Συνέντευξη στην Athens Voice του Ηλία Μόσιαλου, καθηγητή Πολιτικής της Υγείας του London School of Economics και συμβούλου της Ελληνικής Κυβέρνησης για τον κορωνοϊό.
Τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τον κατάλληλο τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα θα προχωρήσει στην επόμενη φάση της αποκλιμάκωσης των γενικών περιοριστικών μέτρων και της σταδιακής επιστροφής στους χώρους εργασίας, με παράλληλη προστασία των ηλικιωμένων και των ευπαθών ομάδων, ανοίγει, πολύ συγκεκριμένα, ο κορυφαίος διεθνώς Έλληνας καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του London School of Economics and Political Science (LSE), Ηλίας Μόσιαλος.
Στη σημερινή συνέντευξή του στην ATHENS VOICE, ο σύμβουλος της ελληνικής κυβέρνησης για τον νέο κορωνοϊό προσδιορίζει τον χαρακτήρα της εξόδου μας από το lockdown, όπως είχε επίσης ο ίδιος πρώτος επισημάνει, από τον περασμένο Ιανουάριο, τον επερχόμενο κίνδυνο της πανδημίας και την ανάγκη να ληφθούν εγκαίρως μέτρα φυσικής αποστασιοποίησης και καραντίνας στη χώρα μας.
Ο Ηλίας Μόσιαλος προειδοποιεί ότι η διαχείριση της επόμενης φάσης ενέχει σειρά από κινδύνους και επισφάλειες και απευθύνει έκκληση για πειθαρχία και πιστή τήρηση των σχετικών οδηγιών των ειδικών επιστημόνων και της πολιτείας.
Η πρόσφατη μελέτη των ερευνητών του Imperial College του Λονδίνου αποδυναμώνει την κριτική περί αναγκαιότητας πολλών, μαζικών, καθημερινών τεστ διάγνωσης στην Ελλάδα; Η μελέτη δείχνει ότι τα πιο αποτελεσματικά μέτρα στη χώρα μας έναντι της επιδημίας του SARS – COV 2 είναι η αναστολή της λειτουργίας όλων των εκπαιδευτικών μονάδων και, στη συνέχεια, η επιβολή του lockdown…
Εξαρτάται από τους στόχους, τους οποίους επιδιώκουμε να υπηρετήσουμε. Όταν ο στόχος είναι να σταματήσεις την πανδημία και να μειώσεις τον αριθμό αναπαραγωγής, το R, τότε τα μέτρα, τα οποία έχουν τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, είναι τα μη φαρμακολογικά μέτρα της φυσικής αποστασιοποίησης, δηλαδή, το κλείσιμο των σχολείων, η απαγόρευση των υπαιθρίων συγκεντρώσεων, αλλά και το «μένουμε σπίτι».
Στην πρώτη φάση της πανδημίας ήταν περισσότερο απαραίτητο να έχουμε τεστ και συστηματική ιχνηλάτηση, γιατί προσπαθούσαμε να περιορίσουμε τη διασπορά της νόσου. Όταν, όμως, η νόσος πέρασε στην κοινότητα, τότε ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να μειώσουμε τη διασπορά ήταν οι περιορισμοί, οι οποίοι επιβλήθηκαν. Ευτυχώς, αυτοί οι περιορισμοί επιβλήθηκαν νωρίς στην Ελλάδα και, γι’ αυτό, έχουμε επίσης το συγκριτικό πλεονέκτημα, σε σχέση με άλλες χώρες.
Όμως, στη φάση της μετάβασης, στη φάση της αποκλιμάκωσης των μέτρων, εφόσον επιστρέφουμε πλέον στους χώρους εργασίας, τα τεστ αποκτούν μεγαλύτερη σημασία. Πρέπει να είμαστε σε θέση να απομονώνουμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τα νέα κρούσματα και να κάνουμε διάγνωση της ασθένειας, να είμαστε σίγουροι ότι πάσχουν, όντως, από κορωνοϊό και να ελέγχουμε, παράλληλα, όλους όσοι έχουν έρθει σε επαφή με αυτά τα νέα κρούσματα.
Υπάρχουν διεθνώς μοντέλα σχεδίων για την περίοδο η οποία θα ακολουθήσει την καραντίνα; Γνωρίζουν οι χώρες της Ε.Ε. τι πρέπει να κάνουν, με ποιες προτεραιότητες και ποια προσοχή πρέπει να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα ή… βλέποντας και κάνοντας;
Ποτέ άλλοτε ο μισός πλανήτης δεν ήταν κλειστός εξαιτίας μίας πανδημίας. Επομένως, δεν έχουμε προηγούμενο εφαρμογής πολιτικών αποκλιμάκωσης περιοριστικών μέτρων σε μεγάλη κλίμακα. Κάθε χώρα θα αποφασίζει τον ρυθμό και τον τρόπο της αποκλιμάκωσης, με βάση τα δικά της χαρακτηριστικά, με βάση την πιθανότητα επιτυχίας των αποφάσεων, τις οποίες θα λάβει, την πιθανότητα της συμμόρφωσης του πληθυσμού με τα μέτρα, το σύστημα δημόσιας υγείας που έχει και τη δυνατότητα για τεστ και ιχνηλάτηση, αλλά και την αντοχή του συστήματος Υγείας, ιδιαιτέρως των νοσοκομείων.
Επίσης, εκείνο το οποίο έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι η δυνατότητα της προστασίας των ευπαθών ομάδων και των ηλικιωμένων. Κατά τη γνώμη μου, η πιο επιτυχημένη στρατηγική, σε όποια χώρα κι εάν αυτή υιοθετηθεί, θα είναι εκείνη που θα εντοπίσει που είναι πιο έντονο το πρόβλημα. Που είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα με τον κορωνοϊό; Στη θνητότητα, η οποία είναι υψηλότερη στους ηλικιωμένους και τις ευπαθείς ομάδες. Η θνητότητα είναι μικρή ή ελάχιστη στις ηλικίες κάτω των 50 ετών και σε όσους δεν έχουν σημαντικά προβλήματα υγείας.
Άρα, εάν μπορέσουμε να εντοπίσουμε το μεγαλύτερο πρόβλημα και μπορέσουμε επίσης να προστατεύσουμε τις ευπαθείς ομάδες και τους ηλικιωμένους, οι υπόλοιποι μπορούν να επιστρέφουν σταδιακά στην εργασία τους. Έτσι θα μπορέσουμε να ελέγξουμε τη νόσο, παρά το γεγονός ότι θα έχουμε υψηλότερο αριθμό νέων κρουσμάτων. Δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία το γεγονός ότι θα έχουμε υψηλότερο αριθμό νέων κρουσμάτων της νόσου, εάν το ποσοστό των νοσηλευόμενων, προερχόμενων από τις ευπαθείς ομάδες και τους ηλικιωμένους, είναι πολύ χαμηλό.
Εάν, όμως προσβληθούν οι ευπαθείς ομάδες και οι ηλικιωμένοι, όπως έγινε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όπου το μεγαλύτερο ποσοστό των θανάτων αφορά ηλικιωμένους ή όσους διαβιούν σε οίκους ευγηρίας, τότε θα έχουμε θέμα.
Συνεπώς, μία «έξυπνη» στρατηγική θα ήταν η εξής: Προστατεύουμε τους ευπαθείς και τους ηλικιωμένους, διαμορφώνοντας συνθήκες ασφάλειας για εκείνους, επιστρέφουν όσοι δεν έχουν προβλήματα υγείας και οι νεότεροι σε ηλικία στους χώρους εργασίας τους, διατηρούμε ταυτόχρονα σε ισχύ τα μέτρα φυσικής αποστασιοποίησης και ατομικής υγιεινής. Πρόκειται για μία περίπλοκη και όχι για μία απλή υπόθεση. Να το ξέρουμε αυτό. Θα είναι σα να χορεύουμε εξ αποστάσεως τανγκό με τον κορωνοϊό. Θα πρέπει να τον κοροϊδεύουμε σε αυτόν τον χορό, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι να έρθει η στιγμή κατά την οποία θα διαθέτουμε αποτελεσματική φαρμακολογική αντιμετώπιση και, κατόπιν, το εμβόλιο.
Ο Μάιος είναι, πράγματι, ο μήνας για την έναρξη της άρσης των περιοριστικών μέτρων της καραντίνας στην Ελλάδα ή διαβλέπετε μία κοινωνική και πολιτική πίεση, η οποία «υποχρεώνει» την κυβέρνηση να επισπεύσει αυτό το πολύ κρίσιμο βήμα;
Πιστεύω ότι όλα θα εξαρτηθούν από την επιδημιολογία της νόσου και από το σημείο στο οποίο θα βρισκόμαστε στα τέλη Απριλίου – αρχές Μαΐου. Με βάση την επιδημιολογία της νόσου και το αποτέλεσμα το οποίο θα έχουμε επιτύχει θα ληφθούν και οι αποφάσεις για την αποκλιμάκωση. Έχει ήδη τονισθεί ότι αυτό θα πραγματοποιηθεί με συνετό και πειθαρχημένο τρόπο, ενώ, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να υπάρχουν μεσοδιαστήματα 2-3 εβδομάδων μέσα στη φάση της αποκλιμάκωσης, ούτως ώστε να «μετράμε» την επιτυχία των αρχικών φάσεων της αποκλιμάκωσης και να σχεδιάζουμε την αλληλουχία των επομένων φάσεων, πάντα με γνώμονα την προστασία των ηλικιωμένων και των ευπαθών ομάδων.
Ποιοι παραγωγικοί τομείς της οικονομίας πρέπει να έχουν προτεραιότητα στη διαδικασία της αποκλιμάκωσης;
Η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να ξεκινήσουμε με τους τομείς προστιθέμενης οικονομικής αξίας: Εταιρείες χρήσης υψηλής τεχνολογίας, εταιρείες με εξαγωγικό προσανατολισμό και εταιρείες χρηματοπιστωτικού και τραπεζικού χαρακτήρα. Αυτό είναι απαραίτητο, γιατί πρέπει να κινηθεί η οικονομία, και, από εκεί και πέρα, να προχωρήσουμε επίσης με τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας.
Δεν πρόκειται για κάτι πολύ δύσκολο;
Προφανώς πρόκειται για κάτι πολύ δύσκολο. Εγώ έχω μέλος της οικογένειάς μου, το οποίο ανήκει στις ευπαθείς ομάδες και ξέρουμε ότι θα είμαστε μέσα για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Κανένα μέλος της οικογένειας δεν μπορεί να βγει έξω, γιατί μπορεί να φέρει τον κορωνοϊό στο σπίτι. Άρα, για ένα μέρος της κοινωνίας τα περιοριστικά μέτρα θα συνεχισθούν για ένα ακόμη διάστημα.
Θα έχουμε, εκτιμάτε, διαδοχικά lockdown στην Ελλάδα;
Θα εξαρτηθεί από τον τρόπο με τον οποίο θα αντιδράσουν οι Έλληνες πολίτες. Όλα θα κριθούν, δηλαδή, από την πειθαρχία και την πιστή εφαρμογή των μέτρων της φυσικής αποστασιοποίησης, που θα επιδείξουμε.
Εάν είναι έτσι, γιατί δεν επιλέγουμε να παρατείνουμε τα περιοριστικά μέτρα για όλους;
Μα, γιατί πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι το μέγεθος της οικονομικής κρίσης, την οποία θα προκαλέσει ο κορωνοϊός, θα έχει επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων. Συνεπώς, η επόμενη φάση είναι η διαχείριση του ρίσκου. Υπάρχει ρίσκο στη δημόσια υγεία και ρίσκο στην οικονομία.
Ο επαπειλούμενος κίνδυνος για μεγάλη ύφεση μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο και για την υγεία των ανθρώπων. Δηλαδή, να μην διαθέτουμε επαρκείς πόρους για το σύστημα Υγείας, αλλά, ταυτόχρονα, επειδή ένας σημαντικός αριθμός συμπατριωτών μας θα μείνουν άνεργοι, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα υγείας. Πρέπει, λοιπόν, να βρούμε μία ισορροπία μεταξύ της προστασίας της δημόσιας υγείας και της μείωσης της οικονομικής ύφεσης. Θα είμαστε υποχρεωμένοι να επιτηρούμε διαρκώς την κατάσταση, προκειμένου να μη μας ξεφύγει και αναγκαστούμε να αντιμετωπίσουμε επικίνδυνες καταστάσεις, σαν εκείνες τις οποίες αντιμετώπισαν οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Γάλλοι, οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί.
Την ίδια στιγμή, η παρατεταμένη παραμονή στο σπίτι θα δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα. Η μείωση της πρόσβασης συμπολιτών μας στο σύστημα Υγείας μπορεί να πυροδοτήσει σημαντικά προβλήματα υγείας. Στόχος μας πρέπει να είναι η δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος μέσα στα νοσοκομεία, έτσι ώστε να έχουν πρόσβαση οι ευπαθείς ομάδες για τα προβλήματα υγείας από τα οποία πάσχουν.
Δεύτερον, ο συστηματικός εγκλεισμός μπορεί να αυξήσει το άγχος και τα ψυχικά προβλήματα, ενώ μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ένταση τα φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας.
Άρα, η διαχείριση της επόμενης ημέρας πρέπει να λάβει υπόψη επίσης τα προβλήματα, τα οποία μπορούν να δημιουργηθούν, όχι μόνο τα οικονομικά προβλήματα, αλλά και τα προβλήματα υγείας που δεν έχουν σχέση με τον κορονοϊό και μπορεί να επιταθούν, εξαιτίας του παρατεταμένου εγκλεισμού. Να μη θεωρήσουμε ότι η αποκλιμάκωση θα είναι χωρίς ρίσκο. Η αποκλιμάκωση έχει ρίσκο, γιατί δεν έχει εξαφανισθεί ο κορωνοϊός από τον πλανήτη. Όσο φεύγουμε από το «μένουμε σπίτι» και επιστρέφουμε στους εργασιακούς χώρους, ο κίνδυνος διασποράς της νόσου αυξάνει. Αυτό το ρίσκο μπορούμε να το περιορίσουμε, εάν συμπεριφερθούμε πειθαρχημένα και προστατεύουμε, ταυτόχρονα, τις ευπαθείς ομάδες και τους ηλικιωμένους.
Εάν αποφασίσουμε, αντιθέτως, να παρατείνουμε τα γενικά περιοριστικά μέτρα για άλλους τέσσερις μήνες, αναλαμβάνουμε ένα άλλο ρίσκο: Αυτό της μεγάλης οικονομικής κατάρρευσης και των μεγάλων προβλημάτων υγείας και ψυχικής υγείας, εξαιτίας του παρατεταμένου εγκλεισμού.
Επομένως διαχειριζόμαστε διαφορετικές μορφές ρίσκου. Χρειάζεται πολύ προσοχή για να διατηρήσουμε, όσο αυτό είναι δυνατόν, ό,τι έχουμε επιτύχει.