Η Χάλκινη Ολυμπιονίκης του Σίδνεϋ, Κλέλια Πανταζή γράφει για τις μοναδικές στιγμές που έζησε πλάι στον Αλέξανδρο Νικολαΐδη και τους λόγους που τον έκαναν ξεχωριστό.
«Η φιλία μου με τον Αλέξανδρο ξεκίνησε την ημέρα που πήρα το Ολυμπιακό μετάλλιο με την ομάδα του ανσάμπλ πριν από 22 χρόνια στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ το 2000. Καλεσμένες της ΕΡΤ για τη συνέντευξή μας μετά τον αγώνα, το ίδιο βράδυ, κάποια στιγμή δείχνουν ένα βίντεο με την ανασκόπηση της ημέρας και τις προσπάθειες όλων των Ελλήνων αθλητών. Εκεί για πρώτη φορά είδα τον Αλέξανδρο. Είδα ένα παλικάρι να πέφτει κάτω και να φωνάζει «έσπασε! Μαμά, έσπασε». Αυτή η φωνή, αυτός ο πόνος κάτι έκανε μέσα μου, οπότε όταν γύρισα στο Ολυμπιακό Χωριό πήγα να βρω εκείνον τον Έλληνα αθλητή με στόχο, με την παιδικότητα που είχα στα 15 έτη μου, να τον κάνω να χαμογελάσει.
Και τον βρήκα σε ένα καροτσάκι…
Από τότε δέσαμε! Εγώ τον έκανα βόλτες κι εκείνος μου έκανε πλάτες.
Πηγαίναμε στο εστιατόριο του χωριού, έπαιρνα εγώ παγωτό, γρανίτα λεμόνι θυμάμαι, και αν τυχόν περνούσε κάποιο μέλος από την ελληνική αποστολή, την έδινα στον Αλέξανδρο και την κρατούσε. Ο Αλέξανδρος πάντα με πείραζε και είχε να λέει ότι τον κάνω παρέα γιατί μου δίνει φαγητό κι εγώ τον κράτησα φίλο για να το αποδείξω ότι κάνει τεράστιο λάθος.
Θυμάμαι να μου κρατάει μούτρα όταν του είπα ότι τραυματίστηκα στο γόνατο και χρειαζόμουν χειρουργείο και έχανα τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Ήταν το ραντεβού που είχαμε δώσει, μαζί με την αδερφή μου Awn, όπως άλλωστε μου είχε γράψει και στην αφιέρωσή του, στο ημερολόγιό μου που κρατούσα στο Σίδνεϊ.
Το είχε γράψει στο αεροπλάνο της επιστροφής από την Αυστραλία. Είκοσι τέσσερις ώρες ταξίδι τις πέρασα , δίπλα του, στο πάτωμα του διαδρόμου του αεροπλάνου. Η δίκη μου θέση ήταν πιο πίσω με την υπόλοιπη ομάδα και τον Αλέξανδρο τον είχαν βάλει μπροστά-μπροστά, για να μπορεί να απλώσει το πόδι του που ήταν στον γύψο. Ήταν και δύο μέτρα, δεν χωρούσε πουθενά.
Και γελούσε μαζί μου γιατί όποτε ήθελα να ξεπιαστώ καθόμουν και έκανα σπαγκάτο.
Σε εκείνες τις συζητήσεις ήταν που με έκανε ο Αλέξανδρος να νιώσω τυχερή που έχω στον λαιμό μου ένα Ολυμπιακό μετάλλιο, σε αντίθεση με εκείνον που έφευγε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες όχι μόνο χωρίς μετάλλιο, αλλά με γύψο. Ο Αλέξανδρος ήταν σπουδαίος αθλητής και το απέδειξε τέσσερα χρόνια μετά, που πήρε το πρώτο του Ολυμπιακό μετάλλιο, και έπειτα από τέσσερα χρόνια το επανέλαβε.
Στην Αθήνα τού είχα υποσχεθεί ότι θα είμαι στο γήπεδο μέσα να τον δω να αγωνίζεται και το έκανα. Θυμάμαι το στάδιο να σείεται από τις φωνές του κόσμου που φώναζε ρυθμικά το όνομά του. Θυμάμαι να με ψάχνει με το βλέμμα του και όταν με βρήκε να του σχηματίζω με τα χέρια μου ένα χαμόγελο στο πρόσωπο, μήπως και γελάσει. Θυμάμαι τη στεναχώρια του κι εμένα να του λέω τα ίδια λόγια που έλεγε εκείνος σε εμένα το 2000. Δεν πήρες το χρυσό, αλλά έχεις πάρει Ολυμπιακό μετάλλιο.
Τέσσερις συμμετοχές σε Ολυμπιακούς Αγώνες
Δεκαέξι χρόνια δηλαδή στους τοπ αθλητές του κόσμου. Πόση πειθαρχία, στοχοπροσήλωση, αγώνα ψυχικό και σωματικό χρειάζεται όλο αυτό. Και του αναγνωρίστηκε. Ήταν ο 1ος λαμπαδηδρόμος το 2008, ήταν ο σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής το 2012. Και εκεί πάλι συναντηθήκαμε στο αεροπλάνο της επιστροφής. Και καθόμασταν αυτή τη φορά δίπλα-δίπλα. Μαζί στους πρώτους μας Ολυμπιακούς, μαζί και στους τελευταίους.
Φίλος, αδερφός
Δίπλα του έμοιαζα πραγματικά με τη μικρή του αδερφή. Και πάντα τον πείραζα, πως αν τον είχα γνωρίσει όρθιο και όχι σε αναπηρικό καροτσάκι, δεν θα τον πλησίαζα ποτέ γιατί θα τον φοβόμουν. Ποιος να φοβηθεί όμως έναν καλόκαρδο και γενναιόδωρο γίγαντα;
Η αδερφή μου η Άννη, όταν ήταν 12 ετών και για τρία ολόκληρα χρόνια ζούσε στη Θεσσαλονίκη μόνη της, είχαμε το κεφάλι μας ήσυχο, γιατί μας είχε πει ο Αλέξανδρος εάν αν ποτέ χρειαστεί κάτι, οτιδήποτε, να τον πάρουμε αμέσως τηλέφωνο και θα τρέξει.
Ευτυχώς δεν χρειάστηκε ποτέ κάτι τέτοιο όσο ήταν εκεί, χρειάστηκε όμως ένα βράδυ στο Ολυμπιακό Χωριό της Αθήνας, όταν η αδερφή μου με πήρε να μου πει ότι πεινάει και αν μπορώ να κάνω κάτι. Και σκέφτηκα αμέσως τον Αλέξανδρο. Ο οποίος, μην μπορώντας να πάει στο εστιατόριο του χωριού ξανά γιατί η ώρα ήταν περασμένη, στερήθηκε το δικό του μήλο και γιαούρτι που τα άφησε στο φυσικοθεραπευτή- ριο και μου έστειλε μήνυμα να την ειδοποιήσω να πάει να τα πάρει, ζητώντας πόσες φορές συγγνώμη που δεν μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο.
Ο καλόκαρδος γενναιόδωρος φίλος μου
Το ίδιο εκείνο καλοκαίρι του 2004 ήρθε στο σπίτι μας στο Τάρτι και τον φιλοξενήσαμε για κάποιες μέρες. Ο σκοπός του ταξιδιού του ήταν να πάει στον Ταξιάρχη να εκπληρώσει το τάμα του, που πήρε Ολυμπιακό μετάλλιο και ήταν γερός και δυνατός. Και τα χρόνια περνούσαν και ο Αλέξανδρος έγινε υπέροχος σύζυγος. Μιλούσε συνέχεια για τη Δώρα του και έλαμπε από ευτυχία ολόκληρος. Έγινε καταπληκτικός πατέρας και δεν σταματούσε να καμαρώνει για τα παιδάκια του. Έγινα κι εγώ μαμά και οι γιοι μας έχουν την ίδια ηλικία. Και αναγνωρίζω το άγχος του και την αγωνία του να μην πάθουμε τίποτα, να είμαστε γεροί δίπλα στα παιδιά μας. Να τα δούμε να μεγαλώνουν, να μην χάνουμε στιγμές από την καθημερινότητά τους. Νιώθω τον αγώνα του να παλεύει να κερδίσει την κάθε μέρα ώστε να έχουν κι εκείνα όσες περισσότερες αναμνήσεις από αυτόν… Αλέξανδρε μου
Θα φροντίσουμε εμείς να μην σε ξεχάσουν.
Θα φροντίσουμε εμείς να γνωρίζουν τα παιδιά σου πόσο σπουδαίο πατέρα είχαν.
Το αποτύπωμα που άφησες είναι τεράστιο, όπως και η κληρονομιά σου.
Και επειδή τα μετάλλιά σου πρέπει να παραμείνουν στα παιδιά σου, εύχομαι αυτός που θα τα αγοράσει να είναι τόσο μεγαλόκαρδος που θα τους τα χαρίσει πίσω.
Σε ευχαριστώ για όλα αυτά τα χρόνια που είχα την τιμή να είμαι φίλη σου.
Καλό Παράδεισο, Αλέξανδρε μου. Να προσέχεις την Άννα.
Η μικρή σου αδερφή
Κλέλια»
Το γράμμα “φιλοξενεί” η εφημερίδα Αυγή