Τα σχέδια της Κομισιόν για τη νέα ενιαία ταυτότητα και τα στοιχεία που αυτή θα περιλαμβάνει για κάθε ευρωπαίο πολίτη δημοσιοποιήθηκαν το τελευταίο διάστημα από επίσημα χείλη.
Η “μάχη για τις ταυτότητες” είναι μια υπόθεση γνώριμη στην Ελλάδα, από τον ανένδοτο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, στα τέλη του περασμένου αιώνα, όταν και η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη, ανακοίνωση την εξάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες, ως στοιχείο που θεωρείται ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο.
Τι έγινε και πότε;
Ένα μόλις μήνα μετά τις εκλογές, τις οποίες κέρδισε με διαφορά μιας ποσοστιαίας μονάδας το ΠΑΣΟΚ, στις 8 Μαΐου του 2000, ο τότε υπουργός δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος δηλώνει πως η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες είναι αντίθετη με το νόμο 2472/1997 για την προστασία των προσώπων από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
Η δήλωση αυτή άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, με τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο να αντιτάσσεται σθεναρά στις προθέσεις της κυβέρνησης, ισχυριζόμενος ότι προστάχθηκαν «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες».
Οι πρωταγωνιστές
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος που όλο το προηγούμενο διάστημα παρουσιαζόταν από τις σφυγμομετρήσεις της εποχής ως το δημοφιλέστερο δημόσιο πρόσωπο στην κοινωνικοπολιτική ζωή της χώρας, ανέλαβε να ηγηθεί μιας εκστρατείας κατάργησης του νόμου, διοργάνωσε με την σιωπηρή ανοχή ή και συμβολή ακόμη της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην επιτυχία τους, “λαοσυνάξεις” για την ορθοδοξία, που ο ίδιος συνέδεε άρρηκτα με την ταυτότητα του ελληνικού έθνους.
“Οι ευρωπαϊκοί λαοί δεν έχουν το σύμπλεγμα της κατωτερότητας για την πολιτιστική, την θρησκευτική και την εθνική τους ταυτότητα, όπως δυστυχώς μερικοί από τους δικούς μας καταναλωτές” σημείωνε απευθυνόμενος στις χιλιάδες κόσμου που συγκεντρώνονταν στις συγκεντρώσεις του.
“Την Εκκλησία όποιο χέρι τόλμησε να την αγγίξει ξεράθηκε” πρόσθετε σε άλλη του δήλωση για το θέμα, στρέφοντας τα βέλη του στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Σημίτη. Εκείνος, προσέθετε πως “άλλο η πίστη και η θρησκεία και άλλο το δελτίο ταυτότητας, δηλαδή ο τρόπος που επικοινωνεί ο πολίτης με το κράτος”.
Το ζήτημα λαμβάνει διαστάσεις και η Ιερά Σύνοδος αποφασίζει να αντιδράσει αρχικά με τη διοργάνωση δύο λαοσυνάξεων: μία στη Θεσσαλονίκη στις 14 Ιουνίου και μία στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου. Η διάσταση απόψεων Εκκλησίας-Πολιτείας παρέμενε αγεφύρωτη και έτσι η Εκκλησία αποφάσισε τη συλλογή υπογραφών αιτούμενη τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το εν λόγω θέμα.
Η συλλογή υπογραφών καλούσε στην ενεργοποίηση του άρθρου 44 του Συντάγματος περί διενέργειας δημοψηφισμάτων και ξεκίνησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2000. Μετά από έναν περίπου χρόνο, στις 29 Αυγούστου 2001 ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος παρέδωσε τις περίπου 3 εκατομμύρια υπογραφές, κατά τα στοιχεία της Εκκλησίας, στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.
Το αίτημα για δημοψήφισμα δεν έγινε δεκτό. Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κώστας Καραμανλής συνυπέγραψε και αυτός στις 24 Σεπτεμβρίου 2000, όμως όταν λίγα χρόνια αργότερα κέρδισε τις εκλογές η Νέα Δημοκρατία και ο ίδιος έγινε πρωθυπουργός δεν άνοιξε ποτέ ξανά το θέμα καθώς η κυβέρνηση Καραμανλή δεσμευόταν από τις αποφάσεις της ελληνικής διοικητικής δικαιοσύνης.
news247.gr