Γιατρός του Γ.Ν. Λάρισας: «Γονείς μού είπαν: “Βάλαμε το παιδί μας στην Α’ θέση, το φιλήσαμε και… αυτό ήταν»

Τέμπη Λάρισα

Τέμπη: Γιατρός του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, για τις τραγικές στιγμές που βίωσε με τους συγγενείς των θυμάτων να ψάχνουν για τα παιδιά τους, ελπίζοντας ότι αν δεν είναι ζωντανοί τουλάχιστον να είναι αγνοούμενοι.

Λίγο πριν τις 20.00 όπου και σταμάτησαν να επιχειρούν οι δυνάμεις των ΕΜΑΚ, οι πυροσβέστες κι οι χειριστές των γερανών, ώστε να ξεκουραστούν και να συνεχίσουν το έργο τους με το φως του ηλίου την Πέμπτη 2/3. Στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, από το πρωί της 1ης Μαρτίου οι συγγενείς των θυμάτων αλλά και των αγνοουμένων έφταναν είτε για να ταυτοποιήσουν τα παιδιά τους είτε να δώσουν παράταση στην ελπίδα τους. Στην ελπίδα ότι τα αγαπημένα τους πρόσωπα είναι κάπου αλλού και όχι κάτω από τη μάζα των καμένων σιδερικών που είχαν μετατραπεί σε μια ενιαία μάζα.

Λίγο μετά τις 23.00 το βράδυ και ενώ οι πόρτες το νοσοκομείου ετοιμαζόντουσαν να κλείσουν, βγήκε από την κεντρική πόρτα ο μπαμπάς της κοπέλας από την Κύπρο, μαζί με το γιο του και άλλους δικούς τους ανθρώπους. Λίγο πριν είχαν φτάσει από την Κύπρο, έχοντας μαζί τους κι έναν ιερέα.

Λίγο πιο πριν ζητήσαμε από έναν γιατρό που βίωσε όλη την τραγωδία από το ξεκίνημά της και θα έμενα στο νοσοκομείο ως το πρωινό της Πέμπτης, να μας μεταφέρει τις εικόνες που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στο μυαλό του. Ο ίδιος δεν θέλησε να μιλήσει επώνυμα.

Έχοντας ήδη ουκ ολίγες ώρες συνεχώς λειτουργήματος, με απόλυτη ευγένεια μάς είπε:

«Αν θυμάμαι καλά, το νοσοκομείο άρχισε να αποτελεί “χώρο υποδοχής” γύρω στις 23.30. Εμείς στην αρχή δεν είδαμε κάτι, διότι τα πιο πολλά έγιναν στο κτήριο όπου είναι το ιατροδικαστικό τμήμα. Λίγο πιο πάνω από εδώ. Ήρθε η κυρία Ρουμπίνη Λεοντάρη κι εκείνη συνεννοήθηκε για το πώς έπρεπε να έρχονται εδώ τα άτομα, διότι μπορούσε να υπάρχουν μόνο μέλη. Καταλαβαίνετε τι εννοώ…

Για ‘μένα, η μεγάλη έλευση συγγενών άρχισε να γίνεται περίπου στις 7 το πρωί. Οι άνθρωποι αυτοί ψαχνόντουσαν… Ευτυχώς ήρθαν εδώ ψυχίατροι από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Οι άνθρωποι αυτοί τα είχαν “χαμένα”, όπως είναι λογικό, αν μου επιτρέπεται η έκφραση».

Μιλάμε για ανθρώπους που οι περισσότεροι έχουν ταυτοποιηθεί;

«Εμείς είχαμε μία λίστα νοσηλευόμενων σε Λάρισα, Κατερίνη και Θεσσαλονίκη. Εφόσον δεν έβλεπαν ότι είναι στους νοσηλευόμενους αυτοί που έψαχναν, περνάγαμε στη δεύτερη κλίμακα που ήταν οι αγνοούμενοι. Προσπαθούσαμε να στηρίξουμε τους γονείς που έψαχναν τα παιδιά τους. Είναι σημαντική η ψυχολογική υποστήριξη. Μετά λειτούργησε πολύ καλά το κλιμάκιο της Αστυνομίας της Λάρισας και της Αθήνας που ήρθε. Ήταν η ομάδα που ήταν και στο Μάτι. Πρόκειται για μια ομάδα ευρωπαϊκών προδιαγραφών, που ειδικεύεται στην ταυτοποίηση του DNA. Έπαιρναν DNA από τους θανόντες και από τους συγγενείς εδώ».

Ποια είναι η εικόνα που θα κουβαλάτε;

«Μητέρα και πατέρας, ευκατάστατη οικογένεια. Έβαλαν το παιδί τους στην Α’ Θέση. Μου είπαν: “Γιατρέ, το βάλαμε στην Α’ Θέση, για να φτάσει καλά, να πάει καλά. Το φιλήσαμε, του είπαμε να μας πάρει μόλις φτάσει κι αυτό ήταν”. Πολύ καλοί άνθρωποι, μου έκαναν μεγάλη εντύπωση με τη ψυχραιμία τους».

Η συζήτηση διακόπηκε δύο φορές. Την πρώτη ένας κύριος έψαχνε την αίθουσα όπου έδιναν αίμα για την ταυτοποίηση DNA. Τη δεύτερη τρεις συγγενείς (δύο γυναίκες και ένας κύριος) ρωτούσαν αν είχαν νέα λίστα με αγνοούμενους στα χέρια τους οι γιατροί. Μόλις ο γιατρός τους απάντησε ότι δεν γνώριζε κάτι τέτοιο, καταλάβαινες ότι δεν τον πίστευαν. Περίμεναν από εκείνον ένα “ναι”, για να δουν το παιδί τους πιθανόν μέσα σ΄ αυτήν τη λίστα. Όσο αγνοείται κάποιος πάντα υπάρχει κι η ελπίδα. Και εκείνη τη στιγμή το μόνο που υπήρχε στον αέρα, για να σπάει την οδύνη και το θρήνο, ήταν μόνο η ελπίδα. Τίποτα άλλο.

Πηγή: gazzetta.gr

Exit mobile version