“Ήταν ευτυχισμένα χρόνια μοναξιάς τα παιδικά μου χρόνια” ομολογεί η Ελένη Ανουσάκη.
Πίσω στα παιδικά της χρόνια και τις δυσκολίες που είχε η μητέρα της μίλησε από καρδιάς η Ελένη Ανουσάκη στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Espresso Σαββατοκύριακο και τον δημοσιογράφο Ηλία Μαραβέγια.
Ήταν ευτυχισμένα τα παιδικά σας χρόνια;
Ήταν ευτυχισμένα χρόνια μοναξιάς. Εμένα με απομόνωσε το σχολείο, όχι όμως με δυσκολία, αλλά με ευτυχία. Πήγα σε τρία ιδιωτικά σχολεία εσώκλειστη, όπου διδάχτηκα, μεταξύ άλλων, την υπευθυνότητα. Η σχέση της μητέρας μου με την κοινωνία ήταν πολύ ιδιαίτερη και έπαιξε ρόλο σε αυτό.
Πρώτα απ’ όλα, η Μαλένα Ανουσάκη ήταν πολύ όμορφη. Μάλιστα, η ομορφιά ήταν προνόμιο όλης της οικογένειας της. Η μία αδελφή της ήταν καλύτερη από την άλλη κι εγώ στο τέλος μέτραγα ποια ήταν η ομορφότερη, όπως στα παραμύθια. Η μία ήταν μανεκέν του Dior, στη Γαλλία, η άλλη ράφτρα στη Chanel…
Θα έλεγα πως ήμουν ένα παιδί τυχερό, με τρεις θείες και τη μητέρα μου, οι οποίες διαχειρίζονταν τον χρόνο μου σαν ρολόι, για να μη χάσω την επαφή. Όλο αυτό βέβαια ανέπτυξε μέσα μου μια αγάπη για τη μοναξιά, για αυτό και δεν δυσκολεύτηκα την περίοδο της απομόνωσης λόγω κορονοϊού, αλλά και μια αυστηρότητα στις αποφάσεις για τη ζωή μου γενικότερα.
Γιατί χαρακτηρίσατε «ιδιαίτερη» τη σχέση της μητέρας σας με την κοινωνία;
Ήταν κομμουνίστρια και την παρακολουθούσε η Αστυνομία. Η μητέρα μου είχε συλληφθεί ως Χριστοπούλου στα μεγάλα γεγονότα της απελευθέρωσης στο Σύνταγμα και έξω από το σπίτι μας υπήρχαν πάντα αστυνομικοί.
Όταν ήταν στη φυλακή, πήγαινα κάθε Σαββατοκύριακο και την έβλεπα, κάποιες φορές κοιμόμουν κιόλας εκεί, στην κουκέτα της μαμάς μου, με ειδική άδεια, αφού η αρχηγός των Γυναικείων Φυλακών Αβέρωφ με αγαπούσε πολύ.
Είχα κι έναν θείο που ήταν μεγάλος αστυνομικός και βοηθούσε επίσης σε αυτό, αλλά δυστυχώς «έφυγε» άγρια. Κάποια στιγμή έβαλε λουλούδια μέσα στο σπίτι του και αυτοκτόνησε. Είχαν και καλόγριες οι φυλακές τότε, οι οποίες τα βράδια δέρνανε τον κόσμο στα μπουντρούμια. Φυσικά, εγώ δεν είδα ποτέ τη μαμά μου να την δέρνουν. Νόμιζα πως οι φυλακές ήταν σαν τα σχολεία όπου πήγαινα κι εγώ εσώκλειστη. Η μητέρα μου αποφυλακίστηκε το ’54, με τα μέτρα Πλαστήρα. Δεν εκτελέστηκε, κήρυξαν αθώες τις γυναίκες τότε και βγήκαν έξω.
Θυμάμαι ότι στις φυλακές Αβέρωφ υπήρχε ένας πλάτανος, όπου κάθονταν από κάτω οι κρατούμενες. Σήμερα εκεί είναι τα δικαστήρια. Η μεγαλύτερη μου συγκίνηση ήταν όταν μαζί με τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο και άλλους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ βρεθήκαμε στα εγκαίνια αυτών των δικαστηρίων.