Υπήρξε ένας από τους βασικούς εκπροσώπους της μόδας τις χρυσές δεκαετίες, όταν τα ιερά τέρατα από όλους τους χώρους έκαναν ουρά στο ατελιέ του για να ραφτούν.
Λίγο πριν μπει στα 90 χρόνια του, ο διάσημος σχεδιαστής μόδας Φιλήμων, που εδώ και χρόνια ζει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ανοίγει την καρδιά του στην «Espresso» και μιλάει για όλα τα συγκλονιστικά γεγονότα που στιγμάτισαν τη ζωή του.
Από τον χωρισμό των γονιών του, μέχρι τις διάσημες Ελληνίδες και ξένες σταρ που ντύθηκαν στο ατελιέ του. Μια συνέντευξη-ποταμός από έναν από τους τελευταίους ζωντανούς μύθους της μόδας!
Παιδί χωρισμένων γονιών, κύριε Φιλήμονα…
Ναι, υπήρξα παιδί χωρισμένων γονιών. Και δεν σου κρύβω ότι αγάπησα περισσότερο τη δεύτερη μάνα μου από την πραγματική μου μάνα. Και ο λόγος είναι ότι αυτή ήταν σύμμαχός μου σε όλη μου τη ζωή – με λάτρεψε και τη λάτρεψα!
Η πραγματική μητέρα σας;
Η πραγματική μου μάνα ήταν μια πάρα πολύ όμορφη γυναίκα -η ομορφότερη της Κρήτης, απ’ όπου κατάγομαι-, η οποία με έφερε μεν στη ζωή, αλλά είχε τα μυαλά πάνω από το κεφάλι της. Κοίταζε μόνο τον εαυτό της. Χώρισε από τον μπαμπά μου, έκανε μια νέα οικογένεια, όπως έκανε και ο πατέρας μου άλλη οικογένεια. Από τον δεύτερο γάμο της μάνας μου απέκτησα έναν αδερφό, τον οποίο λάτρεψα. Και πέθανε στα χέρια μου!Από την Κρήτη με τον μπαμπά μετακομίσαμε στην Αθήνα, πήγαμε στις Σπέτσες για ένα διάστημα, ωστόσο εκείνος είχε όνειρο να με κάνει αεροπόρο. Το προσπάθησε, αλλά δεν τα κατάφερε. Έπειτα από κάποιες συγκυρίες βρέθηκα στο Παρίσι, όπου μαθήτευσα στο πλευρό του Ζαλ Ντεσέν, ο οποίος ήταν πολύ μεγάλο όνομα. Συμμαθητής μου ήταν ο Βαλεντίνο, ο οποίος πάντα ήταν με μια μύτη μέχρι τον ουρανό. Τον ενοχλούσε ακόμα και να τον κοιτάμε. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, για ένα διάστημα βρέθηκα στο πλευρό του Ντίμη Κρίτσα για να αποκτήσω εμπειρία στον χώρο. Από εκεί και πέρα με λάτρεψε το κοινό της Ελλάδας.
Ο πατέρας σας τι έλεγε για την πορεία σας στον χώρο της μόδας;
Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα για μένα, γιατί ο πατέρας μου δεν ήθελε καν να ακούσει τη λέξη «σχεδιαστής». Ελεγε: «Πώς θα πω εγώ στους φίλους μου ότι έχω γιο μόδιστρο;» Οταν όμως άρχισαν οι πρώτες επιτυχίες και τα εξώφυλλα, έπαιρνε τις εφημερίδες και με καμάρι έλεγε στους φίλους του: «Αυτός είναι ο γιος μου».
Ντύσατε πολλές θεατρίνες, αλλά και πολλές τραγουδίστριες. Ποια σας έκανε μεγαλύτερη εντύπωση;
Δεν θεωρούσα τιμή να ντύνω αυτούς τους χώρους εκείνη την εποχή, γιατί εγώ έντυνα την υψηλή κοινωνία. Με δυσκολία έντυνα τις θεατρίνες και τις τραγουδίστριες. Απέφευγα ακόμα και να το συζητάω, γιατί οι πλούσιες κυρίες δεν ήθελαν τα ρούχα με τα οποία έντυνα εκείνες να τα δίνω και για το θέατρο ή για τις πίστες. Τη μόνη που θεωρούσα αγαπημένη μου φίλη και ήθελα να την ντύνω ήταν η Μαίρη Χρονοπούλου, η οποία, εκτός του ότι τα φορούσε τα ρούχα και δεν τη φορούσαν, ήταν και εκπληκτικός άνθρωπος. Μέσα από την «Espresso» θέλω να της ζητήσω δημόσια συγγνώμη που όλα αυτά τα χρόνια, με τόσες περιπέτειες που είχε με την υγεία της, δεν της τηλεφώνησα ποτέ. Ειλικρινά συγγνώμη, Μαίρη μου!
Ντύσατε όμως την Αλίκη Βουγιουκλάκη…
Την έντυσα σε δύο ταινίες τη δεκαετία του ’60. Είχε στείλει μάλιστα μια οικονόμο της, τη Μαρία, και μου είπε «η κυρία Βουγιουκλάκη επιθυμεί να βάλει το όνομά σας στους τίτλους των ταινιών». Της απάντησα: «Ούτε για αστείο. Διότι δεν έγινε αυτό που ήθελα εγώ, αλλά αυτό που ήθελε εκείνη».
Σας πλήρωσε;
Πονεμένη ιστορία αυτή. Δεν πληρώθηκα ποτέ. Δεν την έντυσα ξανά γιατί, εκτός του ότι δεν πλήρωνε, δεν με ενέπνεε να την ντύσω. Καταρχάς, θεωρούσε ότι είχε το τελειότερο κορμί του κόσμου και ότι η ίδια ήταν η απόλυτη γυναίκα. Μπράβο της όμως που τα κατάφερε και έγινε σταρ!
Αν σας έλεγα Καρέζη ή Βουγιουκλάκη, ποια θα προτιμούσατε;
Καμία από τις δύο. Εγώ έντυσα και την Τζένη. Απλά η Τζένη ήταν λίγο πιο υποφερτή. Ομως μετά τον γάμο της με τον Καζάκο χάλασε ο χαρακτήρας της. Είχε αποκτήσει ένα ύφος μπλαζέ και δεν την ενδιέφερε τίποτα!
Τη Μιμή Ντενίση πώς τη βρήκατε και την κάνατε μοντέλο σας;
Τότε η Μιμή πήγαινε στο Κολλέγιο. Εγώ λοιπόν έκανα κάποια φιλανθρωπικά γκαλά. Μέσα στα κορίτσια του Κολλεγίου που έντυσα ως μοντέλα ήταν και η Μιμή. Συνεπέστατη, αξιοπρεπέστατη και πάντα κυρία. Είναι μια γυναίκα με τεράστια μόρφωση, όμως έχω μια διαίσθηση ότι δεν είναι ευτυχισμένη στη ζωή της.
Ωστόσο ντύσατε και την Τζάκι Κένεντι, αλλά και τη Χριστίνα Ωνάση!
Την Τζάκι την έντυνα για χρόνια για τις δεξιώσεις. Η Χριστίνα ήρθε σε μένα όταν πέθανε ο πατέρας της, ο Αρίστος, και μου ζήτησε να της ράψω μαύρα ρούχα. Είναι αυτά που κυκλοφορούν στις φωτογραφίες, όταν γινόταν η κηδεία του. Επίσης, η Γουλανδρή μού είχε φέρει στο ατελιέ τη μεγάλη σταρ Μέρλι Ομπερον της οποίας είχα πάρει τα μέτρα και της έστελνα στο Ακαπούλκο τις ωραιότερες τουαλέτες μου.
Ζήσατε έντονα ωστόσο και την 21η Απριλίου του ’67 με τα γεγονότα της δικτατορίας…
Ξύπνησα ένα πρωί και βγαίνω στο μπαλκόνι από το πρώτο ατελιέ μου. Και ξαφνικά βλέπω στον δρόμο, μέσα στο αυτοκίνητο με οδηγό τον βασιλιά Κωνσταντίνο, δίπλα του να κάθεται ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και στο πίσω κάθισμα ο Παττακός. Και πίσω κομβόι από αυτοκίνητα. Επειτα από λίγη ώρα ακούμε ότι έχουμε δικτατορία. Θυμάμαι μια Αθήνα έρημη εκείνη την εποχή, που σου προξενούσε μελαγχολία και αβεβαιότητα.
Κεφάλαιο Σοφία Λόρεν…
Αλλη καλλονή αυτή. Τη γνώρισα στην Υδρα, όταν γυριζόταν η ταινία «Το παιδί και το δελφίνι». Γιατί τότε δεν «υπήρχαν» ούτε Μύκονος ούτε Σαντορίνη. Υπήρχαν η Υδρα και οι Σπέτσες. Εκεί γνωριστήκαμε και κάναμε παρέα όσο διάστημα έμεινε για την ταινία. Μια απίστευτης ομορφιάς κοπέλα, απλή, που από την καλοσύνη της έλαμπε όλο το νησί.
Και την Τζέιν Μάνσφιλντ γνωρίσατε, σύμφωνα με όσα λέει το βιογραφικό σας…
Τη Μάνσφιλντ την έντυσα αρκετά κιόλας. Ηταν πολύ φιλόζωη. Θυμάμαι μια φορά που ήρθε στο ατελιέ μου φορούσε ένα παλτό το οποίο είχε τέσσερις τσέπες και μέσα κάθε τσέπη είχε ένα τσιουάουα. Κατά λάθος έπεσε το ένα κάτω και άρχισε να κλαίει. Αγχώθηκε τόσο πολύ για το σκυλί, που δεν κάναμε πρόβα. Ηταν πολύ καλό κορίτσι, αλλά ένα ωραίο… τίποτα. Δεν είχε φινέτσα, δεν είχε τύπο. Ηταν μια καλοστημένη κούκλα!
Ζήσατε τη χρυσή εποχή. Αποκτήσατε χρήματα;
Ημουν σπάταλος. Αγάπησα, αγαπήθηκα, ξόδεψα, γλέντησα, πέρασα πολύ ωραία και τώρα, δόξα τω Θεώ, μπορώ να ζω αξιοπρεπώς χωρίς να επιβαρύνω κανέναν απολύτως. Απλώς μπορώ να ζω όμορφα!
Η καλύτερη πελάτισσά σας ποια ήταν;
Από τις πολύ καλές πελάτισσες ήταν η πανέμορφη Σταρ Ελλάς Νταίζη Μαυράκη!
Διάβασα ότι κάνατε κάπου δέκα μακροχρόνιους δεσμούς…
Κάπου εκεί. Θα σε γελάσω (γέλια). Όταν τέλειωνε μια σχέση, άρχιζε αμέσως μια άλλη, που ήταν πιο δυνατή από την προηγούμενη. Ήμουν πάντα των μακροχρόνιων δεσμών. Τώρα δεν ξέρω αν υπάρχει έρωτας. Ζω στο Κολωνάκι και έχω να πάω χρόνια στην πλατεία. Δεν έχει να μου πει τίποτα πλέον το Κολωνάκι. Αυτοί οι ωραίοι άνθρωποι που εγώ έζησα έχουν φύγει από τη ζωή. Αρα, για μένα υπάρχει κενό ανάμεσα στις εποχές!
Φίλους έχετε τώρα;
Μόνος μου είμαι. Εχω τον ανιψιό μου, ο οποίος με πηγαίνει καμιά βόλτα στην Αθήνα!
Νιώθετε μοναξιά;
Δεν νιώθω μοναξιά γιατί είμαι γεμάτος από τη ζωή μου. Οταν κλείνω το βράδυ τα μάτια μου, έχω για συντροφιά ωραίες αναμνήσεις. Στον ύπνο μου ονειρεύομαι τις ωραίες επιδείξεις μόδας εκείνης της εποχής, όταν μεσουρανούσα. Και μέσα στον ύπνο μου σχεδίασα και τα τελευταία κομμάτια, τα οποία θα παρουσιάσω σε μια έκθεση με την οποία θα κλείσω και την καριέρα μου.
Η οικογενειακή θαλπωρή σάς λείπει;
Μου λείπει πολύ. Δυστυχώς, οι ανοησίες των νιάτων φέρνουν δυστυχία στα γεράματα!
Υπήρξαν άνθρωποι που σας εκμεταλλεύτηκαν;
Ναι, με εκμεταλλεύτηκαν και πολύ χοντρά. Είμαι στα δικαστήρια με άνθρωπο με τον οποίο συνεργάστηκα…
Υπήρξατε στενός φίλος του Μιχάλη Ασλάνη. Πώς νιώσατε όταν αυτοκτόνησε;
Ο Μιχάλης ήταν ένα εξαιρετικό πλάσμα, αλλά συνάμα και επιπόλαιος. Λυπήθηκα βαθιά για το άσχημο τέλος που είχε. Ηξερα ότι δεν πήγαινε καλά η επιχείρησή του, τα είχαμε συζητήσει. Εκείνος δούλευε για να έχει δουλειά το προσωπικό του και το προσωπικό του παράλληλα δούλευε και για τον εαυτό του. Αυτό του έκανε τεράστιο κακό!
Ζήσατε όμως από κοντά και τον θάνατο του Μπίλυ Μπο…
Είχαμε πολύ αγαθές σχέσεις έως το τέλος του. Εγώ εκείνη την εποχή είχα ένα μαγαζί στον Αστέρα της Βουλιαγμένης. Και έμενε και ο ίδιος εκεί στην περιοχή. Θυμάμαι που ερχόταν κάθε πρωί και καθόταν στην παρέα μου. Οι σερβιτόροι λοιπόν έρχονταν ψιθυριστά στο αυτί και μου έλεγαν: «Κύριε Φιλήμονα, μην τον πλησιάζετε, το κορμί του είναι σαν τον χάρτη της γεωγραφίας. Προσέχετε μην κολλήσετε». Τους απαντούσα ότι εγώ δεν πιστεύω σε τέτοιες ανοησίες και δεν κολλάει έτσι το AIDS. Τον είχα κάθε πρωί κοντά μου και πίναμε το καφεδάκι μας. Δεν μιλούσε καθόλου για το θέμα της υγείας του. Το μόνο που συζητούσε ήταν «άραγε, Φιλήμονα, θα φτάσω κι εγώ να ζήσω και τις άλλες εποχές;». Δυστυχώς είχε τραγικό τέλος.
Η ζωή σας ήταν, είναι γεμάτη;
Προσπαθώ να είμαι ευτυχής και να σκέφτομαι ότι όλη η καριέρα μου πέρασε χωρίς δυσκολίες και μπόρεσα να κάνω πολλά πράγματα τα οποία τα αγκάλιασε ο κόσμος.
Τον θάνατο τον φοβάστε;
Μπα, όχι. Εχω δώσει εντολή στον ανιψιό μου να με αποτεφρώσει και την τέφρα μου να την πετάξει στη θάλασσα του Σουνίου.