Έγραψαν, μίλησαν, καπηλεύτηκαν πολλοί. Άλλοι έβγαλαν το κόμπλεξ τους, υπάρχουν κι εκείνοι που λυπήθηκαν πραγματικά.
Τι πιστεύω με απόλυτη ψυχραιμία μετά από εννέα και πλέον μήνες, από τον άδικο χαμό του δικαίως πολυλατρεμένου, Παντελή Παντελίδη…
Του ΓΙΑΝΝΗ ΤΣΙΡΟΓΙΑΝΝΗ
Μια ελληνική παροιμία λέει με πολύ εύστοχο νόημα, “μην κρίνεις για να μην κριθείς εσύ στο τέλος”. Το άκουσμα λοιπόν της είδησης του τραγικού θανάτου του αγαπημένου τραγουδιστή, μας βρήκε με τη σύζυγο κυριολεκτικά «κεραυνοβολημένους».
Ο επονομαζόμενος «Παντέλος», είχε όλα εκείνα τα ποιοτικά στοιχεία του χαρακτήρα που τον καθιστούσαν (εν ζωή) έναν εξαιρετικό άνθρωπο, εκτός από καλλιτέχνη. Προς Θεού ουδείς αγιάζει με το που αποχωρεί άδικα ή όχι από τον μάταιο τούτο κόσμο, αλλά ο Παντελής ήταν κυριολεκτικά το παιδί της διπλανής πόρτας. Καλοκάγαθος, ταπεινός, προσιτός, αγαπητός, εξαιρετικός στην παρέα, φιλεύσπλαχνος, λαϊκός με την σωστή ερμηνεία του όρου, ταλαντούχος, μερικές φορές όπως αποδείχτηκε μετά θάνατο ακόμη και θύμα.
Δεν ήθελε «συνοδεία» για να εξέλθει από το μαγαζί όπως κάτι άλλοι “δήθεν” ανεκδιήγητοι σημερινοί, δεν έκλεινε την πόρτα στα καμαρίνια σε θαυμαστές και θαυμάστριες, σε ανθρώπους που του ζήτησαν και πήραν εν τέλει βοήθεια. Όπως πολύ χαρακτηριστικά έλεγε, «το απλό είναι το δύσκολο», ίσως γι αυτό ο κόσμος τον λατρεύει περισσότερο όσο περνά ο καιρός, παρά τον λησμονεί.
Δυο από τα κιγκλιδώματα, τρύπησαν το παρμπρίζ και την ηλιοροφή στο κέντρο και προς τη δεξιά πλευρά του συνοδηγού. Χωρίς τη ζώνη ασφαλείας, ο Παντέλος έγινε εκτεθειμένο «μπαλάκι» για τις μεταλλικές βέργες στο εσωτερικό της πανίσχυρης Merc με το ψηλό κέντρο βάρους. Με τη ζώνη ασφαλείας δεμένη, το πολύ να είχε τραυματιστεί ελαφρά και τίποτα περισσότερο…Καταθλιπτικά, τόσο απλό!
Τα υπόλοιπα περί μέθης, ταχύτητας και κούρασης τα ακούω βερεσέ, όσο κι αν είναι ομολογουμένως κατακριτέα. Σε όλους μας όμως έχει συμβεί, όσοι το αρνείστε, ψεύδεστε. Η ζώνη ασφαλείας μπορούσε να τον σώσει και να αποτρέψει την τεράστια θλίψη που νιώθουμε τόσο εμείς όσο και οι οικείοι του. Στο κάτω κάτω, ας τη φορούσε, να μην είχαμε τώρα τα “αν” στο μυαλό μας. Γιατί ρε… Παντέλο;