την ασφαλίζω.
Σεξουαλικές σχέσεις είχαμε όταν το ήθελε εκείνη, δεν την πίεσα ποτέ να κάνουμε σεξ χωρίς να θέλει. Είμαι ρακοσυλλέκτης και δουλεύω 15 έως 18 ώρες την ημέρα».
Στην προανακριτική του δε απολογία ο κατηγορούμενος, επισημαίνει ότι η 48χρονη πήγε στο σπίτι του στις 7 Μαρτίου, λέγοντάς του – όπως αναφέρει – ότι τον είχε επιθυμήσει!
«Από τότε μέχρι και σήμερα την φιλοξενούσα σπίτι μου όπου περνούσαμε αρκετό καιρό τις ώρες που δεν εργαζόμουν, καθώς μου είχε πει ότι ήθελε να μείνουμε μαζί και ότι με αγαπάει πολύ», σημείωσε.
Είχε φύγει για οκτώ χρόνια!
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα όμως είναι και η κατάθεση που έδωσε στις αρχές η αδελφή της 48χρονης γυναίκας, η οποία αναφέρει ότι δεν είναι «απόλυτα σίγουρη ότι (σ.σ. ο κατηγορούμενος) κρατούσε την αδελφή της με τη βία . Μάλιστα, η ίδια προσθέτει: «Πιστεύω ότι η αδελφή μου ήταν μαζί του με τη θέλησή της, μιας και όσες φορές έφευγε από τον Βασίλη πάλι γυρνούσε πίσω».
Η 45χρονη αδελφή του θύματος περιγράφει στην κατάθεσή της:
«Το έτος 1993 η αδελφή μου παντρεύτηκε και απέκτησε ένα κοριτσάκι. Περίπου το 1997 χώρισε με τον άντρα της και μετακόμισε μαζί με το παιδί της στο σπίτι που έμενα με τη μητέρα μας.
Από τότε που η αδελφή μου χώρισε, έκανε αρκετές σχέσεις με διαφόρους συντρόφους και συχνά άφηνε το παιδί της σε μένα και τη μητέρα μας.
Επειδή έφευγε και χανόταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα και με μεγαλύτερο αυτό των οκτώ ετών, η μητέρα μου κινήθηκε δικαστικά και απέκτησε την επιμέλεια της κόρης της….».
Από την πλευρά της η κόρη της 48χρονης περιγράφει στις αρχές τους φόβους της ότι η μητέρα της μπορεί να κακοποιείται από τον σύντροφό της.
Αναφέρει, μεταξύ άλλων: «…Ξέρω ότι ο Βασίλης ήταν πολύ ζηλιάρης και δεν ήθελε να έχει επαφή η μητέρα μου ούτε με εμένα, ούτε με άλλους ανθρώπους και στο παρελθόν, όταν βρίσκονταν στο σπίτι με το Βασίλη και ήθελε να φύγει, έλεγε στη θεία μου από το προηγούμενο βράδυ να την πάρει τηλέφωνο από την προηγούμενη ημέρα και να της πει ότι θέλει να πάει σπίτι της και έτσι εκείνος την άφηνε να φύγει. Πράγματι, στο παρελθόν ο Βασίλης την είχε χτυπήσει…».
Μιλώντας στο protothema.gr ο δικηγόρος του κατηγορουμένου κ. Κωνσταντίνος Γώγος, αναφέρει:
«Η Δικαιοσύνη στάθηκε στο ύψος της αφήνοντας ελεύθερο τον κατηγορούμενο, κρίνοντας με βάση τη δικογραφική πραγματικότητα και όχι με βάση την τηλεοπτική ουτοπία».
Πηγές: protothema.gr