Τα ξημερώματα της 12ης Νοεμβρίου 1942 ο πυροσβέστης Κωνσταντίνος Πούλιος, ο οποίος έδινε μαζί με τους συναδέλφους του τη μάχη της κατάσβεσης της πυρκαγιάς που είχε τυλίξει ένα κτίριο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, καταπλακώθηκε από τμήμα του κτιρίου που γκρεμίστηκε.
Ανασύρθηκε σοβαρά τραυματισμένος από συναδέλφους του και έσβησε λίγο αργότερα στο νοσοκομείο, «θεμελιώνοντας» με τη θυσία του, το Ηρώον του Πυροσβεστικού Σώματος.
Ο νεαρός πυροσβέστης της Β’ Τάξης έδωσε την «σκυτάλη» της θυσίας σε δεκάδες άλλους συναδέλφους του, που έβαλαν το κορμί τους ασπίδα στην πολιτική προστασία της χώρας.
Ένας απ’ αυτούς ήταν ο 27χρονος Πέτρος Σπυρόπουλος.
«Εδώ καίγεται ο τόπος κι εγώ θα καθίσω στο σπίτι μου;», είπε εκείνο το πρωί σε έναν συνάδελφό του, όταν τον ρώτησε γιατί δεν πήρε το ρεπό του, όπως ήταν προγραμματισμένο.
Χωρίς να το σκεφτεί στιγμή, ανέβηκε στο πυροσβεστικό όχημα. Στο εργοστάσιο της “Sato” στο Μοσχάτο είχε ξεσπάσει πυρκαγιά και στον Α’ Πυροσβεστικό Σταθμό Πειραιά είχε σημάνει συναγερμός. Ήταν 6.20 τα ξημερώματα 24 Απριλίου 1998, όταν ο φύλακας του κτιρίου ειδοποίησε ότι καιγόταν η αποθήκη στο ισόγειο.
Όταν τα πρώτα πυροσβεστικά οχήματα έφτασαν στην οδό Πειραιώς, το διώροφο κτίριο που στέγαζε τις αποθήκες και τα γραφεία της εταιρείας είχε τυλιχτεί στις φλόγες.
Ο πυκνός καπνός είχε εξαπλωθεί πάνω από όλη την περιοχή και ήταν ορατός από όλες σχεδόν τις γωνιές της Αθήνας.
Την αποπνικτική ατμόσφαιρα διαπερνούσαν οι σειρήνες των οχημάτων που έφταναν το ένα πίσω από το άλλο στον τόπο της πυρκαγιάς. Υπήρχε ο φόβος να επεκταθούν οι φλόγες στη διπλανή βιομηχανία με χημικά προϊόντα «Σύδρα Α.Ε.» και τότε οι συνέπειες θα ήταν ανεξέλεγκτες.
Οι πυροσβέστες έπρεπε να βρουν τρόπο να μπουν στο εσωτερικό του ισογείου για να χτυπήσουν τη φωτιά. Παραβίασαν μια πόρτα, ενώ μια άλλη ομάδα πήγε στην πίσω πλευρά του κτιρίου, σε ένα τσιμεντένιο υπόστεγο που χρησιμοποιούσαν οι υπάλληλοι για τη μεταφορά των εμπορευμάτων στα φορτηγά.
Φόρτωσαν στην πλάτη τις φιάλες οξυγόνου, φόρεσαν τις μάσκες τους και μπήκαν στο εσωτερικό ένας – ένας, ανοίγοντας μια τρύπα στη λαμαρίνα. Ο Πέτρος Σπυρόπουλος προχώρησε μπροστά. Σε λίγο πέρασαν μέσα και οι μάνικες και όλα έδειχναν ότι όλοι μαζί θα έδιναν τη μάχη με τις φλόγες από θέση ισχύος. Τίποτα δεν προμήνυε το κακό που πλησίαζε.
«Ακούω ένα μεγάλο κρότο και σταματάω», θα πει αργότερα ένας συνάδελφος του 27χρονου πυροσβέστη.
«Κάνω σήμα και στους άλλους να βγούμε έξω, ο Πέτρος ήταν πιο μπροστά, τον είχα χάσει. Είχε πολύ καπνό. Τρέξαμε προς την έξοδο και βγήκαμε. Σε δευτερόλεπτα η στέγη κατέρρευσε». Στην καταμέτρηση που ακολούθησε, ο Πέτρος Σπυρόπουλος δεν έδωσε το «παρών»…
«Δεν βγήκε μαζί μας, ίσως να έχει τραυματιστεί», είπε στον επικεφαλής η μοναδική γυναίκα της δύναμης. Όλοι οι αξιωματικοί έτρεξαν εκεί. Κουβάλησαν μηχανήματα απεγκλωβισμού και ξαναμπήκαν μέσα.
Ο Πέτρος είχε πλακωθεί από μπάζα. Χτυπήθηκε από έναν σιδηροδοκό όταν κατέρρευσε η προέκταση του κτιρίου της αποθήκης, συμπαρασύροντας και το υπόστεγο.
Μεταφέρθηκε εσπευσμένως στο Τζάνειο Νοσοκομείο, αλλά οι γιατροί δεν κατάφεραν να τον σώσουν. «Βαριές κακώσεις θώρακος και κοιλίας», ήταν η αιτία, όπως είπαν.
Τα δυσάρεστα νέα έφτασαν γρήγορα στις εγκαταστάσεις της “Sato”. Οι συνάδελφοι του 27χρονου πυροσβέστη λύγισαν, κάποιοι ξέσπασαν σε λυγμούς, μα έπρεπε να συνεχίσουν, έστω και με «κομμένα» πόδια, να δίνουν τη μάχη, καθώς δεν είχαν τελειώσει ακόμη με την πυρκαγιά, που είχε καταστρέψει τα πάντα. Μέλημά τους ήταν πλέον να μην ξεφύγει στις διπλανές βιοτεχνίες. Τα κατάφεραν όταν πλέον ήταν μεσημέρι.
Ο άτυχος πυροσβέστης πλήρωσε το δέσιμο που έχουν σχεδόν όλοι οι πυροσβέστες με το επάγγελμά τους. Που ρίχνονται στη μάχη χωρίς να έχουν την «πολυτέλεια» να αναρωτηθούν για ετοιμόρροπα κτίρια ή επικίνδυνες χημικές ουσίες. Τον κυρίευσε η αυτοθυσία και η αυταπάρνηση, που πολλές φορές δεν αφήνουν χώρο για συναίσθηση του κινδύνου.
Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως Γιώργος Ρωμαίος εξέφρασε τη βαθιά του οδύνη για το χαμό του, καθώς και τα συλλυπητήρια της ηγεσίας του υπουργείου και του Πυροσβεστικού Σώματος.
Η Πανελλήνια Ένωση Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος επισήμανε σε ανακοίνωσή της ότι «ο τραγικός θάνατος του νεαρού πυροσβέστη δεν μπορεί να καλυφθεί με τυπικές ευχαριστίες των υπευθύνων της εταιρίας και της πολιτείας».
Δύο χρόνια μετά το θάνατο του 27χρονου πυροσβέστη, που βύθισε στο πένθος την οικογένειά του στη Λάρισα, προήχθη για ανδραγαθία στο βαθμό του αρχιπυροσβέστη. Με απόφαση του δήμου Μοσχάτου η οδός Πάρνηθος, όπου «βλέπει» η μια πλευρά του κτιρίου της βιομηχανίας επίπλων, μετονομάστηκε σε οδό Αρχιπυροσβέστη Πέτρου Σπυρόπουλου.