Δημήτρης Μοθωναίος: Ο Φλώρος που έγινε party animal και η φοβία για τον θάνατο
Ήταν Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου, όταν ο Δημήτρης Μοθωναίος συγκλόνισε το Πανελλήνιο, μιλώντας στο Πρωινό και στην Φαίη Σκορδά για τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη στην τρυφερή ηλικία των έξι ετών.
Το Πρώτο Θέμα και οι δημοσιογράφοι Τζένη Αγιανδρίτη και Πάνος Ζόγκας παρουσιάζουν τη ζωή και την πορεία του ταλαντούχου ηθοποιού, ο οποίος από μια ήσυχη ζωή διαβάζοντας και περνώντας στην Νομική, άρχισε να βγαίνει και να ξενυχτά και να αλλάζει ρότα προς το θέατρο…
Ο φλώρος που έγινε party animal
Ο Δημήτρης Μοθωναίος μεγάλωσε στην Κηφισιά, με όλα τα κλισέ που ακολουθούν τα παιδιά των βορείων προαστίων, πηγαίνοντας σε ιδιωτικό σχολείο. Υπήρξε ένας εξαιρετικός μαθητής, πολύ πειθαρχημένος και ελάχιστα κοινωνικός.
Οι γονείς του, τον είχαν βάλει σε ένα αυστηρό σύστημα εκπαίδευσης από το νηπιαγωγείο, μαθαίνοντας αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά γιατί, όπως συχνά λέει και ο ίδιος στις παρέες του, έχει ένα ιδιαίτερο ταλέντο να μαθαίνει ξένες γλώσσες. Εμφανισιακά ήταν ο κλασσικός σπασίκλας. Ένα σεμνό παιδί με γυαλάκια που καθόταν στο προαύλιο της αυλής ήσυχος και μόνος, χωρίς κανείς να του δίνει σημασία. Οι συμμαθητές του τον έλεγαν “φλώρο”.
«Ήμουν ένας πολύ καλός μαθητής. Πολύ πειθαρχημένος, καθόλου κοινωνικός όμως, κλειστός χαρακτήρας και από το νηπιαγωγεία ήμουν σε αυστηρό σύστημα εκπαίδευσης. Έκανα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ήμουν πολύ καλός με τις γλώσσες. Ως χαρακτήρας ήμουν ο ορισμός του φλώρου. Και για την εικόνα, είχα γυαλάκια, φορούσα σιδεράκια, όλα όσα είχε ένας φλώρος τα είχα εγώ στο δεκαπλάσιο.
Ήμουν τέρας ασχήμιας, ήμουν σε τραγική κατάσταση. Ούτε πολύ αθλητικός ήμουν, ούτε πολύ δημοφιλής στα παιδιά, ούτε όμορφος. Μετά στο Λύκειο μεταμορφώθηκα κατά κάποιον τρόπο. Πήγα με αυτούς που ήταν οι μάγκες, οι χαλαροί, έγινα πρόεδρος του 15μελους και μέσα σε τρία χρόνια έκανα μεγάλη στροφή. Από φυτό, έγινα το πιο δημοφιλές παιδί. Το μόνο που παρέμεινε ήταν ότι ήμουν πάντα πολύ καλός μαθητής», είχε αναφέρει σε συνέντευξή του στο Down Town και στον Πάνο Ζόγκα.
Κάπου εκεί γίνεται η πλήρης μετάλλαξη της καθημερινότητάς του, από φλώρος γίνεται party animal. Η αλλαγή πίστας ήταν θεαματική: άρχισε να βγαίνει με μεγαλύτερους του σε ηλικία, σύχναζε στο “Wild Rose” στην Πανεπιστημίου λαο στο Kalua, ενώ πολλές φορές κοιμόταν σε σπίτια φίλων του που έμεναν στο κέντρο, μιας και όταν έφευγε από τα κλαμπ ήταν ξημέρωμα και τα βόρεια προάστια ήταν μακριά.
Άλλωστε, δεν είχε καμία ιδιαίτερη πίεση από το σπίτι, γιατί οι γονείς του ήταν αρκετά προοδευτικοί και ανεκτικοί στις δεσμεύσεις και τους περιορισμούς που του είχαν θέσει. Έζησε την εφηβεία με παρέες και ξενύχτια, πατώντας μόνος του τα φρένα του στα άκρα όταν ένιωθε ότι ξεφεύγει, κάτι που του είχαν ενδόμυχα περάσει οι ίδιοι. Άλλωστε είχε μάθει από μικρός τι σημαίνει να πέφτεις στην παγίδα, άσχετα αν ακόμα δεν μπορούσε να την ταυτοποιήσει. Εκείνο που ήξερε ήταν ότι χρειαζόταν δράση και στόχο. Και τα βρήκε και τα δύο…
Οι γονείς του Δημήτρη Μοθωναίου και η σχέση του μαζί τους
Μοναχοπαίδι, με γονείς ευκατάστατους και αριστερών πεποιθήσεων, ο πατέρας του καθηγητής πανεπιστημίου και η μητέρα του, ξεναγός-αρχαιολόγος, ο ίδιος είχε από νωρίς μια διαφορετική θεώρηση του κόσμου. Και κυρίως την αντίληψη για το πόσο αντιφατική μπορεί να είναι η ζωή. Ο πατέρας του άνηκε στην ίδια γενιά με τον Πάγκαλο. Ήταν φίλοι και ασχολήθηκε με την πολιτική. Υπήρξε καθοδηγητής της Παπαρήγα. Το σπίτι του με λίγα λόγια ήταν – ή μάλλον έδειχνε – ιδιαίτερα προοδευτικό και φιλελεύθερο. Ένα σπίτι αριστερών, με πολλές ματαιωμένες ιδέες από νωρίς.
Η θρησκεία δεν υπήρχε, η πολιτική είχε απομυθοποιηθεί και η πατρίδα ήταν κατεστραμμένη. Εκείνοι του παρείχαν τα πάντα, αλλά το βασικότερο του το στέρησαν όταν χρειάστηκε την κατανόηση και τη στήριξή του, να τον νιώσουν και να πολεμήσουν μαζί του. Όχι από αδιαφορία, αλλά επειδή ούτε κι εκείνοι δεν άντεχαν να σηκώσουν το βάρος ενός τέτοιου μυστικού και να πάρουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογούσε.
Ο φόβος για τον θάνατο
Αδιέξοδα και φοβίες ήταν τα μόνιμα κουσούρια που έσερνε από εκείνο το κακό που μόλυνε την παιδική ηλικία του. Τη μεγαλύτερη φοβία του, τον θάνατο, την είχε περιγράψει ο ίδιος σε συνέντευξή του: “Τον φοβόμουν πολύ μικρός. Ξυπνούσα με σχεδόν κομμένη την ανάσα και έλεγα “για ποιον λόγο κάθομαι και διαβάζω τόσο πολύ, τι θα τις κάνω όλες αυτές τις γνώσεις που αποκτώ, αφού πεθάνω;” Ένιωθα ότι όλα αυτά τσάμπα τα μάθαινα, τσάμπα διάβαζα, γιατί θα πεθάνω σύντομα”. Ίσως επειδή αυτό που βίωσε ήταν ένας μικρός θάνατος, αφού μαζί με την κακοποίηση ενταφιάστηκε και η παιδική ψυχή του.
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή και το #agapimeno
Και ενώ ήταν άριστος φοιτητής της Νομικής και το μέλλον του διαγραφόταν λαμπρό, ασφαλές και σίγουρο, στα 22 του τα παρατάει για να διαλέξει τον αβέβαιο κόσμο του θεάτρου και της υποκριτικής. Οι γονείς του δεν του έφεραν καμία αντίρρηση. Ήθελαν το παιδί τους να είναι ευτυχισμένο. Του παρείχαν τρομερή υποστήριξη σε οτιδήποτε. Ήταν πάντα υπέρμαχοι του να ανακαλύψει ο Δημήτρης μόνος του την ευτυχία και την αληθινή του φύση και κλίση.
“Πάντα είχαν την άποψη ότι θα έπρεπε να κάνω ό,τι θα με έκανε εμένα ευτυχισμένο και όχι αυτούς. Τώρα εκτιμάω τη στάση των γονιών μου γι’ αυτό” έχει δηλώσει ο ίδιος.
Στο ξεκίνημά του στα 22 του, δεν του αρέσει καθόλου η δημοσιότητα. Την αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι. Δεν δίνει συνεντεύξεις, δεν πάει σε κοσμικά πάρτι και οι φίλοι του είναι λίγοι και αυστηρά επιλεγμένοι. Κάτι που αλλάζει ξαφνικά το 2016, όταν στο #agapimeno στο Instagram αποφασίζει να μοιραστεί τη ζωή και την καθημερινότητά του, φιλτραρισμένες σε βιντεάκια.
Και αυτή η εξωστρέφεια είναι κάτι που ανακάλυψε τα τελευταία τέσσερα χρόνια:
«Ήμουν ένας αρκετά κλειστός άνθρωπος. Δεν είχα ούτε social media, ούτε τίποτα, πήγαινα στο θέατρο, έκανα τη δουλειά μου και δεν ενοχλούσα κανέναν, ήταν όλα στο αθόρυβο. Και είπα να κάνω μια πλάκα και αυτή η πλάκα άρεσε και όλα καλά. Και έμαθα πολλά μέσα απ’ αυτό. Όπως, πως όταν ένας άνθρωπος έχει τη διάθεση να εκτεθεί, να τρολάρει τον εαυτό του, όπως κάνω εγώ, μόνο για καλό μπορεί να είναι. Η έκθεση είναι απελευθερωτική. Βγάζεις τα μυστικά σου στο φως και αυτά καίγονται».