Με λένε Ελίζα και είμαι 38 χρονών.
Έχω δύο κοριτσάκια δίδυμα 8 χρονών και με τον άντρα μου, έχουμε πάρει διαζύγιο. Ένα διαζύγιο που μετάνιωσα. Που κατά βάθος δεν ήθελα αλλά τώρα δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Χάλασα το σπίτι μου για κάποιον που με κορόιδεψε και φταίω εγώ και μόνο εγώ γι’ αυτό. Έβαλα τα παιδιά μου στη διαδικασία να βλέπουν τους γονείς τους να χωρίζουν και να πηγαίνουν διακοπές με τον νέο σύντροφο της μαμάς από τη μια στιγμή στην άλλη. Και φταίω εγώ και μόνο εγώ γι’ αυτό. Γιατί ερωτεύτηκα, μπερδεύτηκα. Για κάποιον που δεν άξιζε ούτε να τον φτύσω!
Τον γνώρισα στο φροντιστήριο που δίδασκα Ελληνικά. Ψηλός, μελαμψός, ευγενικός. Ήταν από το Ιράν και είχε έρθει στην Ελλάδα για δουλειά. Με προσέγγισε διακριτικά. Είχαμε πολλά κοινά, αγαπούσε πολύ την Ελληνική γλώσσα και τον Ελληνικό πολιτισμό και έβλεπα έναν άνθρωπο που καμία σχέση δεν είχε με τον φανατισμό ή τον μισογυνισμό σύμφωνα με τη κουλτούρα αυτών των λαών. Ειχα μπροστά μου έναν άνθρωπο σπουδαγμένο που αγαπούσε τα γράμματα…νόμιζα. Αγαπούσε όμως και το ψέμα.
Ερχόταν μετά το μάθημα και ζητούσε διευκρινίσεις. Γελούσα με τη προφορά του και γελούσε με τον τρόπο που εκνευριζόμουν όταν δεν καταλάβαινε τι του έλεγα. Η σχέση δασκάλας μαθητή δεν άργησε να γίνει ερωτική. Με φίλησε και έχασα τον κόσμο. Κάναμε σχέση και τι δεν μου έταξε. Ότι θα μείνει μόνιμα στην Ελλάδα να πιάσουμε ένα σπίτι να μείνουμε μαζί με τα παιδιά μου. Ότι θα πηγαίνουμε ταξίδια, ότι θα κάνουμε ένα δικό μας παιδί. Ότι θα είναι μια ζωή δίπλα μου. Θα μου πείτε «γιατί δεν τα έκανες με τον άντρα σου, όλα αυτά;». Όχι δεν τα έκανα. Ούτε ταξίδια πηγαίναμε, ούτε βγαίναμε, ούτε τη δουλειά μου αγαπούσε, ούτε πάθος υπήρχε. Αλλά θα σας πω και ότι δεν προσπάθησα να διεκδικήσω. Να δω αν υπήρχαν ελπίδες να σώσω τον γάμο μας και αν δεν σωνόταν, τότε να έφευγα. Εγώ όμως, όταν η σχέση μας βούλιαζε, αντί να κοιτάξω να σώσω τον γάμο μου, κοιτούσα τον άλλον. Καλά να πάθω τώρα!
Τότε λοιπόν το μυαλό μου ήταν στο πότε θα πήγαινα για μάθημα να τον δω. Ο άντρας μου είχε καταλάβει ότι κάτι συνέβαινε αλλά νόμιζε πως απλά είχα βαρεθεί και τίποτα παραπάνω. Από αυτά που έγιναν μετά, κατάλαβα πως δεν του είχε περάσει από το μυαλό ούτε σαν πιθανότητα. Άρχισα να αργώ και να μην θέλω να γυρίζω στο σπίτι. Ασχολούμουν με τα παιδιά αλλά μόνο με αυτά και για αυτά γυρνούσα εξάλλου. Ένα βράδυ, η μια μου κόρη με ρώτησε «Μαμά θα φύγεις;». Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Τη μια στιγμή ντρεπόμουν και την άλλη έλιωνα από έρωτα. Ερχόταν κάτω από το σπίτι και καθόταν 2 και 3 ώρες μέχρι να βγω στο μπαλκόνι και να με δει. Ερχόταν μέχρι και σε γάμους ή βαφτίσεις που ήμασταν καλεσμένοι με τον άντρα μου μόνο και μόνο για να με δεί από μακριά και να μου δείξει πως με σκεφτόταν. Πως δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς εμένα όπως έλεγε. Και εγώ η χαζή κολακευόμουν.
Ένα βράδυ έπιασα τον άντρα μου και του τα είπα όλα. Και εκείνος αντί να θυμώσει και να με βρίσει, με ικέτευε, έπεφτε στα πόδια μου να μην διαλύσω το σπίτι μας. Μου έλεγε «Σε συγχωρώ, σε παρακαλώ μην χαλάς το σπίτι μας. Θα πάμε σε σύμβουλο, θα δεις». Ανένδοτη εγώ. Ακόμα σκέφτομαι τα λόγια του εκείνο το βράδυ και κλαίω για το πόσο απάνθρωπα του φέρθηκα.
Μετά από μια εβδομάδα πήγα με τα παιδιά και μείναμε στο σπίτι της μητέρας μου και με τον άλλον συνεχίσαμε να είμαστε μαζί. Ξεκίνησα τις διαδικασίες του διαζυγίου και όμως ο άντρας μου με έπαιρνε τα βράδια και έκλαιγε και μου έλεγε να μην χωρίσουμε και να το ξανασκεφτώ. Εγώ στον κόσμο μου.
Τυφλώθηκα. Με τον άλλον σκοπεύαμε μόλις βγει το διαζύγιο και χωρίσω επίσημα, να παντρευτούμε. Μέχρι και ότι θα άλλαζε θρησκεία και θα βαπτίζονταν μου έλεγε για να μου αποδείξει τον έρωτά του. Μέχρι που επέμενε να γνωρίσει τα παιδιά μου (παιδιά του όπως έλεγε) και τους έπαιρνε δώρα και τους έταζε κι εγώ δεν ξέρω τι. Το καλοκαίρι που το φροντιστήριο είχε κλείσει πήγαμε διακοπές και οι 4. Φυσικά τα κορίτσια μου δεν τον ήθελαν καθόλου. Και φταίω εγώ γι αυτό. Εγώ είμαι η μητέρα τους, εγώ έπρεπε να τα προστατέψω. Τα εξέθεσα σε έναν άνθρωπο που δεν ήξεραν ΚΑΝ ποιός ήταν. Ούτε τα χαρτιά του δεν είχα δει. Ευτυχώς που όποτε του ζητούσα να συζήσουμε, το ανέβαλλε. Τότε έλεγα πως ήμουν ερωτευμένη. Όχι δεν ήμουν ερωτευμένη. Αποβλακωμένη ήμουν και δεν ήξερα τι έκανα.
Μετά από 10 μήνες βγήκε το διαζύγιο,συναινετικά. Μέχρι και τη μέρα που θα υπογράφαμε, ο άντρας μου με έπαιρνε και έκλαιγε. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί όλη αυτή την αγάπη, δεν την έβγαζε τον τελευταίο καιρό, μέσα στον γάμο μας. Ανένδοτη πάλι εγώ. Τη μέρα που υπέγραψα το διαζύγιο, έτρεξα να πάρω τον άλλον να του το πω. Η απάντησή του ήταν «Ωραία θα τα πούμε μετά». Η στάση του άλλαξε. Σαν να πάτησα ένα κουμπί και βγήκε από μέσα του ένας άλλος. Ήταν σκεφτικός και σιωπηρός «Αυτό δεν θέλαμε;» τον ρώτησα. «Εγώ δεν ήθελα να χωρίσεις, εσύ το αποφάσισες» μου είπε. Μόνο που δεν μου έπεσαν τα πιάτα από τα χέρια όταν απάντησε έτσι. 2 εβδομάδες μετά χωρίσαμε.
Έκλαψα, τον ικέτεψα, ζήτησα χιλιάδες συγγνώμες κλαίγοντας από τα παιδιά μου. Κλείστηκα σπίτι μου και έκλαιγα από το πρωί μέχρι το βράδυ. Έβλεπα το βίντεο του γάμου μου στα σκοτάδια , ξενυχτούσα μέχρι να με πάρει ο ύπνος από το κλάμα και ήμουν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ο άντρας μου έκανε άλλη σχέση, τι να κάνει και εκείνος; Εμένα θα περίμενε; Ξέρω όμως πως με αγαπάει και ίσως μια μέρα να τα ξαναβρούμε. Ίσως και όχι.
Μια συμβουλή μόνο: Μην χαλάτε τα σπίτια σας για τον επόμενο, τον νεότερο, τον «καλύτερο». Δεν υπάρχει καλύτερος από εκείνον που έχει τριφτεί στη καθημερινότητά σας. Δεν υπάρχει καλύτερος από εκείνον που σας έχει δει άβαφες, κουρασμένες, νευριασμένες και όμως είναι ακόμα εκεί. Παλέψτε το και μην παραδίδετε έτσι εύκολα τα όπλα. Γιατί μπορεί να εκπυσοκροτήσουν και να τινάξουν τις οικογένειές σας, στον αέρα. Για κάτι που με λίγη καλή θέληση, μπορεί να διορθώνονταν!
Ελίζα
singleparent.gr