Αποτροπιασμό προκαλούν όσα αναφέρει στην προανακριτική του κατάθεση ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της Δώρας Ζέμπερη, που περιέγραψε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες όσα συνέβησαν το μοιραίο εκείνο απόγευμα.
Η κατάθεσή του σοκάρει ακόμη και τους πιο ψύχραιμους, καθώς ο 58χρονος αποκάλυψε ότι το πρώτο μέλημά του μετά τη δολοφονία της 32χρονης εφοριακού ήταν να πουλήσει το κινητό της τηλέφωνο, να αγοράσει «πρέζα» και στη συνέχεια να πάει στο σπίτι του για να κοιμηθεί. «Δεν μπορώ να χωνέψω πως έγινε το κακό» είπε ο ίδιος, και συνέχισε: «Κατέστρεψα μια οικογένεια και αισθάνομαι πολύ άσχημα για αυτό. Ξέρω ότι μια συγγνώμη δεν θα φέρει πίσω την κοπέλα, ούτε θα καλυτερεύσει την κατάσταση, αλλά θέλω να την πω».
Ο 58χρονος είπε, επίσης, ότι έχει δύο παιδιά -ένα αγόρι και ένα κορίτσι που έχει υιοθετήσει. «Η πρώην γυναίκα μου μένει στην Κόρινθο και με χώρισε το 2007 γιατί κατάλαβε ότι έπαιρνα την κάτω βόλτα. Εχω μπει δύο φορές στη φυλακή. Δεν έχω πιάσει δουλειά και από τότε που βγήκα τα βγάζω πέρα με κλοπές» είπε, και συνέχισε: «Οι πληγές που έχω στα χέρια μου είναι από σπασίματα τζαμιών αυτοκινήτων, για κάτι τέτοιο πήγαινα στο β΄ Νεκροταφείο Αθηνών».
Στη συνέχεια, είπε ότι «τα πράγματα εκεί στράβωσαν». Αποκάλυψε, μάλιστα, ότι πήγαινε και παλαιότερα στο νεκροταφείο και έκλεβε ασημένια κηροπήγια και καντήλια που έβρισκε εκεί.
«Κάτι τέτοιο ήθελα να κάνω και εκείνο το απόγευμα αλλά η κακιά η ώρα το έφερε και μαζί μου κουβαλούσα ένα μαχαίρι, στιλέτο ήταν. Είδα μια νεαρή κοπέλα να κλαίει μπροστά σε έναν τάφο… Την έβλεπα πρώτη φορά στη ζωή μου. Κοίταξα γύρω μου και δεν είδα κανέναν, μόνο κάτι γριές κι αυτές αρκετά μετρά μακριά. Τότε σκέφτηκα να πάω να πάρω την τσάντα της κοπέλας γιατί πίστευα ότι σίγουρα θα έχει κάποια λεφτά μέσα» συνέχισε ο ίδιος.
Στη συνέχεια ομολόγησε ότι έβγαλε το μαχαίρι και τότε η Δώρα άρχισε να τον τραβάει και να τον χτυπάει.
«Χωρις να καταλάβω πώς κι ενώ παλεύαμε τη χτύπησα με το μαχαίρι δεν θυμάμαι ακριβώς πόσες φόρες, μετά η κοπέλα που ήταν ματωμένη άρχισε να τρέχει ματωμένη προς το κέντρο του νεκροταφείου φωνάζοντας ”βοήθεια”» είπε, και συμπλήρωσε: «Εγώ γύρισα προς τα πίσω, από όπου είχα μπει, κρατώντας την τσάντα της κοπέλας στα χεριά μου. Είχα σαστίσει εκείνη τη στιγμή, δεν ήξερα τι έκανα. Είχα θολώσει, κοίταξα τα χέρια μου και είδα ότι ήταν γεμάτα αίματα. Το αίμα ήταν της κοπέλας γιατί εγώ δεν είχα χτυπήσει».
Περιέγραψε, επίσης, πώς έβγαλε μια χαρτοπετσέτα και σκούπισε τα αίματα από τα χέρια του. «Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά. Κοίταξα μέσα στην τσάντα είχε ένα iPhone 5 με τα ακουστικά του, ένα πορτοφόλι με κάρτες και 5 ευρώ. Τα είχα χαμένα εκείνη την ώρα. Πούλησα το κινητό σε μαγαζί Πακιστανών μαζί με τα ακουστικά για 20 ευρώ. Ήμουν αγχωμένος και ιδρωμένος. Ηθελα να το πουλήσω όσο πιο γρήγορα γίνεται για να εξαφανιστώ από εκεί».
Ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος είπε, επίσης, ότι μετά το στυγερό έγκλημα ψώνισε «πρέζα από τη Βάθης» και στη συνέχεια πήγε «σπίτι για να κοιμηθεί και να ηρεμήσει».
«Όταν έγινε το κακό δεν είχα πιει πρέζα αλλά είχα στερητικά. Όλο αυτόν τον καιρό από τότε που έκανα το κακό μέχρι σήμερα έβλεπα τις ειδήσεις που έλεγαν για την κοπέλα και σκεφτόμουν τις σύμφορες που προκάλεσα. Περίμενα να με βρείτε και να σας πω τι έγινε. Με το που σας τα είπα έφυγε ένα βάρος από μέσα μου, που το κουβαλούσα και δεν είχα πει τίποτα σε κανέναν για το κακό που είχα κάνει. Έβαλα φωτιά στη τσάντα και στα πράγματα της κοπέλας» είπε ο ίδιος.