Η νέα τιμολόγηση ιατρικών πράξεων και εργαστηριακών εξετάσεων ήταν μεταξύ των αιτημάτων που έθεσε υπόψη του υπουργού Υγείας Βασίλη Κικίλια, στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην Αριστοτέλους την προηγούμενη εβδομάδα, το συντονιστικό όργανο φορέων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, όπου συμμετέχουν τα σωματεία Ιδιωτικής Πρωτοβάθμιας Υγείας, Κλινικοεργαστηριακών Ειδικοτήτων, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων και η Πανελλήνια Ένωση Ιδιωτικών Ιατρικών Εταιριών και Πολυϊατρείων.
Στη συνάντηση ήταν παρών και ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης.
Οι εκπρόσωποι του διαγνωστικού κλάδου παρέδωσαν στην πολιτική ηγεσία της Αριστοτέλους μελέτη για την τιμολογιακή πολιτική, όπου αποτυπώνονται οι παρούσες τιμές αποζημίωσης και το πραγματικό κόστος των εξετάσεων για τις μονάδες.
Όπως αναφέρει το capital.gr, σύμφωνα με τα διαγνωστικά κέντρα, αυτή τη στιγμή, λόγω των απαιτήσεων του μηχανισμού αυτόματων επιστροφών του clawback, προκειμένου να καλυφθεί η διαφορά ανάμεσα στις πραγματικές δαπάνες και το κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ, περικόπτεται από τις επιχειρήσεις ένα μεγάλο ποσοστό από την αποζημίωση που δικαιούνται με βάση έναν τιμοκατάλογο του 1991, ο οποίος έχει υποστεί μείωση δύο φορές κατά 63% αθροιστικά σε πολλές από τις εργαστηριακές εξετάσεις και πράξεις και κατά 40% περίπου μεσοσταθμικά.
Συμπληρώνουν δε πως οι εξετάσεις και ιατρικές πράξεις αναγράφονται στο ηλεκτρονικό παραπεμπτικό από τον κλινικό γιατρό, ο οποίος εξετάζει τον ασφαλισμένο και αποφασίζει για το πόσες και ποιες εξετάσεις θα διενεργήσει μέχρι την τελική διάγνωση.
Οι διαγνωστικές μονάδες αφενός, εξηγούν, δεν μετέχουν στην αναγραφή των εξετάσεων, αφετέρου είναι υποχρεωμένες να εκτελέσουν όλες τις εξετάσεις που αναγράφονται στο ηλεκτρονικό παραπεμπτικό που προσκομίζει ο ασφαλισμένος του ΕΟΠΥΥ.
Οι εκπρόσωποι του κλάδου παρουσίασαν στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας τα προβλήματα της αγοράς, που όπως επαναλαμβάνουν, απειλείται με οικονομική καταστροφή, λόγω των εισπρακτικών μέτρων που έχουν επιβληθεί, αλλά και των χαμηλών τιμών αποζημίωσης.
Σύμφωνα με το συντονιστικό, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου απάντησε ότι θα εξετάσει τα ζητήματα που τέθηκαν και το επόμενο χρονικό διάστημα θα γίνει νέα συνάντηση για να εξευρεθούν λύσεις, χωρίς όμως να υπάρξει προς το παρόν καμία δέσμευση.
Υπενθυμίζεται πως το καλοκαίρι είχαν προχωρήσει σε αναστολή της εκτέλεσης διαγνωστικών εξετάσεων.
Μόνο για το 2018, το ύψος της υπέρβασης σε σχέση με το πλαφόν στον προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ που καλούνται να πληρώσουν τα διαγνωστικά και τα εργαστήρια φτάνουν τα 110 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα επιβαρύνονται με αναγκαστικές εκπτώσεις (rebate).
Οι δύο μηχανισμοί, όπως αναφέρουν στελέχη του κλάδου, μπήκαν σε εφαρμογή το 2013 και θα κρατούσαν υποτίθεται για δύο με τρία χρόνια.
Με την προηγούμενη όμως κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επεκτάθηκαν μέχρι και το 2022.
Στις προτάσεις που διατυπώθηκαν από τις επιχειρήσεις στο υπουργείο Υγείας περιλαμβάνονται ακόμη η κατάργηση του clawback, οι συμβάσεις οικογενειακών γιατρών, η ρύθμιση για 120 δόσεις για clawback παλαιών και νέων οφειλών, να υπάρξει ξεχωριστός κωδικός πληρωμής νέων εξετάσεων, αλλά και κεντρικό μηνιαίο πλαφόν πέραν του οποίου όποιο παραπεμπτικό εκδίδεται να εκτελείται στον δημόσιο τομέα χωρίς να είναι υποχρεωτική η εκτέλεση του από τους ιδιωτικούς φορείς πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Επιπλέον ζητήθηκε η εφαρμογή διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων τα οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό έχουν εκδοθεί από τις επιστημονικές επιτροπές χωρίς υλοποίηση τους.