Η μητέρα της παθούσας περιέγραψε με μελανά χρώματα τη σχέση της κόρης και τη δική της με το σύζυγό της και τόνισε ότι το παιδί της βρισκόταν κάτω από κράτος απειλών και εκβιασμών.
Νέες διαστάσεις έλαβε την Παρασκευή η υπόθεση traffiking της Ηλιούπολης που εκδικάζεται από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας.
Η πολιτική αγωγή αιτήθηκε στο δικαστήριο να κληθούν να καταθέσουν δύο ακόμη μάρτυρες και επικαλέστηκε γι’ αυτό την έρευνα των Reporters United σύμφωνα με την οποία η υπόθεση της Ηλιούπολης συνδέεται μ’ αυτή του βιασμού της 12χρονης από τον Κολωνό.
Το δικαστήριο άκουσε το αίτημα και ο Εισαγγελέας της έδρας επιφυλάχθηκε να απαντήσει χωρίς να το απορρίψει.
Η διαδικασία συνεχίστημε με το δεύτερο μέρος της κατάθεσης του αδελφού της πρώτης παθούσας. Πριν αρχίσε την κατάθεσή του ο μάρτυρας η πολιτική αγωγή προσκόμισε έγγραφο από το ΚΕΣΥ σύμφωνα με τον οποίο ο 20χρονος σήμερα νέος βρίσκεται σε φάσμα ελαφριάς νοητικής στέρησης.
Ηταν φανερό ότι ο μαρτυρας βρισκόταν σε δύσκολη συναισθηματική και ψυχολογική κατάσταση. Επανέλαβε ότι ο πατέρας του εξύβριζε τον ίδιο και την αδερφή του και ότι τον φοβούνται αμφότεροι.
“Δεν θυμάμαι ούτε μία καλή στιγμή μαζί του” τόνισε χαρακτηριστικά ενώ όταν του ζητήθηκε να πει ποιες ακριβώς εκφράσεις χρησιμοποιούσε ο πατέρας για τον εξυβρίσει είπε ότι τον αποκαλούσε “χοντρό και μαλ…α”. Εκεί ο μάρτυρας ξέσπασε σε κλάματα και η διαδικασία διακόπηκε προσωρινά.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος πατέρας του άσκησε το δικαίωμά του και έκανε ο ίδιος ερώτηση στο γιο του. “Σου μιλά ο πατέρας σου. Γιατί ψυχή μου; Γιατί όλα αυτά; Εσείς δεν ήσουν που σε πήρα τηλέφωνο και με είπες “μπαμπά μου;”.
Ο μάρτυρας απάντησε ότι “τα ηλεκτρονικά παιχνίδια που μάς αγόραζες δεν είναι αγάπη. Μάς έλειπε η αγάπη, η φροντίδα και η στοργή”.
Η υπεράσπιση, σύσσωμη, τόνισε ότι ο μάρτυρας υπέπεσε σε αντιφάσεις σε σχέση με την κατάθεσή της στην ανακρίτρια.
Τη σκυτάλη πήρε η μητέρα της πρώτης παθούσας και καταγγέλλουσας. Περιέγραψε το σύζυγό της (και κατηγορούμενο για βιασμό της κόρης της) ως βίαιο άνθρωπο ο οποίος “συνεχώς έβριζε και φώναζε”. “Ειδικά εμένα και την κόρη μου, αποκαλούσε όλες τις γυναίκες “πουτάνες”.
Ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε για τους βιασμούς που καταγγέλλει η κόρη της μέχρι να αποκαλυφθεί όλο το στόρι και επίσης ότι από τη στιγμή που η κόρη της άρχισε να ξενυχτά και να βγαίνει η ίδια δεν μπορούσε να την περιορίσει, αν και προσπάθησε.
Η πρόεδρος επέμεινε πολύ σε ερωτήσεις που είχαν να κάνουν με τη δική αντιμετώπιση στα προβλήματα που αντιμετώπιζε το παιδί της. Η μάρτυρας τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι δεν μπορούσε να πάει στην αστυνομία όταν έμαθε ότι η κόρη της εκβιάζεται από τον τρίτο κατηγορούμενο γιατί απειλούσαν αμφότερες. “Μαμά, μήν κάνεις τίποτα, θα μάς σκοτώσουν όλους” κατέθεσε ότι της είπε η κόρη της.
Στη συμβίωσή της με τον πρώτο κατηγορούμενο, τον πρώην αστυνομικό, η κόρη της, κατά τη μάρτυρα “ήταν συνεχώς θλιμμένη. Με παρεξένεψε επίσης ότι μέσα στο καλοκαίρι φορούσε μακρυμάνικα ρούχα. Την ημέρα της αποκάλυψης στο αστυνομικό τμήμα της Ηλιούπολης την είδα χτυπημένη και με το πρόσωπο πρησμένο. Τα μαλλιά της ήταν επίσης κομμένα όπως να ναι, δεν τα είχε κόψει η ίδια ούτε κομμωτής”.
Οι συνήγοροι των κατηρουμένων, πιστοί στην υπερασπιστική τους γραμμή, επιχείρησαν να αναδείξουν τις ευθύνες της μητέρας και να δείξουν στο δικαστήριο ότι η 20χρονη, σήμερα, παθούσα εκδιδόταν με δική της θέληση και όχι επειδή εκβιαζόταν και πιεζόταν σχετικά.
“Εγώ της είχα πει ότι η σχέση μ έναν άντρα 40 ετών δεν μου φαινόταν εντάξει” υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, σε συνεχείς ερωτήσεις ενώ απάντησε ότι δεν είχε ποτέ τις φωτογραφίες της κόρης της σε site γνωριμιών.
Κατήγγειλε, τέλος, ότι όταν ο πατέρας της γνώρισε από κοντά τον τρίτο κατηγορούμενο (με τον οποίο η παθούσα διατηρούσε δεσμό) της είπε ότι “βάλε την σ’ ένα ταξί και καλούς απογόνους”.