Τον ισχυρισμό περί ιατρικού λάθους, επανέλαβε ο 39χρονος αγγειοχειρουργός που κάθεται στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενος για τη δολοφονία της 36χρονης μεσίτριας, η οποία εξαφανίστηκε, τον περασμένο Απρίλιο, ύστερα από επίσκεψή της στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο και βρέθηκε τελικά νεκρή σε απόκρημνη περιοχή στο Παλιούρι Χαλκιδικής.
Κατά την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στην κατάμεστη αίθουσα του Κακουργιοδικείου, ο κατηγορούμενος γιατρός αρνήθηκε τις κατηγορίες (ανθρωποκτονία από πρόθεση και της περιύβριση νεκρού) κάνοντας λόγο για «αμέλεια», ενώ απέδωσε το θάνατο της γυναίκας στα φάρμακα που της χορήγησε, όταν εκείνη πήγε στο «Ιπποκράτειο» για να υποβληθεί σε προγραμματισμένη επέμβαση αφαίρεσης κιρσών.
Από τις τοξικολογικές εξετάσεις προέκυψε ότι επρόκειτο για τις φαρμακευτικές ουσίες προποφόλη και φαιντανύλη. Για «σκληρά ναρκωτικά» μίλησε ο σύζυγος της 36χρονης, εξεταζόμενος ως μάρτυρας. Ειδικά για τη δεύτερη ουσία, σημείωσε ότι είναι «πιο σκληρή κι από ηρωίνη», προσθέτοντας: «Τη σκότωσε δίνοντάς της αυτά τα ναρκωτικά. Σκοπός του ήταν να την θανατώσει. Δεν την πετάς έτσι σαν σκυλί», ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στους αρχικούς ισχυρισμούς του γιατρού, όταν εκείνος τον ενοχοποίησε για το θάνατο της συζύγου του. «Ζούσα ένα δεύτερο δράμα όταν άρχισε να τα ρίχνει σε μένα» είπε.
Ο μάρτυρας ρωτήθηκε για το εάν ο γιατρός έβλεπε την 36χρονη ερωτικά, απαντώντας ότι «ήταν ωραία γυναίκα και την καλοβλέπανε πολλοί». «Ήταν ηθικό στοιχείο και δεν επρόκειτο να ενδώσει. Της είχα εμπιστοσύνη» επισήμανε, ενώ σχολιάζοντας την πυκνή επικοινωνία που φέρεται να είχε η άτυχη σύζυγός του, μητέρα τριών παιδιών, με τον αγγειοχειρουργό, τόνισε ότι «δεν έχω δει γιατρό να κυνηγάει μία ασθενή με μηνύματα για μια επέμβαση».
Αστυνομικός του τμήματος εγκλημάτων κατά ζωής της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, κατέθεσε ότι ο 39χρονος ήταν εξ΄ αρχής στόχος, καθώς ήταν ο τελευταίος που εμφανιζόταν να έχει επικοινωνία μαζί της. Όταν κλήθηκε στην αστυνομία, ήταν «ψυχρός, κυνικός και προσπάθησε να μας αποπροσανατολίσει» ανέφερε. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι οι διωκτικές αρχές κατάφεραν να εντοπίσουν τη διαδρομή που ακολούθησε από τη Θεσσαλονίκης προς τη Χαλκιδική (και πίσω) μέσω εφαρμογής του κινητού του τηλεφώνου, αλλά και από κάμερες παρακολούθησης κυκλοφορίας, ενώ βιολογικό υλικό της 36χρονης βρέθηκε στο πορτ – μπαγκάζ του οχήματός του και στο πατάκι, στη θέση του οδηγού.
Σε ερώτηση από έδρας για τις έρευνες εντοπισμού της άτυχης γυναίκας, ο αστυνομικός ανέφερε: «Ψάχναμε τέσσερις – πέντε μέρες στη Χαλκιδική. Η σορός βρέθηκε σε δύσβατη δασική περιοχή, όπου μόνο ένας παρατηρητής θα μπορούσε να την ανακαλύψει. Εντοπίσαμε προηγουμένως ροδιές αυτοκινήτου στο χωμάτινο δρόμο που οδηγούσε στο σημείο. Το πτώμα βρέθηκε σε βάθος πέντε μέτρων, γυμνό και σε κατάσταση αποσύνθεσης».
Η δίκη συνεχίζεται με την εξέταση μαρτύρων και η διαδικασία θα επαναληφθεί την Παρασκευή, 23 Μαρτίου 2018.